Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

ΤΟ ΝΕΟ ΕΤΟΣ
        Είναι παλιό έθιμο: την παραμονή του Νέου Έτους, όταν το ρολόι κτυπήσει μεσάνυχτα, σκεφτόμαστε τις επιτθυμίες μας για το νέο έτος και προσπαθούμε να εισέλθουμε στο άγνωστο μέλλον μ΄ένα όνειρο, προσδοκώντας ταυτόχρονα την εκπλήρωση κάποιας αγαπητής μας επιθυμίας.  Σήμερα, για άλλη μια φορά βρισκόμαστε μπροστά σ΄ένα νέο έτος.  Τί επιθυμούμε για τούς ίδιους, για τούς άλλους, για τον καθένα ;  Ποιό είναι ο τέλος όλων μας των ελπίδων ;  Η απάντηση είναι μονίμως η ίδια αιώνια λέξη: ευτυχία.  Ευτυχές το Νεο Έτος !  Η ιδιαίτερη ευτυχία που επιθυμούμε είναι φυσικά διαφορετική και προσωπική για τον καθένα μας, αλλά όλοι μας μετέχουμε στην κοινή πίστη πώς αυτό το έτος η ευτυχία θα μας πλησιάσει, πώς μπορούμε να ελπίσουμε σ΄αυτή με προσδοκία.
        Πότε όμως είναι κάποιος αληθινά ευτυχισμένος ;  Μετά από αιώνες εμπειρίας και γνώσης σχετικά με τον άνθρωπο, δέν μπορούμε πλέον να εξισώνουμε την ευτυχία με οποιοδήποτε εξωτερικό γνώρισμα, π.χ. χρήματα,υγεία, επιτυχία κ.λπ.  Γνωρίζουμε πώς τίποτε απ΄όλα αυτά δεν ανταποκρίνεται πλήρως σ΄αυτή τη μυστηριώδη και πάντοτε φευγαλέα έννοια της ευτυχίας.  Είναι σαφές πώς η φυσική άνεση φέρνει ευτυχία, αλλά όχι τέλεια.  Τα χρήματα φέρνουν ευτυχία, αλλά και άγχος.  Η επιτυχία φέρνει ευτυχία, αλλά καί φόβο.  Είναι εκπληκτικό πώς όσο περισσότερη  εξωτερική ευτυχία διαθέτουμε, τόσο περισσότερο εύθραστη γίνεται και πιό ατίθασος ο φόβος πώς θα τη χάσουμε καί θα μείνουμε με άδεια χέρια.  Πιθανώς αυτός είναι και ο λόγος πού ευχόμαστε ο ένας στον άλλο "μια νέα ευτυχία" για το Νέο Έτος.  Η "παλιά" ευτυχία ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε, κάτι πάντοτε έλειπε.  Τώρα όμως ατενίνουμε ξανά μπροστά μας με μιά ευχή, ένα όνειρο, μιά ελπίδα . . . 
. . . Να μπορούσαν οι άνθρωποι, σ΄αυτή τη μάταιη δίψα για ευτυχία, να έβρισκαν μέσα τους τη δύναμη να σταματήσουν, να σκεφτούν, να ατενίσουν τα βάθη της ζωής ! 
      Να μπορούσαν  να ακούσουν τα λόγια, τη φωνή που τούς καλεί αιώνια μέσα σ' αυτά τα βάθη.  Άς γνώριζαν μόνο τί είναι αληθινή ευτυχία.  "Την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ' υμών"   Δεν είναι αυτό πού ονειρευόμαστε όταν το ρολόι κτυπήσει μεσάνυχτα ;  Τη χαρά που κανείς δεν μπορεί να αφαιρέσει ;    Πόσο σπάνια όμως φτάνουμε σε τέτοια βάθη !  Πόσο φοβόμαστε για κάποιο λόγο και τα παραμερίζουμε : "Όχι σήμερα, αλλά αύριο, ή μεθαύριο, θα στρέψω την προσοχή στα ουσιώδη και αιώνια" μόνο όχι σήμερα.  Υπάρχει καιρός".
        Γιατί καθυστερούμε ;  Επειδή ακριβώς εδώ, ανάμεσά μας, δίπλα μας, στέκεται Κάποιος : "ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω " Αν μόνο παραμερίζαμε το φόβο μας καί Τον κοιτάζαμε, θα βλέπαμε ένα τέτοιο φώς, μιά τέτοια χαρά, και μιά τέτοια περίσσεια ζωής, πού σίγουρα θα καταλαβαίναμε το νόημα αυτής της φευγαλέας και μυστηριώδους λέξης "ευτυχία".
Alexander Schmemann, "Celebration of Faith, The Church Year, Vol.2" ST VLADIMIR'S  PRESS 1994
"ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ, Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος, Βίωση της Πίστης-Β, εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ" 

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

          ". . . Χριστὸς γεννᾶται, τὴν πρὶν πεσοῦσαν ἀναστήσων εἰκόνα."
ή
Χριστούγεννα, ξανάνιωμα
του παλιωμένου κόσμου,
σάν φώς καί δύναμη ψυχής
και νού σάς νιώθω εντός μου
                                          Γ. Βερίτης

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Ο  Μεταμφιεσμένος Βασιλιάς

Ο Σόρεν Κίργκεργκωρ, ο Δανός φιλόσοφος, μας έχει δώσει μια ωραία παραβολή για τον τρόπο με τον οποίον ο Χριστός επέλεξε να έρθει κοντά μας.
"Μια φορά κι ένα καιρό, ζούσε ένας πρίγκιπας, που ήταν μόνος και ήθελε πολύ να παντρευτεί μια όμορφη κοπέλα, που θα γινόταν η αυριανή βασίλισσα.  Κοντά στο παλάτι του υπήρχε μια μεγάλη πόλη κι ο πρίγκιπας συχνά ανέβαινε στην άμαξά του και επισκεπτόταν την πόλη για τίς διάφορες δουλειές του πατέρα του.
Μια μέρα, για να βρεί κάποιον έμπορο, κατέβηκε στην αγορά, σ΄ένα φτωχικό μέρος της πόλης.  Πώς έτυχε να ρίξει το βλέμμα του έξω απ΄το παράθυρο και να αντικρίσει τα μάτια μιας πανέμορφης κόρης!
Είχε και πάλι την ευκαιρία, μετά από λιγες μέρες, να ξανακατεβεί στο ίδιο μέρος-ίσως να τον τραβούσαν τα μάτια της κοπελιάς.  Ήταν καλότυχος και τη συνάντησε μια δυο φορές. . . 
Σύντομα κατάλαβε πως την είχε ερωτευθεί.  Αλλά υπήρχε μια δυσκολία.  Πώς να προχωρήσει και να τη ζητήσει σε γάμο;
Ασφαλώς, θα μπορούσε να διατάξει να τη φέρουν στο παλάτι και εκεί να της προτείνει να τον παντρευτεί.  Αλλά, ακόμη κι ένας πρίγκιπας θέλει να νιώθει ότι η κοπέλα που παντρεύεται θέλει να τον παντρευτεί.  Μήπως να έκανε κάτι πιο χαριτωμένο... Να έρθει στην  πόρτα της με την πιό λαμπερή του στολή, και, με μια υπόκλιση, να ζητήσει το χέρι της... Μα ακόμη κι ένας πρίγκιπας θέλει να παντρευτεί από αγάπη.
Και πάλι : Θα μπορούσε να μασκαρευτεί σαν χωρικός και να προσπαθήσει να της ελκύσει το ενδιαφέρον. Μόλις της κάνει την πρόταση, θα βγάλει "τη μάσκα".  Μα αν δεν τα καταφέρει:
Τότε του ήρθε στο νού η σωστή λύση. Θα εγκαταλείψει το βασιλικό του ρόλο και θα μετακομίσει στη γειτονιά της.  Κι εκεί θα πιάσει δουλειά΄ας πόυμε, θα κάνει τον ξυλουργό. Όσο θα δουλεύει το πρωί, και στην ώρα της ανάπαυσής του το απόγευμα, θα γνωρίσει τους ανθρώπους, θα αρχίσει να μοιράζεται μαζί τους τις έγνοιες και τα βάσανά τους, θα μάθει να μιλά τη γλώσσα τους.  Και στην κατάλληλη στιγμή, αν έχει και την τύχη με το μέρος του, θα τη γνωρίσει με τρόπο φυσικό.  Κι αν κι αυτή τον αγαπήσει, όπως αυτός ήδη την αγαπούσε, τότε θα της ζητούσε το χέρι."

