Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018



Σήμερα, τελευταία Κυριακή του χρόνου σας καλώ να κάνετε μαζί μου μερικές σκέψεις για το χρόνο και το μυστήριό του. Ανάμεσα στους Χριστιανούς Θεολόγους μας πρόλαβε σ’ αυτό ο Ιερός Αυγουστίνος. Λέγει: «Αν με ρωτήσει κάποιος τί είναι χρόνος ,ξέρω τί είναι. Αν όμως πρέπει να πω, να εκφράσω τί είναι χρόνος, δεν μπορώ». Όμως προσπάθησε να το πει και μαζί μ αυτόν και άλλες θρησκευτικές προσωπικότητες. Ας θυμηθούμε τον ψαλμωδό. Στον 101 ψαλμό ομιλεί με μεγαλειώδεις και βαρύρυθμους λόγους για την αιωνιότητα του Θεού πέραν του χρόνου. Αυτοί απωλούνται συ δε διαμένεις». Και για την βραχύτητα του χρόνου που έχει δοθεί στον άνθρωπο, με την περατότητά του : «και πάντες ως ιμάτιον  παλαιοθήσονται». Το τέταρτον Ευαγγέλιο ομιλεί για την αιωνία ζωή, ως έκφραση του υψίστου αγαθού που είναι πάντοτε παρούσα εν Χριστώ. Είναι το αιώνιο τώρα. Η ανεκτίμητη σημασία της κάθε στιγμής. Το «τώρα» της αποφάσεως.

Το νόημα του χρόνου είναι ανεξάντλητο όπως και της ίδιας της ζωής. Γι’ αυτό  και όσοι μίλησαν για το χρόνο είδαν μια πλευρά του. Όμως καθένας, ακόμη και ο πιο απλός άνθρωπος κατανοεί το νόημα του χρόνου, δηλ. την ίδια την χρονικότητά του έστω κι αν δεν μπορεί αυτό να το εκφράσει. Όμως δεν βρίσκεται έξω από το μυστήριο του χρόνου. Η ζωή του, η ζωή όλων μας κάθε στιγμή δε κάθε μας εμπειρία διαπλέκετα ι με το μυστήριο του χρόνου. Ο χρόνος είναι η ζωή μας. Ο χρόνος είναι η ελπίδα μας. Ο χρόνος είναι η αμφιβολία  και η απόγνωσή μας. Και ο χρόνος είναι ο καθρέφτης, που μέσα του βλέπουμε την αιωνιότητα.
Ας δούμε τις τρείς κυριότερες όψεις του μυστηρίου του χρόνου:
        Τη δύναμή του να ελκύει τα πάντα μέσα στη σφαίρα του.
       Τη δύναμή του να αφομοιώνει μέσα του την αιωνιότητα.
       Τη δύναμή του να ωθεί προς ένα έσχατο τέλος: την καινή κτίση.

Πάντοτε οι άνθρωποι εγνώριζαν ότι κάτι το συγκλονιστικό είναι η ροή του χρόνου. Ότι είναι αίνιγμα, που δεν μπορούμε να βρούμε τη λύση του και που ούτε θα μπορούσαμε ν ’αντέξουμε τη λύση του. Ερχόμαστε από ένα παρελθόν, που δεν υπάρχει πιά. Πορευόμαστε προς ένα μέλλον, που δεν υπάρχει ακόμα. Δικό μας το παρόν. Από το παρελθόν κρατάμε τις αναμνήσεις. Για το μέλλον έχουμε τις προσδοκίες. Αλλά το παρόν, τί είναι; Είναι σημείο χωρίς έκταση. Το σημείο όπου το μέλλον  γίνεται παρελθόν. Τη στιγμή που νομίζομε ότι «συλλαμβάνομε», πιάνομε το παρόν, αυτό εξαφανίζεται και γίνεται παρελθόν. Το παρόν δηλ. δεν μπορούμε να το κρατήσουμε σταθερό, συνεχώς περνά, φεύγει. Και έτσι φαίνεται να μη έχουμε πραγματικά ούτε το παρελθόν ούτε το μέλλον, αλλά ούτε το παρόν. Αυτή είναι η πρώτη όψη του μυστηρίου του χρόνου, που μέσα στη σφαίρα του ελκύει τα πάντα. Γι’ αυτό μοιάζει  η ζωή μας σαν όνειρο, κάτι που υπαινίσσεται  ο ψαλμωδός όταν λέει: «το πρωϊ ανθήσαι και παρέλθοι, το εσπέρας αποπέσοι, σκληρυνθείη και ξαρανθείη» (Ψαλμ. 89,6)

Ο χρόνος δεν θα μπορούσε να μας δώσει καμμιά στιγμή ζωής αν δεν είχε τη δύναμη να αφομοιώνει την αιωνιότητα.  Αυτή είναι η δεύτερη όψη του μυστηρίου του χρόνου. Είπαμε δεν υπάρχει κανένα παρόν στο ρεύμα του χρόνου. Κι όμως το παρόν είναι κάτι πραγματικό, όπως μας πείθει η πείρα. Και είναι πραγματικό γιατί η αιωνιότητα ανατέλλει μέσα στο χρόνο και του δίνει το αληθινό παρόν. Δεν μπορούμε να πούμε «τώρα» αν η αιωνιότητα δεν ξεχωρίσει αυτή την στιγμή από τον συνεχώς εξαφανιζόμενο, ρέοντα χρόνο. Η αιωνιότητα είναι πάντοτε παρούσα και αυτό είναι η αιτία που έχουμε παρόν.  Όταν ο ψαλμωδός αναφέρεται στο Θεό προ του Οποίου χίλια έτη είναι ως μία ημέρα, προσβλέπει προς την αιωνιότητα που του δίνει το σημείο στηρίξεως, του δίνει ένα τώρα με απροσμέτρητη σημασία. Σε κάθε στιγμή που λέμε τώρα, κάτι χρονικό συμπλέκεται με κάτι αιώνιο. Σε κάθε πραγματικό τώρα είναι παρούσα η αιωνιότητα. Ας σκεφθούμε πώς περνά η ζωή μας. Χάνομε το παρόν μας τρέχ0ντας ακατάσχετα προς τα εμπρός και με τον ασταμάτητο ακτιβισμό μας συγκρουόμεθα με το μέλλον.  Πιστεύουμε ότι το μέλλον θα είναι καλύτερο από το παρόν. Αλλά υπάρχει πάντα ένα άλλο μέλλον, μετά το άμεσο μέλλον και μετά κάποιο άλλο απώτερο μέλλον και κάθε μέλλον είναι χωρίς παρόν δηλαδή χωρίς αιωνιότητα.  Κατά το τέταρτο ευαγγέλιο είναι η αιώνια ζωή ένα παρόν δώρο. ‘Οποιος  δέχεται το λόγο του Χριστού και ενσωματώνεται με τον Χριστό έχει ήδη την αιωνιότητα. Δεν είναι πιά άθυρμα, παιγνίδι στο ρεύμα του χρόνου. Σ’ αυτόν γίνεται το τώρα ένα αιώνιο τώρα. Έχομε χάσει το πραγματικό τώρα επειδή χάσαμε το αιώνιο τώρα. Πάψαμε να βλέπουμε δηλαδή τη ζωή μας σε συνάρτηση με την αιωνιότητα, υπό το πρίσμα της αιωνιότητος. Απορροφηθήκαμε ολοκληρωτικά από το παροδικό. Γι’ αυτό χάσαμε την αιώνια ζωή, που μόνη δημιουργεί γνήσιο παρόν.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο στοιχείο στο χρόνο, ένα τρίτο μυστήριο, που μας κάνει να βλέπομε προς το μέλλον. Γιατί ο χρόνος δεν τρέχει ούτε σε κύκλο, ούτε επαναλαμβάνεται. Τρέχει προς τα εμπρός, είναι μονοδιάστατος. Δημιουργεί πάντα το νέο. Υπάρχει κάτι σ’ αυτόν, που τρέχει προς ένα τέλος. Κάτι ασύλληπτο, που δεν το φθάνει ο χρόνος και που συνεχώς διαφεύγει. Ο χρόνος τρέχει προς το αιώνιο μέλλον. Αυτό είναι το μεγαλύτερο απ’ όλα τα μυστήρια του χρόνου. Είναι το μυστήριο για το οποίο μας ομιλεί ο Απόστολος Παύλος όταν γράφει: «η γαρ αποκαραδοκία της κτίσεως την αποκάλυψιν των υιών του Θεού απεκδέχεται» (Ρωμ. Η,19).
Το αιώνιο είναι η λύση του αινίγματος του χρόνου. Ο χρόνος δεν είναι χωρίς νόημα .Έχει ένα κεκρυμμένο νόημα: Την λύτρωση. Έχει ένα κεκρυμμένο σκοπό: Την βασιλεία του Θεού. Φέρνει συνεχώς πλησιέστερα μια κεκρυμμένη πραγματικότητα: Την καινή κτίση. Αυτή είναι η απροσμέτρητη σημασία κάθε στιγμής του χρόνου: Ότι μέσα στην κάθε στιγμή αποφασίζομε και μέσα στην κάθε στιγμή αποφασίζεται το αιώνιο μέλλον. Αυτό είναι το παράδοξο: Από τη δική μας απόφαση τώρα, εξαρτάται η απόφαση του Θεού για το μέλλον μας στην αιωνιότητα.