Ας σταθούμε για λίγο εδώ.  Ας δώσουμε το λόγο στην αγάπη, ας την ακολουθήσουμε καθώς προσφέρεται απεγνωσμένα, καθώς καταργεί, καθώς περιφρονεί τις αποστάσεις ποθώντας τη μεγάλη, την αμίμητη συνάντηση με τον αγαπώμενο.  Ας μας εξηγήσει αυτή, μέσα στο θυελλώδες των κυματισμών της, την ενανθρώπιση του Θεού.  Κι ας είναι αυτή που θα μας βοηθήσει να οικειωθούμε τη ζεστασιά της καθόδου Του, το μειλίχιο κάλεσμά Του.

Σόρεν Κίργκεγκωρ
"Ημεροδρόμιο Χριστουγέννων, εκδ. Ακρίτας"

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

        Είναι ανάγκη, εφόσον μιλάμε για την εμφάνιση του Σωτήρα σ΄εμάς, να μιλήσουμε και για την αρχή των ανθρώπων, για να γνωρίζεις, ότι η δική μας αιτία έγινε σ΄Εκείνον αφορμή για να κατεβεί, και η δική μας παράβαση κάλεσε σε βοήθεια τη φιλανθρωπία του Λόγου, ώστε να έλθει κοντά μας και να εμφανιστεί ο Κύριος στούς ανθρώπους.  Για δική μας υπόθεση Εκείνος σαρκώθηκε και για τη σωτηρία μας από αγάπη προς τούς ανθρώπους καταδέχτηκε να εμφανιστεί με ανθρώπινο σώμα.
        Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο και θέλησε να παραμείνει στην αφθαρσία.  Οι άνθρωποι όμως από αμέλεια απομακρύνθηκαν από την ορθή αντίληψη για τον Θεό, σκέφτηκαν και επινόησαν για τούς εαυτούς τους την κακία, καταδικάστηκαν σε θάνατο σύμφωνα με την απειλή που αναγγέλθηκε από πρίν, και στο εξής δεν παρέμειναν όπως πλάστηκαν. Οι λογισμοί τους τούς διέφθειραν και ο θάνατος βασίλεψε σ΄αυτούς.  Μετά από αυτό το γεγονός, οι μεν άνθρωποι πέθαιναν, η δε φθορά στο εξής αυξανόταν σε βάρος τους και υπερίσχυε από τη φυσική κατάσταση όλου του ανθρωπίνου γένους, καθόσον είχε από την αρχή σύμμαχο εναντίον των ανθρώπων την απειλή του Θεού για την παράβαση της εντολής.  Διότι και στα αμαρτήματα δεν σταμάτησαν μέχρι ορισμένα όρια, αλλά λίγο-λίγο απλώθηκαν και έφθασαν στο έπακρο. Στην αρχή έγιναν εφευρέτες της κακίας και προκάλεσαν στον εαυτό τους τον θάνατο και τη φθορά.  Αργότερα παρασύρθηκαν σε αδικία και πέρασαν κάθε παρανομία. Δεν σταμάτησαν στο ένα κακό, αλλά στα νέα επινοούσαν άλλα νεότερα και δεν χόρταιναν να αμαρτάνουν.  Παντού γινόταν μοιχείες και κλοπές, και ολόκληρη η γη ήταν γεμάτη από φόνους και αρπαγές .  Και κανένας νόμος δεν φρόντιζε για την αντιμετώπισι της φθοράς και της αδικίας.  'Ολα τα κακά, και όλα μαζί διαπράττονταν από όλους.  Πόλεις πολεμούσαν εναντίον πόλεων και έθνη ενεντίον εθνών. Όλη η οικουμένη ήταν διηρημένη από επενάσταση και μάχες και ο καθένας συναγωνιζόνταν στην παρανομία.  Επειδή λοιπόν κυριάρχησε ο θάνατος περισσότερο, και η φθορά έκανε κατοχή στούς ανθρώπους, το ανθρώπινο γένος καταστρεφόταν και ο λογικός άνθρωπος, που πλάστηκε σύμφωνα με την εικόνα του Θεού χανόταν, και το έργο του Θεού διαλυόταν. Έπρεπε, λοιπόν, να μήν αφήσει τούς ανθρώπους να οδηγούνται πρός την φθορά, διότι αυτό θα ήταν ανάρμοστο και ανάξιο της αγαθότητας του Θεού.  Αλλά όπως έπρεπε να συμβεί αυτό, έτσι και έρχεται σε αντίθεση απο την άλλη μεριά το δίκαιο του Θεού, για να φανεί αληθής ο Θεός στην περί θανάτου νομοθεσία του.  Τι λοιπόν έπρεπε να γίνει ή να κάνει ο Θεός γι΄αυτό; Τι άλλο έπρεπε να γίνει; ή ποιόν θα χρειαζόταν για να τούς επαναφέρει στο χάρισμα αυτό παρά τον Λόγο του Θεού, ο οποίος δημιούργησε τα πάντα από το μηδέν, από την αρχή;  Αυτός και πάλι έχει την εξουσία να οδηγήσει το φθαρτό στην αφθαρσία και να περισώσει απέναντι σε όλους το κύρος του Πατέρα του.  Επειδή λοπόν είναι Λόγος του Πατέρα και βρίσκεται υπεράνω όλων, επομένως μόνον αυτός μπορεί και να ξαναχτίσει τα πάντα και να πάθει για χάρη όλων και να μεσιτεύσει προς τον Πατέρα υπέρ όλων.
        Γι αυτό λοιπόν ο ασώματος και άφθαρτος και άϋλος Λόγος του Πατέρα έρχεται στη δική μας χώρα, χωρίς βέβαια και προηγουμένως να βρίσκεται μακρυά, διότι από κανένα σημείο της κτίσεως δεν απουσιάζει, αλλά γεμίζει εξ ολοκλήρου τα σύμπαντα υπάρχοντας μαζί με τον Πατέρα του.  Και έρχεται να εμφανιστεί, κατά συγκατάβαση, από φιλανθρωπία προς εμάς.  Και επειδή είδε να χάνεται το λογικό γένος και να βασιλεύυει ο θάνατος επάνω δια της φθοράς.
        Βλέποντας επίσης ότι όλοι οι άνθρωποι ήσαν υπεύθυνοι για τον θάνατο, σπλαχνίστηκε το γένος μας και συμπάθησε την αδυναμία μας και συγκατέβη στη φθορά και μη υποφέροντας την κυριαρχία του θανάτου,για να μη χαθεί το πλάσμα του και αποβεί μάταιο το έργο του Πατέρα του στούς ανθρώπους, λαμβάνει σωμα για τον εαυτό του και μάλιστα όχι διαφορετικό από το δικό μας.

                                                                   Αθανασίου του Μεγάλου, Λόγος εις την Γέννηση.
                                                                           (εφημερίδα τα Μετέωρα, Χριστούγεννα 2004)

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014



        Οι λέξεις "παιδίον" και "Θεός" είναι πλέον αποκαλυπτικές για το μυστήριο των Χριστουγέννων.  Κατά κάποιο τρόπο, είναι ένα μυστήριο που απευθύνεται στο παιδί που συνεχίζει να ζεί μυστικά μέσα σε κάθε ενήλικα, στο παιδί που συνεχίζει να ακούει ό,τι ο ενήλικας έχει πάψει να ακούει, και που ανταποκρίνεται με μιά χαρά, που ο ενηλικας, μέσα στον γήινο, υπερώριμο, κουρασμένο και κυνικό κόσμο που ζεί, αδυνατεί να νιώσει.  Μάλιστα, τα Χριστούγενα είναι μιά γιορτή για τα παιδιά, όχι μόνο εξαιτίας του χριστουγεννιάτικου δένδρου που διακοσμούμε και φωτίζουμε, αλλά μ' έναν  βαθύτερο τρόπο, και μόνο τα παιδιά δεν ξαφιάζονται για το ό,τι, όταν ο Θεός κατέρχεται στη γή, έρχεται ως παιδί.
 . . .  Η ενηλικίωση στραγγαλίζει επίσης την  ικανότητα να εμπιστεύεσαι, να αυτοεγκαταλείπεσαι, να αφήνεσαι, τελείως στην αγάπη και να πιστεύεις με όλη σου την ύπαρξη.  Τελικά τα παιδιά παίρνουν στα σοβαρά ότι οι ενήλες δεν μπορούν πλέον να αποδεχθούν: τα όνειρα, αυτά που διασπούν την καθημερινή μας εμπειρία και την κυνική μας καχυποψία, αυτό το βαθύ μυστήριο του κόσμου και κάθε τι που αποκαλύπτεται στους αγίους, στα παιδιά και στούς ποιητές.
                                                                                                    
                                                                                Alexander Schmemann.

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014





        Όταν σε ατενίζω, Κύριε Ιησού, δεν νοιώθω πιά την ανάγκη να σε ρωτήσω.  Ούτε να πάρω απαντήσεις σε ιδιαίτερα προβλήματα.  Το πρόσωπό σου, η μορφή σου, είναι η απόλυτα  ικανοποιητική και ολοκληρωμένη απάντηση.  Όταν στηλώνω τα μάτια μου σε σένα, το παν μου αποκαλύπτεται μέσα στη μορφή σου.  Ίσως με κάποιαν ασάφεια, πάντως με πολλή δύναμη.  Ακόμη κι  αυτή η ασάφεια ( πού είναι αδύνατο να υπερνικηθή λόγω της διαφοράς μας, λόγω της αδυναμίας μου ) αποτελεί συχνά για μένα κάτι που έχει εκθαμβωτική σαφήνεια και καθαρότητα.  Κάθε φορά που έχω το αίσθημα ότι επέτυχα μιά καθαρή θέα του προσώπου σου τα πάντα γίνονται για μένα ολοκάθαρα και ολόφωτα.
        Ο λόγος σου, Ιησού, δεν είναι ένα σχόλιο στη μεταξύ μας σχέση.  Ο λόγος σου γεννά τη σχέση αυτή.  Δεν με πληροφορεί απλώς για το γεγονός του Χριστού.  Δημιουργεί μια ζωντανή επαφή με το γεγονός αυτό.  Αποτελεί την εισβολή του θεϊκού τούτου γεγονότος στη ζωή μου.
        Κάθε λόγος του Ιησού είναι μιά διακήρυξη της χάριτός του.  Εν τω Ιησού, ακόμη και στις πιό μικρές ευκαιρίες της καθημερινότητος, μιλάει πάντα ο Λυτρωτής. Η σκιά του σταυρού που πέφτει σε όλα τα πράγματα.  Λάθος : ο ήλιος του σταυρού . . .

JESUS Simples regards sur le Sauveur,
 Par um moine d'Eglise d'Orient,Editions de Chevetogne, Belgique 1960
ΙΗΣΟΥΣ Ατενίζοντας τον Σωτήρα
Γραμμένο από ένα μοναχό της Εκκλησίας της Ανατολής
εκδ. Δόμος 2001

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014




        Όταν ο άνθρωπος δεν είναι σίγουρος πως μέσ' απ' αυτόν ενεργεί ο Θεός, είναι αδύναμος, διστακτικός, προσεχτικός.
        Όταν όμως νιώσει πως ο Θεός τον έχει πάρει στα χέρια Του, όπως ο σιδηρουργός κρατάει το σίδερο για να φτιάξει ένα εργαλείο, τότε αισθάνεται ταυτόχρονα δυνατός και ταπεινός, αποφασιστικός στίς ενέργειές Του, στηριγμένος από το Θεό.

 Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

      

          Αγιότητα είναι η αγάπη του Θεού που τίθεται επί το έργο, με τρόπο συγκεκριμένο, εναργή, καί ελεύθερο, και αντιπαρατίθεται με αυστηρότητα και ακρίβεια σε καταστάσεις που είναι πάντοτε νέες και πάντοτε σύγχρονες.
        Είναι η αιώνια αγάπη του θεού μαζί με την ανθρώπινη παρουσία των ανδρών, γυναικών και παιδιών, που κατέχονται από αυτή την αιώνια αγάπη και την εκφράζουν, ως σύγχρονοι με την εκάστοτε εποχή τους, με τρόπο που μόνο εκείνοι μπορούν να επιλέξουν, να ανακαλύψουν και να θέσουν σε λειτουργία.

                                                                                                      Anthony Bloom

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

        
        Παιδί μου - μιλάει ο Κύριος - έχω τόσα να σου πω !
        Θα ήθελα τόσο να μιλήσω μαζί σου, να σου αποκαλύψω τον εαυτό μου!
Φτάνει μόνο να στρεφόσουν προς εμένα, να έμενες σιωπηλός και να μ' άκουγες !
Αλλά δεν το κάνεις.
Μου δίνεις ελάχιστες ευκαιρίες για να σου ανοίξω την καρδιά μου.
Θέλεις να μιλήσης μαζί μου ;
Έστω και για λίγα λεπτά κάθε μέρα ;

J E S U S
Simples regards sur le Sauveur
Par un moine de l' Eglise d' Orient
Editions de Chevetogne,Belgique 1960
                                       (ΙΗΣΟΥΣ Ατενίζοντας τον Σωτήρα, εκδ. Δόμος)

Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2014

        Στον σύγχρονο κόσμο υπάρχουν δύο ύπουλες αντιλήψεις, όσον αφορά τον Χριστιανισμό. (Αναμφίβολα υπάρχουν περισσότερες, αλλά οι υπόλοιπες θα πρέπει να περιμένουν).   Η μία ισχυρίζεται ότι η θρησκεία και η θρησκευτική εμπειρία είναι ένα είδος ψευδαίσθησης (Φόυερμπαχ, Φρόυντ κ.λπ.) και η άλλη λέει ότι η θρησκεία καθαυτή είναi μεν πραγματική, αλλά η δική σου πεποίθηση περί της  δικής σου συμμετοχής σ' αυτή αποτελεί ψευδαίσθηση.   Νομίζω ότι η δεύτερη είναι η πιό ύπουλη, διότι για τον μεμονωμένο πιστό, η θρησκευτική εμπειρία είναι αυτή που πάνω από όλα πιστοποiεί την αυθεντικότητα  της θρησκείας.
 
         Όμως οι άνθρωποι, οποιοδήποτε βαθμό θρησκευτικής ευαισθησίας κι αν διαθέτουν, είναι  ευάλωτοι στη μομφή πως οι αισθήσεις τους ή η αντίληψή τους δεν ανταποκρίνεται στα απώτατα στάνταρ της πίστης, διότι αυτό είναι πάντοτε αλήθεια για τον καθένα.  Ο Απόστολος Παύλος είναι ιδιαίτερα εύγλωτος επ' αυτού.  Αν όμως η αδεξιότητα και η πλάνη και η αποτυχία στο θρησκεύειν ερμηνεύονται ως δηλωτικά του ότι η θρησκεια δεν διαθέτει ούτε ψήγμα αληθείας -η  μαρτυρία Βίβλου από την αρχή μέχρι το τέλος, αποθαρρύνει αυτή την οπτική- τότε οι άνθρωποι σακατεύουν την εμπιστοσύνη τους στις ίδιες τις σκέψεις τους, τις εκφράσεις της πίστης τους και την αντιληπτικότητά τους και αρχίζουν πλέον να αμφισβητούν ακόμη και τη στοιχειώδη αξία του δικού τους βιώματος (ή του πλησίον τους), στο οποίο αδιάκοπα προσάπτονται ψεγάδια.

             (Μέριλιν Ρόμπισον,"Γκίλιαντ" εκδ. "Εν πλώ" - Marilynne Robinson "GILEAD")

πρόταση :www.enoriako.info/Category:Κείμενα/George MacDonald/Η Ανώτερη Πίστη. 

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014

         Και αν δυστυχώς ο εχθρός σκοτώσει όλους τους ιερείς, αν δεν μένει παρά ένας μόνο, αυτός μπορεί πάντα να ιερουργήσει, χωρίς εκκλησία, χωρίς αντιμήνσιο, χωρίς το στήθος ενός δεύτερου ιερέως, που θα του χρησίμευε για θυσιαστήριο: ιερουργεί πάνω στο στήθος οποιουδήποτε χριστιανού.  Κάθε άνθρωπος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για θυσιαστήριο.  Κάθε άνθρωπος μπορεί να αντικαταστήσει την εκκλησία με το σώμα του.  Το στήθος ενός ανθρώπου αντικαθιστά, έγκυρα, τον πιό ωραίο, τον πιό ιερό και τον πιό μνημιώδη καθεδρικό ναό του κόσμου.  Μέσα στη φυλακή το στήθος ενός χριστιανού χρησιμεύει για εκκλησία.  Γιατί το στήθος του ανθρώπου είναι ένα θυσιαστήριο, τόσο ιερό, όσο και η βασιλική του Αγίου Πέτρου της Ρώμης και όσο η Αγία Σοφία της Κωνσταντινουπόλεως.  Ο θεολόγος δίνει την εξής ερμηνεία σ' αυτό : "Μόνο η ανθρώπινη φύση, ανάμεσα στα ορατά πλάσματα, μπορεί να είναι πραγματικά ένα θυσιαστήριο" και τα όμορφα θυσιαστήρια, που οι χριστιανοί κατασκεύασαν από μάρμαρο, χρυσάφι και ασήμι δεν είναι στο βάθος τίποτε άλλο παρά η απομίμησις της ανθρώπινης φύσεως, διότι "κάθε θυσιαστήριο, καμωμέ
νο με χέρι ανθρώπινο, δεν είναι παρά απομίμησις της ανθρώπινης εικόνος του Χριστού".