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΟΡΩΝΕΙΑΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ ΚΑΘΡΕΠΤΙΔΗΣ, «Με Όραμα και τόλμη», Εκδ. ΑΡΜΟΣ


Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2018



Το μυστήριο της  θείας Οικονομίας αποκαλύπτεται στην ιστορία επειδή απέτυχε ο άνθρωπος να οδηγήσει την κτίση στον Υιό και Λόγο του Θεού που. Και ονομάζουμε μυστήριο της Οικονομίας την αντίστροφη κίνηση, την κίνηση που γίνεται από τον Θεό προς τον κόσμο, για να έρθει πλέον ο Υιός και Λόγος του Θεού να ενωθεί με την κτίση. Για να το κάνει αυτό ο Υιός και Λόγος του Θεού πρέπει να γίνει  άνθρωπος. Δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα ενθέωσης  της κτίσης. Πρέπει να λάβει την ύλη της κτίσεως. Και το μόνο ον διά του οποίου μπορεί να λάβει την ύλη της κτίσεως -και της αόρατης και της ορατής, και της πνευματικής και της υλικής- είναι ο άνθρωπος, γιατί είναι το ον το οποίο μετέχει και της αοράτου και της ορατής κτίσεως, και της πνευματικής και της υλικής φύσεως. Αυτή λοιπόν η κίνηση της κενώσεως του Υιού προς τον κόσμο ονομάζεται «μυστήριον της θείας Οικονομίας».

Μόνο και μόνο για την καλύτερη διασάφηση του θέματος που συζητάμε, θα μπορούσαμε ίσως να θέσουμε δύο υποθετικά ερωτήματα. Τί θα γινόταν αν ο άνθρωπος δεν αποτύγχανε ; Θα ενανθρωπούσε τότε ο Υιός ; Οι Πατέρες απαντούν, ναι, συμπληρώνοντας ότι τότε δεν θα μιλούσαμε για ενανθρώπιση του Λόγου αλλά για την ενθέωση του ανθρώπου.  Και στις δύο περιπτώσεις θα είχαμε ένωση του κτιστού με το άκτιστο στο πρόσωπο του Υιού. Η ενανθρώπιση λοιπόν δεν γίνεται επειδή απέτυχε ο άνθρωπος. Η ενανθρώπιση γίνεται επειδή ο άνθρωπος δεν προσκόμισε την κτίση ενθεωμένη στον Υιό του Πατρός. Δεν είναι η αιτία της ενανθρωπήσεως  η πτώση του ανθρώπου- η ενανθρώπιση του Υιού (ή η ενθέωση του ανθρώπου) θα γινόταν ούτως η άλλως. Αυτό που διαφέρει είναι ο τρόπος της ενανθρωπήσεως. Υπήρξε αυτός ο τρόπος, επειδή υπήρξε η αποτυχία.  Αν ο άνθρωπος δεν αποτύγχανε, η ενανθρώπιση θα γινόταν ούτως ή άλλως, αλλά θα γινόταν με άλλον τρόπο.

Το δεύτερο υποθετικό ερώτημα που θα μπορούσαμε να θέσουμε, είναι γιατί ο Θεός, που δημιουργεί εκ του μηδενός τον κόσμο, δεν εισάγει μέσα στην κτίση δυνάμεις αποτρεπτικές της αποτυχίας. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό υπάρχει στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, αλλά  και στην πατερική θεολογία: η ενθέωση είναι συνδεδεμένη με την ελεύθερη κίνηση, με την ελευθερία. Η ύπαρξη της αγάπης, ο τρόπος υπάρξεως των όντων ως αγάπη, δεν επιτρέπει τη μηχανιστική τελειοποίηση της δημιουργίας. Επειδή υπάρχει αυτή η αγάπη και επειδή η αγάπη -ξαναλέω- είναι τρόπος υπάρξεως και δεν είναι μια ηθική δύναμη, γι’ αυτό υπάρχει και η ελευθερία. Αυτό που δημιουργείται από τον Θεό καλείται  να θέλει να ενωθεί μαζί του.  Εμφυτεύεται μέσα στον άνθρωπο η δυνατότητα να πει όχι, ή να πει ναι στη σχέση του με τον Θεό. Και ο άνθρωπος μέσα από τη σύγχυση της φύσεως του λέει «όχι» σ΄ αυτή την ένωση. Αλλά, επαναλαμβάνω, τα ερωτήματα αυτά είναι υποθετικά, και κανονικά δεν μπορούν να τεθούν παρά μόνο ως ερωτήσεις εργασίας που μας βοηθούν στην καλύτερη διασάφηση των όσων λέμε.

Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, Εκδ. Αρμός


Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018


Η μεγάλη νύχτα έφτασε. Οι στολισμένοι δρόμοι φωτίστηκαν. Από το παλάτι μυρωδιές και μουσικές ξεχείλισαν και τρύπωναν από τις χαραμάδες στα σπίτια της  χώρας. Οι άσχημες κόρες τη μητριάς με τα όμορφα φορέματα, τα φορτωμένα με τον κόπο της Σταχτοπούτας, έριχναν τις τελευταίες ματιές στον καθρέφτη. Άσχημο δεν σε κάνουν τα χαρακτηριστικά του προσώπου σου αλλά το περιεχόμενο της ψυχής σου. Όσο ωραία μάτια κι αν έχεις, όταν η πλεονεξία κρατήσει τα ηνία του βλέμματος, η ωραιότητα σκιάζεται, η γλυκύτητα χάνεται, η λάμψη θολώνει. Η ματιά τότε συγγενεύει με του αρπακτικού πτηνού, που έχει εντοπίσει τη λεία του. Σκέψου τα ωραιότερα μάτια τη στιγμή που περνά ο ανεμοστρόβιλος του θυμού και θα τρομάξεις. Βλέπεις, η ψυχή είναι μέσα σε όλα. Αφήνει τα χνάρια της ωραιότητας της αρετής ή της ασχήμιας του πάθους. Όσο οι κόρες κοιτούσαν το είδωλό τους στον καθρέφτη χαμογελούσαν, αφήνοντας την ικανοποίηση να τρέξει πάνω στις εκφράσεις τους. Όταν γύρισαν το βλέμμα προς τη Σταχτοπούτα, όλα τα στοιχεία της ικανοποίησης μεταβλήθηκαν αμέσως σε μια ανάγλυφη περιφρόνηση που έπεσε σαν λάσπη πάνω στην αδικημένη αδελφή τους. Αυτή τη λάσπη που σου ρίχνουν με το χέρι της ειρωνείας, την πέτρα που σου πετούν της συκοφαντίας, τη σιδερένια βέργα της υποτίμησης που σε χτυπούν, παίρνει ο Χριστός για να σου χτίσει σπίτι. Βλέπεις, ότι δίνει η κακότητα του ανθρώπου παίρνει η αγάπη του Θεού και το μεταποιεί…
Η πόρτα έκλεισε, αφήνοντας μέσα στο σπίτι μια βασανιστική σιωπή, μια δυσβάσταχτη μοναξιά. Η μοναξιά μπορεί να γίνει και αναπνοή και καταστροφή. Και ανασυγκρότηση και διάλυση. Και αφύπνιση και χειμερία νάρκη. Και σύναξη και διάλυση. Επέμβαση δυναμική στη ζωή ή αυτοεξορία σε κάποιο περιθώριό της. Είναι σπουδαίο να γνωρίζεις να καλλιεργείς τα χωράφια της μοναξιάς με το τόσο ιδιαίτερο, το τόσο ευαίσθητο έδαφός της. Μέσα στο ησυχαστικό της κλίμα τεντώνεται το μυαλό, επεκτείνεται η καρδιά, ανυψώνεται  ο άνθρωπος. Άλλοτε όμως στενεύει η σκέψη, συρρικνώνεται η ψυχή, μαραζώνει ο άνθρωπος. Μέσα στο ναό της μοναξιάς, συναρμολογείς την εικόνα σου. Μαζεύεις  με το καλάθι της συνείδησης την αλήθεια σου.  Έτσι εκδίδεται η πραγματική σου ταυτότητα και καταστρέφονται όλες σου οι πλαστές. Βλέπεις, η μοναξιά είναι η αποκάλυψη της αλήθειας αλλά μπορεί να γίνει και η συγκάλυψή της.  Οι πολλοί δεν διώχνουν τη μοναξιά σου. Ίσως την κάνουν οδυνηρότερη. Αφού η παρουσία τους σε αδειάζει, σε κουράζει, σε απελπίζει. Δεν είναι όμως εκείνοι το πρόβλημα. Οι πολλές παρουσίες άλλωστε μπορούν να συνθέσουν μια δυνατή μοναξιά. Εσύ δεν τολμάς να μείνεις μόνος. Τόσο πολύ φοβάσαι τον εαυτό σου; Δεν μπορείς να τον αντικρίσεις. Να τον αντιμετωπίσεις. Φοβάσαι μήπως μέσα στη σιωπή ακούσεις τον αντίλαλο της φωνής του Θεού να αντηχεί μέσα στις χαράδρες της συνείδησης;



Εάν τη μοναξιά δεν την δουλέψεις, ακόμα και ο αέρας της θα γίνει τόσο σκληρός που δεν θα μπορείς να αναπνεύσεις. Εάν όμως την παλέψεις, γίνεται τόσο εύπλαστη, που τα έργα σου, που θα βγουν μέσα από τα σπλάχνα της, θα σταθούν δίπλα σε έργα ακριβά, βαρύτιμα και αθάνατα.  Στη μοναξιά, εάν το επιθυμήσεις, δεν θα είσαι μόνος,. Μάρτυρες τα παιδιά της ερήμου, οι παρηγορητές της απαρηγόρητης μοναξιάς σου. Οι μεγάλοι της Εκκλησίας όσιοι ασκητές. Μέσα στα απόμερα  σπήλαιά τους γινόταν καθημερινά σύναξη και συνάντηση ολόκληρης της ανθρωπότητας και του Θεού  μέσα στης προσευχής τη γι0ρτή.
Η Σταχτοπούτα δεν έμεινε μόνη, όταν η βαριά πόρτα έκλεισε. Μέσα στη μοναξιά της συναντήθηκαν οι ζεστές αναμνήσεις του παρελθόντος. Ο κόπος που μάρτυρες είχε τα ματωμένα της δάχτυλα. Η αγρυπνία που ζωγράφιζε με το έντονο κόκκινο χρώμα της τα μάτια. Η πίκρα που κρατούσε τα χείλη σφιγμένα. Το παρόν που πονούσε. Η αδικία που τραυμάτιζε. Η μοναξιά οδήγησε τη σύναξη στο ύψος  της προσευχής. Πρόκληση δυνατή στου ουρανού τη δικαιοσύνη.

π. ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ, « Το παραμύθι σου άνοιξε…» εκδ, Αρχονταρίκι

Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2018



Ο πρίγκιπας της περιοχής όπου κατοικεί  η δυστυχία της Σταχτοπούτας, ζητά σύζυγο. Έτσι οργανώνει λαμπρή γιορτή, που είναι καλεσμένες όλες οι κοπέλες σε ηλικία γάμου. Είναι η μεγάλη ευκαιρία για όλες εκτός από την Σταχτοπούτα. Αλήθεια, έχεις σκεφτεί ποτέ τί είναι η ευκαιρία και τί μπορεί να συμβεί όταν την συναντήσεις; Η ευκαιρία είναι υποστολή της σημαίας των συνηθισμένων πραγμάτων στον ουρανό του χρόνου σου. Έρχεται συνήθως απροειδοποίητα, διακριτικά, ήσυχα. Η ευκαιρία γίνεται επιβάτης, χρησιμοποιώντας ως μέσο ένα πρόσωπο, κάποιο γεγονός, μια κατάσταση. Προορισμός της ευκαιρίας η αξιοποίησή της. Εσύ ο ίδιος. Χρειάζεσαι το μικροσκόπιο της προσοχής για να την εντοπίσεις. Τη διάθεση της εργασίας, για να την κρατήσεις.
Την ελπίδα της αξιοποίησης για να την εκμεταλλευτείς.  Όταν η ευκαιρία χάνεται, εσύ χάνεις. Βλέπεις ότι οχυρώνεται πίσω από την δυσκολία. Ευκαιρία και ευκολία μπορεί να έχουν τα τρία πρώτα γράμματα κοινά, αλλά δεν έχουν τον ίδιο τόπο διαμονής. Η ευκολία υποτιμά την ευκαιρία, την κακομεταχειρίζεται, τις επιβάλλει τις προϋποθέσεις της. Η ευκολία δεν επιθυμεί την εργασία στον αγρό της ευκαιρίας. Την θέλει        την ευκαιρία στα δικά της μέτρα και γι’ αυτό την ακρωτηριάζει. Δεν δέχεται η ευκολία      να συμπράξει με τον κόπο, με τη δυσκολία της ευκαιρίας και τη διώχνει. Έτσι η ευκαιρία προτιμά τη  δυσκολία που τη δέχεται όπως είναι.
Πολλές φορές η ευκαιρία ξεγλιστρά μέσα από τα χέρια σου. Αφού θεωρείς ευκαιρία το δέντρο και πετάς το σπόρο που σου δίνεται. Το σπόρο που είναι τη στιγμή αυτή όλο το δένδρο, οι ρίζες, οι καρποί, τα φύλλα, η σκιά, μέσα στο χέρι σου. Άλλες φορές αρπάζεις την ευκαιρία άμεσα κι δυναμικά. Θριαμβολογείς για την επιτυχία και την ίδια στιγμή την πετάς στην αποθήκη, την κλείνεις στο σεντούκι και αδειάζεις όλο το περιεχόμενο των προϋποθέσεών της. Η πολυκαιρία πνίγει την ευκαιρία. Πολλές φορές θέλεις να παντρέψεις την επιθυμία με την ευκαιρία. Ο γάμος αυτός δεν είναι πάντοτε εφικτός.
Η επιθυμία κλέβει την προσοχή και τη διοχετεύει στο δικό της στόχο. Έτσι, ενώ έχεις προσηλωθεί στη βάρκα της επιθυμίας, περνά δίπλα σου το υπερωκεάνιο της ευκαιρίας.  Ταξιδεύοντας στους νέους δρόμους της ευκαιρίας συνήθως επηρεάζεις με την πρωτόγνωρη θέα που αποκτάς και την επιθυμία. Έτσι συναντιούνται ευκαιρία και επιθυμία και συνεργάζονται.  Θα διανύσεις μεγάλες αποστάσεις ,για να συναντηθείς με την ευκαιρία. Μην ξεχνάς όμως και τις εγκαταλελειμμένες και ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες, τα χαρίσματά σου.

π. ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ  ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ, «Το παραμύθι σου άνοιξε…»  εκδ.  Αρχονταρίκι


Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018


Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας πλούσιος έμπορος με τη σύζυγό του και τη μικρή κόρη τους.  Ήταν ευτυχισμένοι μέχρι που ο θάνατος χτύπησε και τη δική τους πόρτα. Η σύζυγος πεθαίνει. Ο πατέρας αναγκάζεται να ξαναπαντρευτεί μια σκληρή γυναίκα η οποία φέρνει στο αρχοντόσπιτο τις δύο της κόρες. Έτσι το μικρό κορίτσι έγινε από τη σκληρότητα της μητριάς και την απουσία του πατέρα για τις δουλειές του η υπηρέτρια του σπιτιού! Αντιμετώπιζε καθημερινά την υποτίμηση, την ειρωνεία και τον χλευασμό. Την ανάγκαζαν να κοιμάται μέσα στο τζάκι, πάνω στις στάχτες. Έτσι ονομάστηκε Σταχτοπούτα.
 Μια μέρα ανακοινώθηκε από τους ντελάληδες του παλατιού πώς ο βασιλιάς  διοργανώνει  γιορτή μεγάλη με σκοπό να βρει ο πρίγκιπας γιός του την κατάλληλη κοπέλα για σύζυγο. Όλες οι κοπέλες είχαν δικαίωμα συμμετοχής στη γιορτή. Μόνο η Σταχτοπούτα θα μείνει κλειδωμένη στο σπίτι αυτό το βράδυ. Τότε την επισκέφτηκε η νονά της, η οποία η οποία πριν χρόνια είχε πεθάνει, και της δίνει φόρεμα, άμαξα και γοβάκια προκειμένου να πάει στο χορό με την προϋπόθεση ότι θα γυρίσει πριν τα μεσάνυχτα. Φεύγοντας εκείνη βιαστικά από το παλάτι αφήνει το γοβάκι της. Από αυτό την άλλη μέρα την αναγνώρισαν οι απεσταλμένοι του βασιλιά και την οδήγησαν στο παλάτι για τους γάμους της με το πρίγκιπα.