   ( C.V. GHEORGHIOU, "DE LA VINGT-CINQUIEME HEURE A L' HEURE ETERNELLE"
   "ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΚΟΣΤΗ ΠΕΜΠΤΗ ΩΡΑ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΩΡΑ", εκδ. "Η ΕΛΑΦΟΣ")

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014


        Γιορτή σημαίνει χαρά.  Αν υπάρχει όμως κάτι που εμείς - οι σοβαροί, οι μεγαλωμένοι και οι απογοητευμένοι Χριστιανοί - το αντικρίζομε ύποπτα, αυτό σίγουρα είναι η χαρά.  Πώς μπορεί κανείς να είναι χαρούμενος όταν τόσοι πολοί υποφέρουν ;  όταν απομένει να γίνουν τόσα πολλά ;  Πώς μπορεί να χάνεται κανένας σε γιορτές και σε πανηγύρια όταν οι άνθρωποι περιμένουν απο μας "σοβαρές" απαντήσεις στα προβλήματά τους :  Συνειδητά ή υποσυνείδητα οι Χριστιανοί αποδέχτηκαν το γενικό τόνο του αγέλαστου και επχειρηματικού πολιτισμού μας. Πιστεύουν πως ο μόνος τρόπος να σε πάρει "στα σοβαρά" ο "σοβαρός" - δηλαδή ο σύγχρονος άνθρωπος - είναι να είσαι σοβαρός και, επομένως να περιορίσεις σε ένα συμβολικό "minimum", εκείνο που ήταν άλλοτε φοβερά κεντρικό στη Ζωή της Εκκλησίας - τη χαρά μιας γιορτής   Ο σύγχρονος κόσμος υποβίβασε τη χαρά στην κατηγορία της "διασκέδασης" και της "ξεκούρασης" (relaxation). H χαρά δικαιολογείται και επιτρέπεται στη "σχόλη" μας.  Είναι μια παραχώρηση, ένας συμβιβασμός.  Και οι Χριστιανοί έφτασαν  να πιστεύουν αυτά ή μάλλον έπαψαν να πιστεύουν πως η γορτή και η χαρά σχετίζονται, ίσα ίσα, με τα "σοβαρά προβλήματα " της ζωής, και μπορεί ακόμα να είναι η χριστιανική απόκριση σε αυτά τα προβλήματα.  Με αυτά όλα τα πνευματικά και πολιτιστικά συνεπακόλουθα, το "Εκκλησιαστικό έτος" - η σειρά των λειτουργικών μνημόσυνων και τελετών - έπαψε να είναι στοιχείο δύναμης και θεωρείται τώρα σα μιά λίγο ή που παλιωμένη διακόσμση της θρησκείας.  Το "Εκκλησιαστικό έτος" το χρησιμοποιούμε σαν ένα είδος "ακουστικό-οπτικό" βοήθημα για τη θρησκευτική διαπαιδαγώγηση, αλλά δεν είναι μήτε η ρίζα της χριστιανικής ζωής και της δράσης μήτε το "τέρμα" του προσανατολισμού τους.
        Για να καταλάβομε την αληθινή φύση - και το "λειτούργημα" - των γιορτών πρέπει να θυμηθούμε πως ο Χριστιανισμός γεννήθηκε και κηρύχτηκε αρχικά σε πολιτισμούς στούς οποίους οι γιορτές και τα πανηγύρια αποτελούσαν οργανικό και ουσιαστικό μέρος του τρόπου ζωής και της συνολικής αντίληψης του κόσμου.  Για τον άνθρωπο του παλιού καιρού μιά γιορτή δεν ήταν κάτι τυχαίο και "προσθετό" : ήταν ο τρόπος που είχε χαρίσει νόημα στη ζωή του, να τη λευτερώνει από το ζωώδικο ρυθμό της δουλειάς και της ξεκούρασης. Μια γιορτή δεν ήταν απλώς ένα "διάλειμμα" στη διαφορετικά δίχως νόημα και σκληρή ζωή της δουλειάς. αλλά μιά δικαίωση αυτής της δουλειάς, ο καρπός της, η μυστηριακή - ας το πούμε έτσι - μεταμόρφωσή της σε χαρά και επομένως σε ελευθερία.  Με τον τρόπο αυτό μια γιορτή βρισκόταν πάντα συσχετισμένη βαθιά και οργανικά με τον καιρό, με τους φυσκούς κύκλους του καιρού, με ολάκερο το πλαίσιο της ζωής του ανθρώπου μέσα στον κόσμο.  Και είτε το θέλομε είτε όχι, είτε μας αρέσει είτε όχι, ο Χριστιανισμός αποδέχθηκε και έκανε δικό του αυτό το θεμελιακά ανθρώπινο φαινόμενο της γιορτής, όπως αποδέχθηκε και έκανε δικό του ολάκερο τον άνθρωπο και όλες τις ανάγκες του.  Αλλά, όπως και σε όλα  τα άλλα, οι Χριστιανοί αποδέχτηκαν τη γιορτή, όχι μόνο χαρίζοντάς της καινούργιο νόημα, αλλά οδηγώντας την, μαζί με ολόκληρο το"φυσικό" άνθρωπο, ίσαμε το θάνατο και την ανάσταση. 

 (Alexander Schmemann," For the Life and the World " - "ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ"  εκδ. Δόμος")

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2014

                                                      
                                                     Ανοίγετε το : www.enoriako.info





Η λατρεία της Εκκλησίας έχει ως πραγματικό της κέντρο τη διαρκή ανανέωση και επανάληψη μέσα στο χρόνο του ενός αμετάβλητου μυστηρίου.  Αμετάβλητου, δηλαδή, σ' ότι αφορά την έννοια, το περιεχόμενο και το σκοπό του.  Αλλ' ολόκληρη η σημασία αυτής της επανάληψης σημαίνει πράγματι ότι κάτι ανεπανάληπτο ανακαλείται στη μνήμη και γίνεται ξανά πραγματικότητα.  Η Ευχαριστία είναι πραγμάτωση ενός μοναδικού, ανεπανάληπτου γεγονότος, και η ουσία του μυστηρίου έγκειται πρώτα απ' όλα στη δυνατότητα κυριαρχίας πάνω στο χρόνο, στη φανέρωση, δηλαδή, και πραγμάτωση (μέσα στο μυστήριο) ενός παρελθόντος γεγονότος σ' όλη την υπερχρονική, αιώνια πραγματικότητα και αποτελεσματικότητά του.  Δεν  έχει σημασία πότε τελείται η λειτουργία, την Κυριακή, σε ημέρα νηστείας ή σ' όποια άλλη μέρα, κατά τη διάρκεια της ημέρας, ή τη νύχτα.  Είναι ουσιαστικά ανεξάρτητη από ημέρες και ώρες.  Δεν καθορίζεται απ' αυτά.  Από την άποψη αυτή δεν έχει σημασία ο χρόνος της τέλεσής της, αφού ότι τελείται στην ακολουθία μας εισάγει και μας ενσωματώνει σε μιά πραγματικότητα που κατά κανένα τρόπο δεν υπόκειται στο "χρόνο".  "Του δείπνου σου του μυστικού σήμερον, Υιέ Θεού, κοινωνόν με παράλαβε. . . ".  Όλες οι περί μυστηρίου θεολογικές θεωρίες συμφωνούν ότι το νόημά τους έγκειται στο γεγονός ότι, όταν τελούνται ως μιά επανάληψη μέσα στο χρόνο, φανερώνουν μιά ανεπανάληπτη και υπερχρονική πραγματικότητα.


( Alexander Schmemann, INTRODUCTION  TO LITURGICAL THEOLOGY - Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΗ - εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ )
 

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

        Η Εκκλησία συγχέεται με τη λατρεία. Έφτασε μάλιστα  στο σημείο να κατανοείται σαν ένα μυστηριακό ιεραρχικό καθίδρυμα, που υπάρχει για να τελεί τη θεία λατρεία, σαν ένα ιερό , υπερχρονικό και αμετάβλητο μυστήριο. Η Εκκλησία είναι εκείνη που εγγυάται τον αντικειμενικό χαρακτήρα και την πραγματικότητα αυτής "της ιερής πράξης", και μ' αυτή την έννοια η Εκκλησία, στη μυστηριακή ιεραρχική δομή της είναι το όργανο αυτού του μυστηρίου και υποτάσσεται σ' αυτό.  Αλλ' η Εκκλησία δεν μπορεί να περιορίσει την έκφραση, αύξηση και τελείωσή της στα πλαίσια του μυστηρίου αυτού, διότι έξω από αυτό δεν υπάρχει Εκκλησία.  Υπάρχουν μόνο επί μέρους χριστιανοί, που σε μικρότερη ή μεγαλύτερη έκταση ζούν ατομικά, από μια ιερή σχέση μ' αυτό, με τον αγιασμό και την πνευματική τροφή που αυτό τούς παρέχει. Υπάρχει, δηλαδή, "η ενορία" ως μια οργάνωση ουσιαστικά των λαϊκών, που τους συνδέει μεταξύ τους το ενδιαφέρον για την παρουσία αυτού του "ιερού κάτι"- για τ0 ναό και τη φροντίδα του ιερατείου που αυτός χρειάζεται.  Αλλ' ο κάθε πιστός, μπαίνοντας στη Εκκλησία, δεν αισθάνεται ότι είναι κοινωνός και τελετουργός της λατρείας, δεν ξέρει ότι σ' αυτή την πράξη της λατρείας αυτός μαζί με τους άλλους και όλοι μαζί συγκροτούν την Εκκλησία ως μια καινούργια ζωή και να μετανορφώνονται ξανά σε μέλη της Εκκλησίας.  Ο πιστός έγινε ένα " αντικείμενο " της λατρείας, η οποία τελείται για την  "τροφοδοσία " του έτσι, ώστε να μπορεί ως άτομο να ικανοποιεί τις " θρησκευτικές " του ανάγκες.  Κατά τον ίδιο τρόπο η ενορία δεν ξέρει ΄
ότι η λατρεία ως έκφραση της ενορίας τη μεταμρφώνει σε Εκκλησία και της δίνει εκείνες τις " διαστάσεις ", που δε θα μπορούσε φυσιολογικά να έχει.  Έτσι παραμένει μια περιορισμένη ανθρώπινη και μόνο ανθρώπινη κοινότητα που ζεί, όχι ως Εκκλησία,αλλά μέσα στα αναγκαστικά περιορισμένα ανθρώπινα ενδιαφέροντα.  'Εχοντας μεταβληθεί σε κάτι "ιερό καθαυατό", η λατρεία δίνει την εντύπωση ότι κάθετι άλλο  στην Εκκλησία είναι "κοσμικό" : η διοίκησή της έγινε στά μάτια μας νομική και διοικητική η"υλική" ζωή της χωρίστκε αυστηρά από το πνευματικο της περιεχόενο' και τα μέλη της ιεραρχία (έχοντας γίνει οι τελετουργοί μόνο των μυστηρίων, στα οποία κανείς δε βλέπει την έκφραση, αύξηση και τελείωση της Εκκλησίας), έχουν φυσιολογικά απωθηθεί έξω από τη σφαίρα  της διοίκησης της Εκκλησίας, των οικονομικών, ακόμη και της διδασκαλίας, αφού όλες αυτές οι σφαίρες έγιναν κοσμικές και βέβηλες.  Σήμερα το μοναδικό περιεχόμενο της ζωής της Εκκλησίας, η λατρεία, έπαυσε να κατανοείται στο πραγματικό της περιεχόμενο, να είναι δηλαδή έκφραση, αύξηση και τελείωση της Εκκλησάς.

         ( Alexander Schmemann, INTRODUCTION TO LITURGICAL THEOLOGY-H ΕΚΚΛΗΣΙΑ       ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΗ εκδ.ΑΚΡΙΤΑΣ )

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014





        Η λειτουργική κρίση συνίσταται, πρίν απ όλα, στη λανθασμένη αντίληψη για το ρόλο και τη θέση της λατρείας στην Εκκλησία, στη βαθιά μεταβολή που υπέστη η έννοια της λατρείας μέσα στο πνεύμα της Εκκλησίας.  Πρέπει να τονίσουμε με έμφαση το γεγονός ότι ομιλούμε για κάτι πολύ πιό σπουδαίο από την παρανόηση των κειμένων, των ακολουθιών και της γλώσσας της θείας λατρείας.  Ομιλούμε για την καθολική προσέγγιση της λατρεάς και της "βιωσής" της.  Η λατρεία -η δομή της. ο τύπος και το περιεχόμενο της- παραμένουν ό,τι ήταν και πριν και ουσιαστικά ότι ήταν πάντοτε.  Μ' αυτή την έννοια είναι δίκαιο να ομιλούμε για πιστότητα της Ορθοδοξίας στη λατρεία της.  Αλλ' η κατανόηση και η χρήση είναι δύο διαφορετικά πράγματα.  Παρατητρείται, δηλαδή, μια ασυμφωνία ανάμεα στο βασικό σκοπό τηε λατρείας και στον τρόπο με τον οποίο αυτός κατανοείται, ενώ τα μέλη της Εκκλησίας απλώς δεν έχουν προσέξει αυτή τη διαφορά.  Και η "κλείδα" που υποθετικά θα οδηγούσε σε μια κατανόηση της λατρείας της Εκκλησίας , προς το παρόν, αποκλείει κάθε τέτοια δυνατότητα.  Αδιάφορο αν ηχεί παράδοξα, πάντως εκείνο που συσκοτιζει την έννοια της λατρείας είναι ότι έγινε για τους πιστούς ένα αντικείμενο αγάπης, αληθινά σχεδόν το μοναδικό περιεχόμενο της ζωής της Εκκλησίας.
        Όμως ποιά είναι ακριβώς η νέα "κλείδα" και πώς συμβαίνει να μήν ανταποκρίνεται στη φύση της λατρείας;  Γεγονός είναι ότι η λατρεία έπαυσε να κατανοείται ως μια λειτουργία της Εκκλησίας.  Αντίθετα η ίδια η ίδια η Εκκλησία έφτασε να θεωρείται ως μιά λειτουργία της λατρείας.  Η χριστιανική λατρεία με τη φύση, τη δομή και το περιεχόμενό της αποτελεί αποκάλυψη και πραγματοποίηση αυτής της ίδιας της πραγματικής φύσης της Εκκλησίας.  Και αυτή η φύση είναι η νέα εν Χρστώ ζωή - ένωση εν Χριστώ με το Θεό. το Άγιο Πνεύμα, γνώση της αληθείας, της ενότητας, της αγάπης, της χάρης, της ειρήνης, της σωτηρίας . . . Μ 'αυτή την έννοια η Εκκλησία δεν μπορεί να εξισώνεται ούτε να συγχέεται με τη λατρεία.  Δεν είναι η Εκκλησία που υπάρχει για τη "λατρεία", αλλ' η λατρεία που υπάρχει για την Εκκλησία, για την πρόοδο και την ανάπτυξή της " εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού" (Εφεσ. 4,13).  Ο Χριστός δεν ίδρυσε μιά κοινωνία για την τήρηση της λατρείας, μια "κοινωνία λατρείας",αλλά μάλλον την Εκκλησία ως οδό σωτηρίας, ως τη νέα ζωή του αναδημιουργημένου ανθρώπινου γένους.  Αυτό δεν συμαίνει ότι η λατρεία έχει δευτερεύουσα θέση μέσα στην Εκκλησία.  Αντίθετα δε χωρίζεται από την Εκκλησία  και χωρίς αυτήν δεν υπάρχει Εκκλησία. Όμως αυτό συμβαίνει διότι σκοπός της είναι να εκφράζει, να μορφοποιεί και να πραγμωτώνει την Εκκλησία - να είναι η πηγή αυτής της χάρης που κάνει πάντοτε την Εκκλησία Εκκλησία, λαό του Θεού,σώμα του Χριστού, "γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιερατευμα" (Α' Πέτρ. 2,9).

(Alexander Schmemann, INTRODUCTION TO LITURGICAL THEOLOGY-Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΗ,εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ)