            Το παραμύθι είναι το πηγάδι της αλήθειας. Έχει βάθος απίστευτο. Δεν μπορείς να φανταστείς πού φτάνει, από πού περνά και με τί επικοινωνεί. Από αυτή την πηγή δεν πρόκειται να αντλήσεις το θολό νερό του ψεύδους. Στον καμβά της πραγματικότητας ζωγραφίζει το παραμύθι χωρίς να χρησιμοποιεί τα χρώματα της ωραιοποίησης, της ψευδαίσθησης ή της αυταπάτης. Πριν σου προσφέρει ένα αίσιο τέλος, σε βάζει στην περιπέτεια, σου δείχνει την προσπάθεια, σου εξιστορεί τη δυσκολία του αγώνα των πρωταγωνιστών του. Πριν σε οδηγήσει στο «έζησαν αυτοί καλά» και ευχηθεί το «και εμείς καλύτερα», θα σου εκμυστηρευθεί με ρεαλισμό την πίκρα της αποτυχίας, την καταχνιά της δυστυχίας, το πόνο της απώλειας, την δύναμη της ανατροπής, την αγωνία της αλλαγής. Η αλήθεια του παραμυθιού σου αποκαλύπτει ότι αυτό που θεωρείς σταθερό και μόνιμο, έχει όλα τα χαρακτηριστικά του εφήμερου, του παροδικού. Πόση σύγχυση επικρατεί αρκετές στην ζωή σου όταν πιστεύεις, υπολογίζεις, χρησιμοποιείς την προσωρινότητα ως μονιμότητα!
Η ιστορία της Σταχτοπούτας ξεκινά με όλα τα χαρακτηριστικά του καλοκαιριού. Αίθριος ο καιρός μέσα στη οικογένεια της. Απολαμβάνει τη ζεστασιά, την τρυφερότητα, τη θαλπωρή της μητρικής αγκαλιάς. Εισπράττει τη φροντίδα, το ενδιαφέρον, την ασφάλεια της πατρικής  παρουσίας. Είναι αυτό το χαριτωμένο παιδί, η καρδιά, η ζωή, η ψυχή του σπιτιού. Όλα χορεύουν γύρω της ακολουθώντας το δικό της ρυθμό. Όμορφη ατμόσφαιρα αλλά μέσα από τα ζεστά και φωτεινά χαρακτηριστικά της απουσιάζει η προετοιμασία για τον κεραυνό που ξαφνικά πέφτει και δίνει με την παρουσία του το σύνθημα για την αλλαγή του κλίματος. Η Γιαγιά και ο παππούς σου περιέγραφαν τα δικά τους στερημένα, σκοτεινά, σκληρά παιδικά χρόνια. Δεν ήταν μια απλή κατάθεση αναμνήσεων. Είναι απόσταγμα της σπουδής τους στη ζωή. Άκουσέ τους προσεχτικά και μη πιστέψεις πώς η δυσκολία στεγάστηκε  μόνο στη δική τους ζωή, στη δική τους εποχή. Η δυσκολία είναι αγέραστη, ανθεκτική, δυνατή, απρόβλεπτη και βολική. Μπορεί άνετα να στεγαστεί, να νοικιάσει και τη δική σου ζωή. Να περάσει και να επηρεάσει και τον δικό σου χρόνο.

π. ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ «Το παραμύθι σου άνοιξε…» εκδ. Αρχονταρίκι

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018


       
Η ψυχή του ανθρώπου είναι φιλεπίστροφη. Έχει τη δυνατή της επιστροφής διάθεση. Η σύλληψη αυτής της τάσης έγινε την τραγική στιγμή της φυγής από την παραδίσεια της αγάπης κατάσταση. Όλα τα κύτταρα, πνευματικά και σωματικά, κοινώνησαν την πικρή γεύση του ξεριζωμού και της προσφυγιάς. Έτσι πόθησαν να γευτούν και πάλι με τη λαβίδα της επιστροφής τη Θεία Κοινωνία, τον επαναπατρισμό  στον παράδεισο, στον προδομένο και εγκαταλελειμμένο Θεό.  Δρόμος επιστροφής, το παρελθόν.  Ένα μακρύ  σχοινί με κόμπους σφιχτοδεμένους από τα δάκτυλα του εγωισμού. Πτώσεις οδυνηρές, αστοχίες πνευματικές, αμαρτίες αθεράπευτες. Η παρουσία τους, απουσία αγάπης, εξορία χάριτος. Όχημα στο δρόμο της επιστροφής, η μετάνοια. Εκείνη αγκαλιάζει τον Θεό πριν  ακόμη τον πλησιάσει η ψυχή. Εκείνη που διακριτικά ρίχνει τον πόθο, τη λαχτάρα για το Θεό και στη διάθεση και στην επιθυμία του ανθρώπου. Εκείνη που ταπεινά σκύβει, να λύσει τους κόμπους και να ελευθερώσει ότι από  την ψυχή αιχμαλωτίστηκε.  Προορισμός της μετανοημένης επιστροφής, η παιδικότητα. Η επίγεια βάση εκτόξευσης της ύπαρξης στην ουράνια πατρίδα. Ο λόγος του Κυρίου, σφραγίδα γνησιότητας και αληθείας.  «Αμήν λέγω υμίν, εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδία, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών’ όστις ουν ταπεινώσει εαυτόν ως το παιδίον τούτο, ούτος εστιν ο μείζων εν τη βασιλεία των ουρανών» (Μτθ.18,4-5). Στον λόγο αυτό του Κυρίου, θα μπορούσες να απορήσεις  και να εκφραστείς, όπως ο Νικόδημος, ο κρυφός μαθητής.
        Δηλαδή θα πρέπει να βρεθώ πάλι στη κοιλιά της μητέρας μου και να ξαναγεννηθώ; Όχι βέβαια. Δεν σώζει η παιδική ηλικία. Ο Κύριος δε ζητά την ανευθυνότητα της παιδικής ηλικίας. Δεν αναφέρεται στη απειρία της ή στην απουσία γνώσης. Ο Χριστός μιλά για την καθαρότητα που ξεχειλίζει  μέσα από τα αθώα βλέμματα, τις απλές σκέψεις, τις ελεύθερες από τις αγκυλώσεις του συμφέροντος κινήσεις. Ο Κύριος μιλά για κατάσταση πνευματική και όχι για περίοδο χρονική της ζωής του ανθρώπου. Ζητά αυτήν την κατάσταση μέσα στην οποία αναπαύεται ι ο Θεός. Την κατάσταση που και εσύ μέσα στην ατμόσφαιρά της αναπνέεις τη χαρά και τη χάρη, μέσα στο κλίμα της αγγίζεις την ειρήνη. Η καθαρότητα της ζωής, η απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό, όπως του παιδιού στον πατέρα, η άδολη αγάπη, η ταπεινή υπακοή οδηγούν στην εμπειρία της ουράνιας του Θεού Βασιλείας στην επίγεια του ανθρώπου πορεία.
       Ένας είναι ο δρόμος της επιστροφής, η μετάνοια. Δύσκολος, στενός και ανηφορικός. Σηκώνεις όλη σου τη ζωή, το σταυρό σου δηλαδή. Μετακομίζεις. Πολλά από τα υπάρχοντα σου, πάθη, κακίες, εμπάθειες, πρέπει να τα πετάξεις για να …πετάξεις.  Η μικρότητά τους δεν χωρά στην απεραντοσύνη της παιδικότητας. Πρέπει να αφήσεις, να διώξεις, να λύσεις, να δέσεις, να δεχθείς, να αρνηθείς, να ταπεινωθείς για να πορευθείς. Η πόρτα του παιδικού τρόπου είναι χαμηλή. Θα χρειαστεί να σκύψεις, όπως ο λειτουργός μπροστά στην Αγία Τράπεζα.