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014





        Ο κόσμος τούτος δε δέχθηκε το Χριστό. Ο Χριστός ήταν η τέλεια έκφραση της ζωής όπως τη θέλησε ο Θεός.  Η αποσμασματική ζωή του κόσμου είχε συμμαζευτεί μέσα στη ζωή Του.  Ο Χριστός ήταν ο χτύπος της καρδιάς του κόσμου και ο κόσμος Τον θανάτωσε.  Όμως με αυτό το φονικό πέθανε ο ίδιος ο κόσμος.  Έχασε την τελευταία του ευκαιρία να γίνει ο παράδεισος που ο Θεός τον προόρισε να γίνει.  Μπορούμε να χτίζουμε ολοένα νέους και καλύτερους ουρανοξύστες.  Μπορούμε να οικοδομήσουμε μια ανθρωπινότερη κοινωνία που ενδεχόμενο να μας αποτρέψει ακόμα και από το να εξολοθρεύσομε ο ένας τον άλλο.  Αλλά την ωρα που ο Χριστός, η αληθινή  ζωή του κόσμου, διώχθηκε από τον κόσμο, την ώρα εκείνη σήμανε η αρχή του τέλους.  Το διώξιμο αυτό είχε κάτι τελειωτικό : Εκείνος σταυρώθηκε για πάντα.  Όπως είπε ο Pascal : "ο Χριστός βρίσκεται σε αγωνία ως το τέλος του κόσμου".
        Συχνά ο Χριστιανισμός φαίνεται μολοτούτο να κηρύχνει πως αν οι
άνθρωποι δοκιμάσουν, βάζοντας τα δυνατά τους, να ζήσουν τη χριστιανική ζωή, η σταύρωση μπορεί με κάποιο τρόπο να παραγραφτεί.  Αυτό συμβαίνει επειδή ο Χριστιανισμός λησμόνησε τον εαυτό του, λησμόνησε πως πρέπει πάντα πρώτα από όλα να βρίσκεται στο σταυρό.  Όχι πως ο κόσμος αυτός δεν μπορεί να γίνει καλύτερος.  Ένας από τους σκοπούς  που έχομε είναι ασφαλώς να εργαστούμε για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία.  Όμως ενω μπορεί να γίνει μκαλύτερος, δεν μπορεί ποτέ να γίνει τόπος που ο Θεός θέλησε να είναι.  Ο Χριστιανισμός δεν καταδικάζει τον κόσμο.  Ο κόσμος καταδίκασε τον εαυτό του, όταν στο Γολγοθά καταδίκασε τον Ένα που ήταν ο αληθινός εαυτός του.   Εν τω κόσμω ήν, και ο κόσμος δι' αυτού εγένετο και ο κόσμος αυτόν ούκ έγνω (Ιωάν. 1,10).   Αν συλλογιστούμε σοβαρά το αληθινό νόημα - την αληθινή έκταση που παίρνουν αυτά τα λόγια- τότε γνωρίζομε ότι, ως Χριστιανοι και όσο είμαστε Χριστιανοί, είμαστε πρώτα από όλα μάρτυρες αυτού του τέλους' του τέλους κάθε φυσικής χαράς, του τέλους κάθε ικανοποίησης του ανθρώπου με τον κόσμο και  με τον εαυτό του, του αληθινού τέλους της ζωής της ίδιας, αν τη θεωρήσομε ως μια λογική και λογικά οργανωμένη "επιδίωξη της ευτυχίας".  Για να τα καταλάβουν όλα αυτά οι Χριστιανοί δε χρειάστηκε να περιμένουν τούς σύγχρονους προφήτες τη υπαρξιακής αγωνίας, της απελπισιάς και του παραλογισμού.  Και με όλο που στη διάρκεια της μακρόχρονης ιστορίας τους οι Χριστιανοί πάρα πολύ συχνά λησμόνησαν το νόημα του σταυρού και χάρηκαν τη ζωή σα "να μη συνέβη τίποτα", με όλο που ο καθένα από μας κάνει τις "διακοπές" του από τη ζωή - γνωρίζομε πως στον κόσμο μέσα, όπου ο Χριστός θανατώθηκε, η "φυσική" ζωή έλαβε τέλος.

     (Alexander Schmemann, For the Life and the World-Για να ζήσει ο κόσμος, εκδ. Αρμός.)

Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

        Ο κόσμος είναι ένας πεσμένος κόσμος, επειδή ξέπεσε από την επίγνωση πως ο Θεός είναι τα πάντα εν πάσι ( all in all ). Το προπατορικό αμάρτημα που μαραζώνει τον κόσμο είναι η συσσώρευση αυτού του παραμελήματος του Θεού από μέρους μας. Και ακόμα και η θρησκεία του πεσμένου αυτού κόσμου δεν μπορεί να τον γιάνει ή να τον λυτρώσει, γιατί η θρησκεία αυτή δέχθηκε να περιορίσει το Θεό σε μια περιοχή λεγόμενη "ιερή" ("πνευματική", "υπερφυσική") - περιοχή αντίθετη από το "βέβηλο" κόσμο. Παραδέχθηκε την κοσμικότητα (secularism),που όλα θέλει να τα περιλάβει και που δοκιμάζει να κλέψει με τρόπο τον κόσμο από το Θεό.
        Η φυσική εξάρτηση του ανθρώπου από τον κόσμο ήταν προορισμένη να μεταμορφώνεται ολοένα  σε κοινωνία με το Θεό, στον οποίο βρίσκεται κάθε ζωή. Ο άνθρωπος ήταν προορισμένος να είναι ο ιερέας μιας Ευχαριστίας, μιας προσφοράς του κόσμου στο Θεό, και στην προσφορά αυτή να λαβαίνει το δώρο της ζωής. Μα στον πεσμένο κόσμο ο άνθρωπος δεν έχει την ιερατική δύναμη να πράξει το όμοιο. Η εξάρτησή του από τον κόσμο τον βραχυκυκλώνει, η αγάπη του ξεστρατίζει από τον προσανατολισμό της.  Εξακολουθεί να αγαπάει, εξακολουθεί να πεινάει. Γνωρίζει πως εξαρτάται από εκείνο που βρίσκεται πέρα από αυτόν. Η αγάπη του όμως και η εξάρτησή του πηγαίνουν μονάχα στον κόσμο καθαυτόν. Δε γνωρίζει πως η ανάσα του μπορεί να γίνει κοινωνία με το Θεό. Δεν καταλαβαίνει πως με το φαγητό του μπορεί να λάβει από το Θεό μια ζωή που προχωράει πέρα από τη φυσική σημασία της. Λησμονάει πως ο κόσμος, ο αέρας του ή οι τροφές του δεν μπορούν από μόνα τους να γεννήσουν ζωή, παρά μονάχα όταν τα λαβαίνουμε και τα δεχόμαστε για χάρη του Θεού, μέσα στο Θεό, ως πράγματα που μεταφέρουν το θεϊκό δώρο της ζωής.  Από μόνα τους μπορούν να γεννήσουν μονάχα μιά φαινομενική ζωή.
        Όταν βλέπουμε τον κόσμο ως αυτοσκοπό, το κάθε πράγμα γίνεται αυταξία, χάνει επομένως κάθε αξία. Ο λόγος είναι πως μονάχα στο Θεό βρίσκεται το νόημα (αξία) του κάθε πράγματος και ο κόσμος γεμίζει νόημα μονάχα όταν γίνετα το "μυστήριο" (sacrament) της παρουσίας του Θεού. Τα πράγματα,θεωρημένα απλά και μόνο ως πράγματα  καθαυτά, αυτοκαταστρέφονται, επειδή μονάχα μέσα στο Θεό αποχτούν την οποιαδήποτε ζωή τους. Ο φυσικός κόσμος, αποκομμένος από την πηγή ντης ζωής, είναι ένας κόσμος που πεθαίνει. Όποιος νομίζει πως η τροφή καθαυτή αποτελεί την πηγή της ζωής, τρώγοντας κοινωνεί με τον κόσμο αυτόν που πεθαίνει, κοινωνεί με το θάνατο. Η ίδια η τροφή είναι νεκρή, είναι ζωή απονεκρωμένη που πρέπει να διατηρηθεί σε ψυγεία σαν πτώμα.

(Αλεξάνδρου Σμέμαν, "Για να ζήσει ο κόσμος "-εκδ. Δόμος- Alexander Schmemann,"For the Life and the World") 


Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

  • Είναι η εποχή στην οποία η "Ευρωπαϊκή Κουλτούρα" και μαζί της το παιδί της, ο "Δυτικός Πολιτισμός", πλημμύρισαν όλον τον κόσμο, και τον ένωσαν, με τους τρόπους παραγωγής και κυριαρχίας, οι οποίοι τους σφραγίζουν σε βαθμό ασύληπτο μέχρι σήμερα.  Αυτός ο τρόπος κυριαρχίας είναι πιό τελειοποιημένος και από το χειρότερο σύστημα δουλείας στην ιστορία : Ποτέ το άτομο δεν ήταν τόσο πολύ εκτεθειμένο στην αυθαιρεσία της ανώνυμης εξουσίας όσο σήμερα : αυτό φαίνεται στον τρόπο με τον οποίο ο πολίτης διοικείται, στην υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, στις συνθήκες εργασίας σε όλους τους τομείς, στην παιδεία γενικά και ιδιαίτερα στα σχολεία, στον μηχανισμό των νοσοκομείων και γηροκομείων, στη σχέση μεταξύ γιατρού και αρρώστου, σε ολόκληρο τον τομέα του εμπορίου και ιδιαίτερα στη διαφήμηση, με τα σούπερ-μάρκετ σαν το τελειοποιημένο στρατόπεδο συγκεντρώσεως καταναλωτικών αγαθών' ακόμα και στη διασκέδαση, στο σινεμά, στα κέντρα, στα ξενοδοχεία του μαζικού τουρισμού, στην ανώνυμη ομάδα, στα ομαδικά ταξείδια, και στις απομυθοποιημένες καταναλωτικές  συνήθειες της συνουσίας, που λέγονται "έρωτας".  Παντού σ' όλα αυτά βρίσκεται το άτομο μέσα σε μιά διαδικασία, στην οποία δεν μπορεί να ελέγχει.  Και στις πιό προσωπικές σχέσεις υπόκειται στο Σύστημα.  Η αλλοτρίωση είναι πιό σκληρή απ΄ότι η μαρξιστκή ανάλυση έχει αποκαλύψει ως τώρα, και ακόμα στον προσωπικό τομέα έχει πάρει την μορφή του αστικού ιδιωτικού φασισμού.
  • Φαίνεται σαν να ήταν η Ελλάδα η μοναδική εξαίρεση: εδώ δεν λειτουργεί κανένα σύστημα, όχι γιατί η Ελλάδα είναι ακόμα υπανάπτυκτη και δεν έχει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, αλλά γιατί ο Έλληνας πάντοτε αφήνει περιθώρια για το απρόβλεπτο, για το "ανορθολογικό" (ξέρω ότι αυτή η λέξη δεν υπάρχει και ότι η λέξη Irrational κανονικά μεταφράζεται με "άλογο" "παράλογο", σαν να ήταν αυτό, που δεν είναι ορθολογικό, καθεαυτού παράλογο, χωρίς λογική,) για τον υποκειμενικό παράγοντα.  Ίσως γιατί οι Έληνες στην μεγαλύτερη περίοδο της ιστορίας τους ήταν υποδουλωμένου, φυλακισμένοι, πάροικοι στην χώρα τους, που ήταν ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρώσεως, αλλά το οποίο ποτέ δεν παραδέχθηκαν εκούσια και με την πρώτη προσπαθούσαν να απελευθερωθούν.  Ποτέ δεν παραδέχθηκαν στούς κατακτητές τους την αυθεντία σαν θεοπρόβλητη ιδεολογία, σαν έκφραση της δικής τους θέλησης.  Αυθεντίες μόνον για περιορισμένο καιρό παραδέχονταν.  Φαίνεται ότι η έννοια της ελευθερίας διατηρήθηκε και διαμορφώθηκε ακριβώς μέσα σ' αυτές τις συνθήκες με τα μέσα της αντίστασης και ιδιαίτερα της παθητικής αντίστασης.  Οι άλλοι λαοί πάντα ήθελαν ηγεμόνες, οι οποίοι αποφάσιζαν για τους άλλους. "Ειδικούς", που σκέφτονταν για τους άλλους. "Αρμοδίους", που χειρίζονταν την μοίρα των άλλων.  Οι άλλοι λαοί μόνον κάτω από την προστασία αφηρημένων ιδεών αισθάνθηκαν σίγουροι : σαν έθνη, σαν τάξεις, σαν κάστα, αλλά και σαν "διαφωτισμένοι ορθολογιστές" και σαν "σύχρονοι πολιτισμένοι" και ποτέ απλούστατα σαν ΑΝΡΩΠΟΙ.
  • Αυτή η διαλεκτική - εστω και αν με ειρωνευτούν οι μαρξιστές φιλοι μου σαν ιδεαλιστή - στην πιό μαρξιστική έννοια : ότι ο άνθρωπος που εννοεί τον εαυτό του μέσα στις κατηγορίες της τάξης των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων, μετατρέπεται σε αφαίρεση' ενώ το άτομο που διαμορφώνεται από την τάξη του, από το περιβάλλον του, είναι η μόνη πραγματικότητα.  Αυτός είναι πού ψοφάει στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, και αυτός είναι που στα στρατόπεδα συκεντρώσεως βασανίζει και σκοτώνει.
                                                           Lorenz Gyoemoerey (ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ  ΓΚΕΜΕΡΕΫ)


Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

  • Ο ορθολογισμός είναι συμπυκνωμένη υπερηφάνεια, αλαζονεία, αυτοδικαίωση και αυτονομία. Γι αυτό και αλλοτριώνει τον άνθρωπο, τον απομονώνει και τον απομακρύνει από τον Θεό και από τους συνανθρώπους του. Ο ορθολογιστής καθίσταται, έτσι, στοιχείο δαλυτικό της φιλίας, του γάμου, της οικογένειας, του κοινοβίου και της κοινωνίας.
  • Τελικά ο ορθολογιστής, παρά την λαμπρότητα των επιτευγμάτων του, καταλήγει να είναι ο κουρασμένος , ο κενός, ο ανικανοποίητος, ο απογοητευμένος σύγχρονος άνθρωπος.  Αυτός που βιώνει καθημερινά το δράμα ης υπαρξιακής αγωνίας του, της ανασφάλειάς του, και του αδιεξόδου, στο οποίο τον παγιδεύει η λογική του και η αυτοπεποίθησή του στις οποίες τόσο στηρίχθηκε.                                                                      
                                                                                                      Αθανάσιος Αναστασίου
 


Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014





Σχετικά με την έννοια των τριών πειρασμών του Χριστού στην έρημο, κάνει ιδιαίτερο λόγο ο Ντοστογιέφσκι στο " Μύθο του Μεγάλου Ιεροεξεταστού " που αφηγείται ο Ιβάν Καραμάζωφ στο νεότερό του αδελφό ,το δόκιμο μοναχό Αλιόσα.  Σύμφωνα με την αφήγηση αυτή, που είναι " η αποκορύφωση της δημιουργίας του Ντοστογιέφσκι "  και ίσως το ωραιότερο δημιούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο Χριστός ξανάρχεται στη γή.  Εμφανίζεται στη Σεβίλλη της Ισπανίας.  Τότε που η ιερά Εξέταση βρισκόταν στη μεγαλύτερή της έξαρση.  Γι αυτό κι ο Μέγας Ιεροεξεταστης δίνει εντολή να Τον συλλάβουν.  Την ίδια νύχτα Τον επισκέπτεται στη φυλακή του, για να Του πεί πως αύριο κιόλας θα Τον παραδώσει στην πυρά σαν τον χειρότερο αιρετικό.  Η κατηγορία που απαγγέλλει κατά του Χριστού, είναι πώς δεν υπέκυψε στούς τρείς πειρασμούς όταν  "ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του Πνεύματος".  Οι πειρασμοί αποκρούστηκαν από τον Χριστό εν ονόματι της ελευθερίας του ανθρωπίνου πνεύματος.