π. Σπυρίδων Βασιλάκος, ‘Το παραμύθι σου άνοιξε…» εκδ.  Αρχονταρίκι

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018


               Οι άνθρωποι της εποχής μας, που έχουν απομακρυνθεί από τον Χριστιανισμό, δηλώνουν ευχαρίστως ότι η χριστιανική Εκκλησία πρέπει να αποτελείται από ανθρώπους τελείους, αγίους, και τον κατηγορούν γιατί φιλοξενεί στους κόλπους της τόσους αμαρτωλούς, ψυχές ατελείς, ψευδο-χριστιανούς. Είναι το συνηθισμένο επιχείρημα εναντίον του χριστιανισμού. Αλλά έτσι παραγνωρίζεται η φύση της Εκκλησίας, παραβλέπεται η ουσία της. Η Εκκλησία υπάρχει πρώτα απ’ όλα για τούς αμαρτωλούς, τους ατελείς, τους πεπλανημένους. Κατεβαίνει στον κόσμο και ενεργεί σε περιβάλλοντα που κατακλύζονται από την αμαρτία. Η Εκκλησία είναι μεν ουράνια και αιώνια από την φύση της, αλλά ενεργεί στον κόσμο και στον χρόνο .Δεν παραμένει κάπου στα ουράνια, μακριά από τον αμαρτωλό κόσμο, τον κυριευμένο από τα δεινά του. Οφείλει πρώτα απ’ όλα, να βοηθήσει αυτό τον κόσμο, να τον σώσει, να τον οδηγήσει στην αιώνια ζωή, να τον ανεβάσει μέχρι τους ουρανούς. Η ουσία του χριστιανισμού έγκειται στην ένωση της αιωνιότητας και του χρόνου, του ουρανού και της  γης, του θείου και του ανθρωπίνου, και όχι στον διαχωρισμό τους. Το ανθρώπινο, το πεπερασμένο, δεν πρέπει να αποδοκιμαστεί και να απορριθφεί, αλλά να φωτισθεί και να μεταμορφωθεί.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΕΡΝΤΙΑΕΦ, «Για την αξία του χριστιανισμού και την απαξία των χριστιανών» ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ



Πρέπει να γνωρίζουμε ότι η Εκκλησία δεν ενδιαφέρεται να φτιάξει μια όμορφη κοινωνία ανθρώπων μέσα στα πλαίσια του κτιστού και του θνητού. Η Εκκλησία θέλει να δώσει  ζωή. Είναι δύο τελείως διαφορετικά  πράγματα.

Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ  ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, Εκδόσεις  Δόμος

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2018


Δύο μεγάλες δοκιμασίες έχουν αποσταλεί στη χριστιανική ανθρωπότητα. Η δοκιμασία των διωγμών και δοκιμασία του θριάμβου. Οι χριστιανοί διάβηκαν νικηφόρα την πρώτη, δημιουργώντας νέφος των μαρτύρων και των ηρώων. Επεκράτησαν στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, υπομένοντας τούς διωγμούς της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ξεπερνούν αυτή την πρώτη δοκιμασία του διωγμού και στις μέρες μας, στη Ρωσία, όπου βρίσκονται καταπιεζόμενοι και διωκόμενοι από το κομμουνιστικό διωγμό. Αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο για τον Χριστιανισμό να υποσκελίσει τη δεύτερη δοκιμασία, του θριάμβου.  Όταν ο αυτοκράτορας  Κωνσταντίνος γονάτισε μπροστά στον Σταυρό και ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία του κράτους, τότε  αρχίζει η μακρά δοκιμασία του θριάμβου. Οι χριστιανοί θα την υπερβούν λιγότερο αποτελεσματικά από εκείνη των διωγμών. Συχνά, οι ίδιοι οι χριστιανοί μετατρέπονται από διωκόμενοι σε διώκτες, παρασυρόμενοι από τα βασίλεια του κόσμου τούτου, από την αίγλη της κυριαρχίας τους. Για  τον σκοπό αυτό εισάγουν στον Χριστιανισμό παραμορφώσεις, που αποβαίνουν στο τέλος σε κατηγορίες εναντίον του. Ο Χριστιανισμός δεν είναι υπεύθυνος για ότι οι άνθρωποι δεν αντιλήφθηκαν σωστά τη χαρά του θριάμβου του στον κόσμο. Ο Χριστός σταυρώνεται μία φορά ακόμη από εκείνους που θεωρούν τούς εαυτούς τους υπηρέτες Του επάνω στη γη, και αγνοούν  τελείως εκ ποίου Πνεύματος έχουν αναζωογονηθεί.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΕΡΝΤΙΑΕΦ, «Για την αξία του Χριστιανισμού και την απαξία των χριστιανών» ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟ

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018


…Ο Χριστιανισμός προσανατολίζει τη  ζωή μας προς τα εκεί όπου υπάρχει η μεγαλύτερη αντίσταση.  Η ζωή του χριστιανού είναι μια σταύρωση του ίδιου του εαυτού του...

…Συχνά δεν γνωρίζουμε τίποτα, δεν υποψιαζόμαστε καν την ύπαρξη πνευματικής ζωής σε άτομα που συναντούμε, πόσο μάλλον και να καταγράψουμε τις εσωτερικές αυτές καταστάσεις, ακόμη  και αν πρόκειται για στενά συγγενικά μας πρόσωπα.  Στην εξωτερική ζωή, την ορατή απ’ όλους, εύκολα διαπιστώνουμε την ενέργεια των παθών.  Αλλά εκείνα που βρίσκονται πίσω από αυτά; Οι αγώνες του πνεύματος, τα φτερουγίσματα προς τον Θεό, οι μαρτυρικές προσπάθειες για τη βίωση της αληθείας του Χριστού, όλα αυτά δεν τα ξέρουμε και δεν θέλουμε να τα ξέρουμε. Έχει λεχθεί ότι δεν πρέπει να κρίνουμε τον πλησίον μας, αλλά εμείς τον κρίνουμε μονίμως και μάλιστα από τις εξωτερικές πράξεις του και από την έκφραση του προσώπου του, χωρίς να εμβαθύνουμε στην εσωτερική του ζωή…



…Η Εκκλησία του Χριστού δεν επιδιώκει να οργανώσει την εξωτερική πλευρά της ζωής, να νικήσει με τη βία το κακό. Αλλά περιμένει τα πάντα από μια ριζική εσωτερική και πνευματική αναγέννηση, αποτέλεσμα συνεργασίας της ανθρώπινης ελευθερίας  και της χάριτος του Θεού…

…Οι σοσιαλιστές-υλιστές υπόσχονται να πραγματοποιήσουν χωρίς Θεό και χωρίς Χριστό εκείνο το οποίο δεν μπόρεσε να εφαρμόσει ο ίδιος ο Χριστός, δηλαδή την αδελφοσύνη μεταξύ των ανθρώπων, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ειρήνη, να εγκαταστήσουν γενικώς τη Βασιλεία του Θεού στον κόσμο (και οι άνθρωποι που δεν πιστεύουν χρησιμοποιούν αυτή την έκφραση; Η επί  γης Βασιλεία του Θεού)…

ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΠΕΡΝΤΙΑΕΦ» Για την αξία του Χριστιανισμού και την απαξία των χριστιανών» ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ


Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018




Αμαρτία! Μια λέξη παράδοξη. Ξένη, θα έλεγα, για τον σημερινό άνθρωπο. Και όμως μια λέξη βασική και θεμελιώδης για τη χριστιανική διδασκαλία και πίστη.

Τί σημαίνει αμαρτία ;  Συνήθως νομίζομε ότι αμαρτία είναι μια πράξη κακή, αντίθετη με το θέλημα του Θεού. Όμως η αμαρτία δεν είναι απλώς μια πράξη. Είναι μια κατάσταση του ανθρώπου. Η πράξη η κακή -η οποιαδήποτε- φανερώνει αυτή την κατάσταση και την σταθεροποιεί. Είναι η κατάσταση της αποξενώσεως, αλλοτριώσεως από τον Θεό. Είναι η αστοχία στη χρήση της ελευθερίας μας. Γιατί ο Θεός χάρισε στον άνθρωπο ελευθερία. Ελευθερία, που θα τον οδηγούσε στη θέωση, στη μετοχή, στη δόξα του Θεού και ελευθερία για την αγάπη. Ο άνθρωπος καταχράται αυτήν την ελευθερία θέλοντας να οδηγηθεί στη θεοποίηση χωρίς Θεό. Και την ελευθερία για την αγάπη τη διαστρέφει σε εγωιστική αυθαιρεσία. Αυτή η διαστροφή της ελευθερίας, η αστοχία στην αξιοποίησή της είναι η αμαρτία. Είναι δηλαδή μια λανθασμένη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό. Είναι η αποστροφή, η αγνωμοσύνη, η επανάσταση κατά του Θεού.

Έτσι δημιουργείται μια ρωγμή μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη, που εκδηλώνεται πάλιν και πολλάκις ως σύγκρουση, διάσπαση εσωτερική. Από τις πρώτες σελίδες της Αγίας Γραφής βλέπομε να γίνεται λόγος γι’  αυτή τη ρωγμή που δημιουργεί η πτώση των πρωτοπλάστων. Η ανυπακοή, ο εγωισμός και το  ξεσήκωμa τους κατά του Θεού περιγράφεται εκεί  με εικόνες -εποπτικά- ως η πρώτη πράξη του ανθρώπου. Είναι ακριβώς η αστοχία στη χρήση της ελευθερίας, η παραπλάνηση του ανθρώπου από το «έσεσθε ως θεοί».  Αυτή  η πρώτη πτώση μας υπογραμμίζει ποιος είναι ο άνθρωπος : ‘ένα ον, που συχνά υπόκειται στον πειρασμό της αμαρτίας και επαναστατεί ενάντια στον Θεό. Αυτή η κλίση προς το κακό μετά τη πτώση, που διηγείται η Γένεση, ανήκει έκτοτε στη φύση του ανθρώπου, που «έγκειται η διάνοιά»  του «επιμελώς επί τα πονηρά εκ νεότητος» (Γεν. η’,21).