. .   Αν αποδεχόσουν τους "άρτους", θ' απαντούσες στη συμπαντική και προαιώνια ανθρώπινη λαχτάρα τόσο του ατόμου όσο και του συνό\ου, δηλαδή: "ποιόν να προσκυνήσω ;"  Δεν υπάρχει πιο ακατάπαυστη και πιο βασανιστική φροντίδα για τον άνθρωπο όταν μένει ελεύθερος, παρά πως να βρεί όσο γίνεται γρηγορότερα κάποιον να προσκυνήσει. Μα ο άνθρωπος θέλει να προσκυνήσει κάτι που είναι αναμφισβήτητο, τόσο αναμφισβήτητο που όλοι οι άνθρωποι να συμφωνήσου μονομιάς πως πρέπει να το προσκυνήσουν.  Γιατί εκείνο που βασανίζει αυτά τ' αξιολύητα πλάσματα δεν είναι μονάχα να βρούν κάτι που εγώ ή ένας άλλος να μπορεί να το προσκυνήσει, μα να βρούν κάτι που να το πιστεύουν όλοι κι όλοι να το προσκυνάνε κι απαραίτητα αυτό να το κάνουν όλοι μαζί. Αυτή ίσα-ίσα η ανάγκη της γενικής λατρείας είναι το μεγαλύτερο μαρτύριο του κάθε ανθρώπου χωριστά και όλης της ανθρωπότητος από την αρχή του κόσμου. Γι' αυτή τη γενική λατρεία εξολόθρευσαν ο ένας τον άλλον με το σπαθί.  Δημιουργούσαν θεούς και φώναζαν ο ένας τον άλλον : "Παρατήστε τους θούς σας κι' ελάτε να προσκυνήσετε τους δικούς μας, αλλιώς σας περιμένει θάνατος κ' εσάς και τους θεούς σας !" Κι αυτό γίνεται θα γίνεται ως το τέλος του κόσμου, ακόμα κι όταν εξαφανιστούν απ' τον κόσμο οι θεοί : Και τότε ακόμα θα γονατίσουν μπροσά στα είδωλα. Το ήξερες, δεν μπορούσες να μην το ξέρεις αυτό το βασικό  μυστικό της ανθρώπινης φύσης, μα αρνήθηκες τη μοναδική αλάνθαστη σημαία που σου προτάθηκε για να εξαναγκάσεις όλους να Σε προσκυνήσουν ασυζητητί -τη σημαία του επίγειου άρτου.  Και την αρνήθηκες ενονόματι της ελευθερίας και του επουράνιου άρτου.  Κοίτα λοιπόν τι έκανες ακόμα.  Κι όλ΄αυτά πάλι ενονόματι της ελευθερίας !  Σου λέω πως η πιο βασανιστική φροντίδα για τον άνθρωπο είναι τούτη : Ζητάει να βρεί όσο μπορεί γρηγορότερα κάποιον που να μπορεί να του παραδώσει κείνο το δώρο της ελευθερίας που μ' αυτό γεννιέται ο δύστυχος. Μα κύριος της ελευθερίας των ανθρώπων γίνεται μονάχα κείνος που μπορεί να καθησυχάσει τη συνειδησή τους. Με το ψωμί Σου δινόταν μια ακαταμάχητη σημαία : Θάδινες ψωμί κι ο άνθρωπος θα Σε προσκυνούσε, γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο αδιαφιλονίκητο απ' το ψωμί, μα αν εκείνη την ίδια στιγμή καταχτούσε κανένας τη συνειδησή του, εχτός από Σένα, ω, τότε θάφτανε στο σημείο και να πετάξει ακόμα το ψωμί Σου και θα ακολουθούσε κείνον που γοήτευσε τη συνειδησή του.  Σ' αυτό είχες δίκιο. Γιατί το μυστικό της ανθρωπινης ύπαρξης είναι τούτο : Δε θέλει μονάχα να ζεί μα να ξέρει γιατί ζεί.  Αν δεν έχει μια στέρεη γνώση του σκοπού για τον οποίο ζεί, ο άθρωπος θ'αρνηθεί να ζήσει και θα προτιμήσει την αυτοκαταστροφή, έστω κι αν όλα γύρω του είναι ψωμιά  Αυτό είναι σωστό, μα τι βγήκε απ' αυτό ;
Αντί να κυριέψεις την ελευθερία των ανθρώπων σύ την έκανες ακόμα μεγαλύτερη ! 'Η μήπως ξέχασες πως ο άνθρωπος προτιμάει την ησυχία, ακόμα και το θάνατο, παρά την ελεύθερη εκλογή εν γνώσει του καλού και του κακού ;  Δεν υπάρχει τίποτα πιο ελκυστικό για τον άνθρωπο απ' την ελευθερία της συνείδησής του, μα δεν υπάρχει και τίποτα πιο βασανιστικό.  Και να που αντί να βάλεις στεθερές βάσεις για τον ησυχασμό της ανθρώπινης συνείδησης μια για πάντα, τούς πρόσφερες ό,τι πιο ασυνήθιστο, ενδεχόμενο και αόριστο, όλα κείνα που ήταν ανώτερα απ΄τις δυνάμεις των ανθρώπων, φέρθηκες λοιπόν σα να μην τους αγαπούσες καθόλου.  Και ποιος τόκανε αυτό ; Κείνος που ήρθε να θυσιάσει τη ζωή Του για χάρη τους !  Αντί να κυριέψεις την ανθρώπινη ελευθερία Εσύ την πολλαπλασίασες και βάρυνες την ψυχή τους για τον αιώνα τον άπαντα με τα βάσανα τούτης της ελευθερίας.  Θέλησες την ελεύθερη αγάπη του ανθρώπου, θέλησες  να Σε ακολουθεί ελεύθερα.  Αντί να υπακούει στον παλιό αυστηρό νόμο, ο άνθρωπος έπρεπε με ελεύθερη καρδιά ν' αποφασιζει απο δω και μπρός ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό, έχοντας μοναδικό του οδηγό τη μορφή Σου.  Μα είναι δυνατό λοιπόν να μη σκέφτηκες πως τελικά θ' απαρνηθεί ακόμα και τη μορφη Σου και την αλήθεια Σου, συντριμμένος κάτω απ το τρομερό βάρος : την ελευθερία της εκλογής ; 

(ολόκληρο το σχετικό κείμενο στο: www.enoriako.info/category/ Κείμενα::Fyodor Dostoevsky)


Κυριακή 27 Ιουλίου 2014







Προσευχή ενός Παιδιού

Αγαπημένε μου, Κύριε Ιησού Χριστέ,

δεν μπορώ να σκεφτώ και εγώ, σαν τους μεγάλους

το πρόσωπό Σου και την αγάπη Σου !

Είμαι μικρός(μικρή) ακόμα και σκέφτομαι με τον δικό μου τρόπο.

Σε θέλω μια ζεστή αγκαλιά.

Σε θέλω μια ζεστή ατμόσφαιρα.

Σε θέλω στην ηλικία μου,

γιατί, αφού δέχτηκες και έγινες άνθρωπος

φυσικά πέρασες και από την ηλκία μου.

Εσύ ήσουν ένας "μικρός-Μεγάλος",

εγώ είμαι απλά μικρός(μκρή).

Θέλω να με βοηθήσεις να σε αγαπήσω σωστά.

Θέλω να με βοηθήσεις να γίνω σωστός(σωστή).

Σωστός(σωστή), όπως θέλεις Εσύ.

Σε παρακαλώ λοιπόν προστάτεψέ με.

Σκέπασέ με την στοργή Σου τους γονείς και τά αδέλφια μου.

Σκέπασε με την φροντίδα Σου τους συμμαθητές μου και τούς φίλους μου.

Βοήθησέ με να τους αγαπάω όλους.

Μαθε με να είμαι γεμάτος(γεμάτη) αγάπη όπως εσύ.

Διώξε κάθε κακία μου.

Βοήθησε, όλους τους ανθρώπους και εμένα,να καταλάβουμε, ότι μονάχα αν Σου μοιάσουμε θα είμαστε ευτυχισμένοι και στα εύκολα και στα δύσκολα.

Δώσε αυτή η μέρα(νύχτα) που έρχεται να είναι ήρεμη για όλους και για μένα.

Η Παναγία Παρθένος Μαρία,η μητέρα Σου, που μας την έδωσες και για δική μας μητέρα, μαζί με τον άγιο μου(. . . . ) καθώς και όλους τους αγίους Σου, που Σε αγαπούν σωστά και αγαπούν και εμάς με τον δικό Σου τρόπο ας Σε παρακαλούν για όλους μας. ΑΜΗΝ.

                                                                       Καλημέρα (Καληνύχτα) Χριστέ μου.
πηγή :www.enoriako.info


Σάββατο 19 Ιουλίου 2014

. . .   βασική πεποίθηση του γέροντα Πορφυρίου ήταν ότι το σκοτάδι το διώχνει το άναμα του φωτός΄ότι, με άλλα λόγια, η ουσία της χριστιανικής ζωής είναι η πραγμάτωση της αγάπης.  Η αγάπη είναι το θεμελιώδες στοιχείο της χριστιανικής ζωής, ενώ τα άλλα στοιχεία της (όσο ενδεχομένως θαυμαστά και έκτακτα κι αν είναι) νοηματοδοτούνται από την αγάπη και αποκτούν αξία, μόνο αν νοηματοδοτούνται από την αγάπη.    Κατά την ταπεινή μου αίσθηση, είναι οφθαλμοφανές ότι η αγάπη υπήρξε η ραχοκοκαλιά της ζωής και της θεολογίας του γέροντα Πορφυρίου, και ως εκ τούτου είναι (ας μου επιτραπεί) εντυπωσιακό να συναντά κανείς αφηγήσεις ανθρώπων που τον έζησαν από κοντά, τις οποίες σαρώνει η έπληξη προοράσεων, διοράσεων, θαυματουργιών, όχι όμως το πρωτείο της αγάπης !  Ή, παρόμοια, αφηγήσεις που μνημονεύουν μεν την αγάπη του,αλλά την απαριθμούν ως μία απλώς από τις αρετές του, με αποκορύφωμά τους το προορατικό χαρισμα !

 . . .   Ο Γέροντας σαφώς και πίστευε ότι η ζωή του Χριστιανού τελεί σε αντιδικία προς τα έργα του σατανά, επέμενε όμως κατηγορηματικά ότι η λύση είναι να στραφεί ο άνθρωπος στόν Χριστό, στην αγάπη Του και στο φώς Του.  Αυτό διώχνει τα σκοτάδια - όχι η πάλη κατά του σκοταδιού καθεαυτού.

. . .   έχει εξαιρετική σημασία το γεγονός ότι ο Πορφύριος θεωρούσε τη νοερή προσευχή (την "ευχή του Ιησού") πολύ περιεκτική και σημαντική, ωστόσο τη θεμελίωνε στην άμεση, φλογερή και ανεπιτήδευτη αγάπη του προσευχομένου προς τον Χριστό, και διαφωνούσε προς την εκμάθηση τεχνικών (κάθισμα σε χαμηλό σκαμνί, έλεγχος των αναπνοών κ.λπ.), 
οι οποίες μεταρτέπουν τη ζωντανή, προσωπική σχέση με τον Χριστό, σε διαδικασία.

(Όσιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, ΕΝΑΣ ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ, Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, εκδ. ¨Εν πλώ" )