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΟΡΩΝΕΙΑΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝΟΣ ΚΑΘΡΕΠΤΙΔΗ, «ΨΗΓΜΑΤΑ», εκδόσεις Αρμός


Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2018


Ο Βοκκάκιος μας διηγείται την ιστορία κάποιου Εβραίου, τον οποίο ένας χριστιανός φίλος του προσπάθησε να τον προσηλυτίσει.
Ο Εβραίος ήταν έτοιμος να αποδεχθεί τον Χριστιανισμό, αλλά πριν την τελική δέσμευσή του, εξέφρασε την επιθυμία να μεταβεί στη Ρώμη για να γνωρίσει από κοντά τη συμπεριφορά του Πάπα και των καρδιναλίων, τη ζωή δηλαδή των ανθρώπων που βρισκόντουσαν στην κεφαλή της Εκκλησίας. Ο χριστιανός, που είχε  προσηλυτίσει τον Εβραίο, αναστατώθηκε, σκέφτηκε πώς όλοι οι κόποι του θα πήγαιναν χαμένοι. Ο Εβραίος, σαν έβλεπε τα σκάνδαλα της Ρώμης, δεν θα αποφάσιζε ποτέ να βαπτιστεί. Τελικώς πήγε στη Ρώμη και εκεί διαπίστωσε από κοντά την υποκρισία, την εξαχρείωση, τη διαφθορά, την πλεονεξία, που βασίλευαν την εποχή εκείνη στην αυλή του Πάπα μεταξύ των κληρικών του. Όταν  επέστρεψε, ανήσυχος ο φίλος του ο χριστιανός τον ρώτησε για την εντύπωση που απεκόμισε από τη Ρώμη. Η απάντηση ήταν από τις πιο αναπάντεχες, με τη βαθιά έννοια του όρου: «Εφόσον», είπε ο Εβραίος, «παρ’ όλα τα σκάνδαλα και τις βεβηλώσεις που είδα στη Ρώμη, η χριστιανική πίστη όχι μόνο δεν γκρεμίστηκε αλλά και εδραιώθηκε, τότε θα πρέπει να είναι αληθινή πίστη!». Και ο Εβραίος τελικώς βαπτίζεται χριστιανός.




  Όποιες προθέσεις και αν είχε ο Βοκκάκιος, η ιστορία αυτή μας υποδεικνύει τον μοναδικό τρόπο υπεράσπισης του Χριστιανισμού. Η μεγαλύτερη αντινομία στον Χριστιανισμό είναι οι ίδιοι οι χριστιανοί. Οι Χριστιανοί είναι ένα εμπόδιο, ένα σκάνδαλο για τούς ανθρώπους που θέλουν να επιστρέψουν στη χριστιανική πίστη. Σ’ αυτό το επιχείρημα έχουν αρκετά επενδύσει στη σημερινή εποχή. Στον αιώνα μας, της ασθενούς πίστεως και της ευρέως διαδιδομένης απιστίας, ο καθένας κρίνει τον Χριστιανισμό από την συμπεριφορά των χριστιανών. Παλαιότερα η χριστιανική πίστη κρινόταν από  την αιώνια αλήθεια της, τις διδασκαλίες και τις επιταγές της.  Σήμερα ο αιώνας μας είναι συνεπαρμένος  από τον άνθρωπο και από το ανθρώπινο.  Οι κακοί χριστιανοί μασκαρεύουν τον Χριστιανισμό. Τα ανήθικα έργα τους, οι αλλοιώσεις που επιφέρουν στην πίστη και οι υπερβολές τους γίνονται θέματα που κυριαρχούν πάνω και από  αυτό τον ίδιο τον Χριστιανισμό, προβάλλονται σαν μεγέθη που υπερκαλύπτουν και αυτή τη μεγάλη χριστιανική αλήθεια. Μια σεβαστή μερίδα ανθρώπων της εποχής μας, κρίνουν τη χριστιανική  πίστη από τους πιστούς της, που είναι συχνά άνθρωποι  των τύπων και εν πολοίς  διεφθαρμένοι. Ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία της αγάπης, αλλά κρίνεται από τις εμπάθειες και το μίσος των χριστιανών. Ο Χριστιανισμός είναι θρησκεία της ελευθερίας, αλλά κρίνεται από τις βιαιότητες που διέπραξαν οι χριστιανοί στην ιστορία. Οι χριστιανοί εκθέτουν την πίστη τους και αποτελούν μια παγίδα για τους αδυνάτους.

Ν.  ΜΠΕΡΝΤΙΑΕΦ 
 «ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΑ  ΤΟΥ  ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ» εκδόσεις  Αποστολικής Διακονίας


Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018



Υπήρχε ο θάνατος μέσα στον αρχέγονο άνθρωπο; Εάν ο θάνατος είναι γενικώς οντολογικής κατηγορίας, ασφαλώς και δεν υπήρχε. Δεν μπορεί να υπήρχε. Αν ο θάνατος είναι επιστροφή του ανθρώπου στο μηδέν, αφού από το μηδέν ξεκινάει, πάλι ο θάνατος δεν υπάρχει, αφού αυτό το δεύτερο θα ήταν μια φυσική κίνηση. Αν όμως ο θάνατος αναφέρεται στον τρόπο υπάρξεως του ανθρώπου, τότε αυτός     ο θάνατος έρχεται. Δεν υπάρχει απ’ αρχής. Προκύπτει. Ο  θάνατος είναι η απουσία της ζωής. Αν ζωή είναι ο Θεός, η σχέση με τον Θεό, τότε θάνατος είναι η απουσία του Θεού.  …Πάντως μπορώ να πω (έτσι πολύ απλουστευτικά) ότι ο άνθρωπος δημιουργείται ούτε θνητός ούτε αθάνατος. Η θνητότητα ή η αθανασία είναι αποτέλεσμα του αυτεξουσίου.



Αυτόν τον άνθρωπο που δημιούργησε ο Θεός τον έθεσε στο μέσον του παραδείσου, του κήπου –όποιος κι αν είναι αυτός ο παράδεισος- αφού τον τίμησε με το αυτεξούσιο. (Υπογραμμίζω: άλλο το αυτεξούσιο και άλλο η ελευθερία. Το αυτεξούσιο είναι η δυνατότητα να πεις ναι ή όχι στην ελευθερία.) Τον τίμησε λοιπόν με το αυτεξούσιο, ώστε το αγαθό να ανήκει σε εκείνον που θα το επιλέξει και όχι τόσο σ’ αυτόν που θα το προσφέρει προς επιλογή.
Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, εκδόσεις Δόμος

Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018


Η διδασκαλία της Εκκλησίας δεν έχει γνωσιολογικό περιεχόμενο. Περισσότερο είναι μία οδός. Η Εκκλησία παρουσιάζει μία οδό, προτείνει μία οδό, ξεδιπλώνει μία οδό. Είναι η οδός από  τον θάνατο στη ζωή. Αυτό η Εκκλησία το διδάσκει διά της μυήσεως…. Διά του θανάτου ουσιαστικά ζούμε. Κατά την παράδοση και τη διδασκαλία των Πατέρων, υπάρχουν τρείς μορφές θανάτου. Ένας είναι ο βιολογικός που γνωρίζουμε. Αυτόν τον θάνατο τον γνωρίζουμε ως απουσία ζωής, δηλαδή εκ του αντιθέτου, όπου τη ζωή την ορίζουμε ως «δέση» στοιχείων, «δέση» ψυχής και σώματος, ενώ τον θάνατο τον ορίζουμε ωε διάκριση και διάλυση των ενωμένων (δηλαδή της ψυχής και του σώματος). Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, ζωή είναι η σύνδεση («δέσις») σώματος και ψυχής, ενώ θάνατος είναι η διάλυση («διάστασις») αυτής της ένωσης. Στο ίδιο πνεύμα ο άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης θα ,ας πει ότι θάνατος δεν σημαίνει ανυπαρξία της ουσίας του ανθρώπου, αλλά διάλυση(«διάκρισι») της σχέσης ψυχής και σώματος. Η ουσία παραμένει υπαρκτή ακόμα και μετά τον θάνατο. Υπάρχει όμως διάκριση της ψυχής από το σώμα. Κατά τούτο ο θάνατος των εμβίων όντων είναι διάλυσις  των συστατικών του σώματος. Ενώ ο θάνατος του ανθρώπου είναι διάκρισις, διαίρεσις  της ψυχής από το σώμα. Γι’ αυτό και ζωή στον άνθρωπο είναι η επανένωση ψυχής και σώματος, ώστε να φανερωθεί ξανά ολόκληρος ο άνθρωπος.
Ένας άλλος θάνατος, μία άλλη μορφή θανάτου, είναι η αυτονομία της φύσεως. Υπάρχει δηλαδή ένας θάνατος που λειτουργεί κατά τη διάρκεια της έμβιας ζωής. Ενώ ο άνθρωπος είναι ζωντανός -με όλους τους ορισμούς- ωστόσο είναι πεθαμένος. Αυτονομία της φύσεως σημαίνει εγκλεισμός του Εγώ του ανθρώπου στο φυσικό του Εγώ. Δηλαδή η θέληση της φύσεως κυριαρχεί επί του ανθρώπου, δεν υπάρχει άλλο θέλημα στον άνθρωπο, πέραν του θελήματος της φύσεως. Σας θυμίζω το περιστατικό από την Καινή Διαθήκη, όπου ο Χριστός καλεί τους ανθρώπους να έλθουν μαζί του, να έλθουν στη ζωή, και ένας μαθητής του ζητάει να του επιτρέψει μια μικρή αναβολή, μέχρι να πάει να κηδέψει τον πατέρα του. Και απαντάει ο Χριστός: «ακολούθει μοι, και άφες τούς νεκρούς θάψαι τούς εαυτών νεκρούς» (Ματθ. 8,22). Αυτονομία λοιπόν της φύσεως και κυριαρχία του θελήματός της είναι μια δεύτερη μορφή θανάτου για τον άνθρωπο.
Και η Τρίτη μορφή θανάτου είναι η διάσταση από τον Θεό, η απουσία σχέσης με τον Θεό. Στο σημείο αυτό θα επιμείνω λίγο, αλλά συνοπτικά και πάλι. Ζωή είναι η σχέση με τον Θεό, ενώ θάνατος είναι η απουσία του Θεού. Κατά τούτο η ζωή είναι μία κατάσταση, δεν είναι μία ιδιότητα: βρίσκομαι εν ζωή.  Όταν ο Χριστός στην Καινή Διαθήκη ορίζει τον εαυτό του ως ζωή («εγώ είναι η ζωή» βλ. Ιωάν.11,25) εννοεί ότι η σχέση με αυτόν παρέχει ζωή, ή δι' αυτού αναγνωρίζεται η ζωή.



 Εφόσον όμως προσπαθώ να πω τί είναι θάνατος, πρέπει να συμπληρώσω και τί είναι ζωή κατά την Εκκλησία. Και η λέξη που έρχεται μέσα από την παράδοσή μας για τη ζωή είναι η λέξη «έρως». Ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια (από τον πρώτο ήδη αιώνα και μετά), η ζωή ονομάζεται έρωτας. Ο έρωτας είναι διάλογος διαρκής, ως κατάσταση…
Ουσιαστικά έρωτας σημαίνει συνδιαλλαγή μ ε τον Θεό. Αργότερα και ο Διονύσιος ι Αρεοπαγίτης και ο Μάξιμος ι Ομολογητής θα αναπτύξουν το περιεχόμενο αυτής της συνδιαλλαγής με τον Θεό, μέχρι του σημείου να την ταυτίσουν με το αληθές γνώρισμα της ζωής. Ζωή τελικά σημαίνει συνδιαλλαγή με τον Θεό. Επίσης σημαίνει μια ειρηναία κατάσταση. Θυμίζω τον λόγο του Χριστού για τη δική του ειρήνη. Υπάρχει η ειρήνη του κόσμου και η ειρήνη του Χριστού («ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν’ ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν» Ιωάν.14,27). Αυτή η ειρήνη του Χριστού δεν έχει να κάνει με εξωτερικά γνωρίσματα ησυχίας και τάξεως, ούτε με μια εξωτερική τακτοποίηση. Έχει να κάνει με μία εσωτερική κατάσταση του ανθρώπου, αυτήν την κατάσταση, που του επιτρέπει να πεθαίνει ειρηνεύοντας, να πεθαίνει χάριν του ερωμένου προσώπου, του νυμφίου Χριστού.

Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, εκδόσεις Δόμος

Παρασκευή 24 Αυγούστου 2018


Για όλους τους Πατέρες, ο άνθρωπος πρέπει να κινηθεί σε τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι να γνωρίσει τον εαυτό του, να αποκτήσει μια ειρηναία σχέση με τον εαυτό του, μια γνώση του τί είναι ο ίδιος. Αφού τι επιτύχει αυτό, θα κάνει μια δεύτερη κίνηση να γνωρίσει τον άλλον. (Η λέξη «γνώση» στην Αγία Γραφή και στους Πατέρες σημαίνει σχέση, δεν σημαίνει κατανόηση.) Να γνωρίσει λοιπόν τους άλλους, σημαίνει να γίνει κοινωνία με τους άλλους. Και αφού γίνει κοινωνία με τους άλλους, με τον Άλλον, τότε θα φτάσει στο τρίτο στάδιο, που είναι η γνώση του Θεού. Να έρθει σε σχέση με τον Θεό. Ο Αδάμ όμως εγκατέλειψε την κίνηση προς τον εαυτό του και την κίνηση προς τον άλλο, και βιάστηκε να «γνωρίσει» τον Θεό – και αυτό είναι το «ακαίρως» του ανθρώπου. Και αυτό που γνωρίζει περί Θεού  είναι λάθος, Μέχρι σήμερα ο άνθρωπος είναι παγιδευμένος στο ίδιο λάθος μιας βιασύνης ή μιας άκαιρης γνώσης – σε όποιο επίπεδο και αν το δείτε. Παγιδευμένος λοιπόν εκεί ο άνθρωπος, γνωρίζει ακαίρως τον Θεό.  Στη διήγηση της Γενέσεως είναι πολύ χαρακτηριστική η εικόνα αυτού του ακαίρως: φοβάται, κρύβεται από αυτόν που είναι αγάπη, λέει ψέματα, απεκδύεται τις ευθύνες του, ταράσσεται η σχέση του με το άλλο πρόσωπο, και πολύ γρήγορα αρχίζει ο φόνος των ανθρώπων. Είναι χαρακτηριστική η εικόνα που μας δίνει η Αγία Γραφή για το αποτέλεσμα αυτής της ανταρσίας, γιατί ουσιαστικά πρόκειται για μια ανταρσία της φύσεως που γεννάει δύο αντίθετα τρόπον τινά θελήματα. Τα δύο  αυτά θελήματα ή θελήσεις αντιπαλεύουν μέσα στον άνθρωπο. Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε το ένα θέληση της φύσεως και το άλλο θέληση του προσώπου. Η φύση είναι κοινή σε όλους τους ανθρώπους, γι’ αυτό υπάρχει και κοινή θέληση. Όλοι έχουμε τα ίδια, κοινά, φυσικά θελήματα. Μπορούμε να τα πούμε θελήματα επιβίωσης, αυτοσυντήρησης, κλπ. Μόνο το θέλημα του προσώπου, και μόνο στον άνθρωπο απ’ όλα τα ζώα, μπορεί να αναιρέσει τα κοινά θελήματα.  Και η δύναμη που μπορεί να κινήσει μια τέτοια θέληση αναιρέσεως των κοινών θελημάτων είναι μόνο η αγαπητική δύναμη, η δύναμις αγαπήσεως.   Αν αγαπήσεις, μπορείς να πεις όχι στο θέλημα της φύσεως. Όμως αν αγαπήσεις έχεις αρχίσει να γίνεσαι πρόσωπο. Δηλαδή έχεις αρχίσει να γίνεσαι κατ’ αλήθειαν άνθρωπος. Μιλάμε για «οδό θεώσεως».



Θα μπορούσε  λοιπόν να πει κανείς ότι το λάθος του ανθρώπου – από τον αρχέγονο άνθρωπο μέχρι σήμερα – είναι αυτή η διαμάχη ανάμεσα στη φύση του και στο αυτεξούσιό του, ανάμεσα στη θέληση της φύσεως και στο θέλημα του προσώπου. Καθημερινά – και όταν λέμε ότι κληρονομήσαμε το προπατορικό αμάρτημα, αυτό εννοούμε – παλεύουμε με αυτή  την τάση της φύσεως που σπεύδει, αυτή την τάση της φύσεως που θέλει αυτό που θέλει το κτιστόν, αυτή την τάση της φύσεως που μας κρατάει υποχείριους ενός ατομικού εγώ. Και εκεί γίνεται όλη η μάχη του ανθρώπινου πολιτισμού.
                   Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, εκδόσεις Δόμος

Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018



Όταν λέμε τη λέξη «σωτηρία», δεν εννοούμε απλώς ότι κάποιος θα μας σώσει από την αμαρτία ή τον θάνατο, αλλά εννοούμε  ότι θα θεραπευτεί η φύση μας, θα γίνουμε σώοι. Δεν είμαστε σώοι. Η φύση μας ασθενεί.  Πρέπει να θεραπευτούμε, να βρούμε την κατά φύση πραγματικότητά μας, να επανέλθουμε στην αφετηρία της δημιουργίας και να πραγματοποιήσουμε εκείνο τον τρόπο υπάρξεως που έχει ως πρότυπο της τη ζωή της Αγίας τριάδας. Να υπάρξουμε δηλαδή ως κοινωνία προσώπων. Αυτό σημαίνει σωτηρία. Αλλά αυτή η σωτηρία δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν δεν διαποτιστεί η φύση μας από τις δυνάμεις της θεότητας, εάν  δεν βρεθούμε σε κοινωνία με τη θεότητα. Το πρωτότυπο του σεσωσμένου  ανθρώπου, δηλαδή  που είναι σώος, ακέραιος και υγιής, μας το φανέρωσε ο Υιός με το να γίνει άνθρωπος.  Και μας καλεί να επαναλάβουμε ο καθένας μας την ένωση μαζί του, ώστε να γίνουμε παιδιά του Πατέρα.
Αλλά τι σημαίνει να βρισκόμαστε με τον Πατέρα;
Για να το καταλάβουμε αυτό, θα πρέπει να ξαναδούμε πως λειτουργούμε ως άτομα, και κυρίως να ξαναδούμε ότι η αγάπη μας ως ατόμων δεν είναι, δεν μπορεί να είναι ανιδιοτελής. Εάν δεν λειτουργούμε ως άτομα, τότε η αγάπη μας  μπορεί να αποκτήσει μια νέα διάσταση. Γίνεται ανιδιοτελής, κατά το τριαδικό πρωτότυπό μας.  Ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει στην πρώτη επιστολή του (Α’ Ιωάν. 3,14) ότι εμείς ξέρουμε πως περάσαμε από τον θάνατο στη ζωή («ημείς οίδαμεν ότι μεταβεβήκαμεν εκ του θανάτου εις την ζωήν»). Κι από πού το ξέρουμε; Επειδή αγαπάμε τους αδελφούς μας(«ότι αγαπώμεν τούς αδελφούς»). Το ότι έχουμε φτάσει σε μια κατάσταση τέτοιας αγάπης, το ότι μπορέσαμε να αγαπάμε τούς αδελφούς, αυτό σημαίνει επιβεβαίωση της μετάβασής μας εκ του θανάτου εις την ζωήν. Διότι αυτός που δεν αγαπά παραμένει στο καθεστώς του θανάτου(«ο μη αγαπών μένει εν τω θανάτω»).
                  Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, εκδόσεις Δόμος




Παρασκευή 10 Αυγούστου 2018


Η Παναγία εκπροσωπεί τη δικαίωση του ανθρώπινου γένους. Το ανθρώπινο  γένος δικαιώνεται γιατί έχει το δικό του καρπό. Η σωτηρία είναι έργο του ανθρώπινου γένους. Εμείς την γεννήσαμε την Παναγία και αυτή γέννησε τον Χριστό.  Απ΄ αρχής του ανθρώπινου γένους μέχρι εσχάτων, η Παναγία δικαιώνει την ανθρωπότητα.  Διότι -και επαναλαμβάνω αυτό που έχει πει ο άγιος Αθανάσιος- «Αδελφή γαρ ημών η Μαρία, επεί και πάντες εκ του Αδάμ εσμεν».

«Την παγκόσμια δόξα, που γεννήθηκε από το ανθρώπινο γένος, αυτή που γέννησε τον Δεσπότη, αυτή που είναι η πύλη για να πάμε στον ουρανό και για να έρθει ο ουρανός σε  μας, ας την υμνήσουμε, τη Μαρία την Παρθένο. Αυτή που είναι το τραγούδι των αγγέλων, και το στολίδι των πιστών. (Είναι πολύ ωραία εικόνα αυτή των πιστών το εγκαλώπισμα, η ομορφιά των πιστών, το στολίδι τους.) Γιατί αυτή αναδείχθηκε και ουρανός και ναός της θεότητας. (Η λέξη «ουρανός» στην εβραϊκή γραμματεία δηλώνει τον τόπο της παρουσίας του Θεού. Η Παναγία λοιπόν είναι τόπος παρουσίας του Θεού. αλλά είναι και «ναός». Ως ναός θα δηλώσει ότι δέχεται την παρουσία του Θεού εκούσια.  Και εκούσια παραμένει ναός του Θεού.) Αυτή λοιπόν αναδείχθηκε ουρανός και ναός της θεότητας. Αυτή γκρέμισε τη μεσοτοιχία της εχθρότητας που υπήρχε στο ανθρώπινο γένος και τον Θεό. Και αντί της εχθρότητας έφερε την ειρήνη και άνοιξε τις πύλες της βασιλείας του.  Κατέχοντας αυτήν την άγκυρα της πίστεως, έχουμε υπέρμαχο αυτόν που γεννήθηκε απ’ αυτήν. Έχε θάρρος λοιπόν λαέ του Θεού.  Γιατί αυτός θα πολεμήσει τους εχθρούς, ως παντοδύναμος».   Θεοτοκίο του Εσπερινού του α’ ήχου σε ελεύθερη μετάφραση.




Ας έρθουμε στο θέμα  της «παρθενίας» και της «αειπαρθενίας» της Παναγίας. Μάλιστα το θέμα της «αειπαρθενίας» συνδέεται άμεσα με το θέμα της «παναγιότητάς» της, γι’ αυτό λέμε «Παναγία» τη Θεοτόκο και όχι απλώς «Αγία».  
Γιατί ο Λόγος του Πατρός πρέπει να σαρκωθεί από μια παρθένο κόρη; Διότι πρέπει να έρθει στην ιστορία ένας άλλος τρόπος γέννησης. Ο πρώτος τρόπος γέννησης, εκ της συναφείας ανδρός και γυναικός, γεννάει τον άνθρωπο της φύσεως που εμπεριέχει φθορά. Αυτός είναι ο τρόπος γέννησης που γνωρίζει η ανθρώπινη ιστορία. Ο Λόγος του  Θεού θα έρθει και θα σαρκωθεί μέσα από έναν  άλλο τρόπο γέννησης, εντελώς νέο. Αυτός ο τρόπος γέννησης είναι όχι εκ της συναφείας ανδρός και γυναικός, αλλά εκ της σχέσεως κτιστού και ακτίστου. Έτσι η Παναγία, ενώ είναι γυναίκα και γεννάει όπως γεννάνε όλες οι  γυναίκες, ξεπερνάει την έννοια του φύλλου και γίνεται τρόπον τινά «άφυλη». Γίνεται «η άνθρωπος», όπως λέει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός (η άνθρωπος, με θηλυκό άρθρο). Γι’ αυτό μπορεί να εκπροσωπεί σύμπαν το ανθρώπινο γένος. Αυτή τη γέννηση «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της παρθένου», την επαναλαμβάνει ο καθένας μας. Τη θέση της παρθένου Μαρίας , την παίρνει η παρθένος νύμφη Εκκλησία. Την πρώτη φορά γεννιόμαστε από τη συνάφεια ανδρός και γυναικός. Και γεννιόμαστε με προοπτική τον θάνατο. Από τη στιγμή της συλλήψεώς μας έχει αρχίσει ο θάνατός μας. Η προοπτική της υπάρξεώς μας είναι προοπτική θανάτου. Τη δεύτερη φορά, που θα γεννηθούμε μέσα από την ευχαριστιακή κοινότητα, γεννιόμαστε «εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της παρθένου». Είναι μια άλλη, μια άνωθεν γέννηση.
Θυμάστε τον διάλογο που κάνει νύχτα ο Νικόδημος με τον Ιησού, όταν του λέει ο Ιησούς : «εάν δεν γεννηθείς άνωθεν» κλπ., και απορεί ο Νικόδημος, «πως μπορώ να γεννηθώ δεύτερη φορά;». Εκ Πνεύματος Αγίου, άνωθεν, του απαντά ο Ιησούς. Είναι άλλη γέννηση αυτή. Είναι η στροφή όλης τη κτίσεως και όλης της δημιουργίας σε άλλη προοπτική.
                                         
                                            Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, εκδόσεις Δόμος