Σάββατο 25 Ιουνίου 2016



        Η αμαρτία κατέληξε να γίνει μια μεμψίμοιρη επικέντρωση πάνω σ’ επουσιώδεις λεπτομέρειες.  Δεν συνειδητοποιούμε πώς η μεμψιμοιρία – ακόμη και η ηθική – είναι η ίδια ένα αμάρτημα.  Είναι μια «στροφή των νώτων μας» στον Θεό, η απόρριψη του Θεού.  Αλλά η μεμψιμοιρία είναι ευκολότερη υπόθεση, το ίδιο και η θρησκεία. 
        Ένα ζήτημα παραμένει άλυτο (ίσως και ανεξήγητο;) : Σε τι να καλέσεις τους ανθρώπους ; Τι να τους διδάξεις ; Νομίζω πώς πρέπει να αρχίσουμε από το σώμα.  Στο σώμα, τα πάντα έχουν δοθεί για επικοινωνία, γνώση, κοινωνία : τα αισθήματα, τα μάτια για να βλέπουμε (τι ;), τα αυτιά για ν’ ακούμε (τι ;) κ.λπ.  Γίνεται ένα τρομερό λάθος, όταν τα πάντα ανάγονται είτε στη λογική είτε στο συναίσθημα.  Η λογική μας εμποδίζει να βλέπουμε και ν’ ακούμε, επειδή μεταμορφώνει τον «άλλο» - τον δεδομένο, τον ορατό, τον ομιλούντα – σ’ ένα ορθολογικό αντικείμενο.  Τα συναισθήματα : επικεντρώνονται στον εαυτό τους, μεταμορφώνοντας τα πάντα σε ναρκισσισμό.  Και στα δύο στη λογική και στο συναίσθημα υπάρχει παρέκκλιση, μοναξιά, αμαρτία.  Φυσικά είναι αρκετά σημαντικό το τι βλέπουμε και ακούμε – αυτό είναι το hic et nunc  (το  εδώ και το τώρα) που αποκαλύπτει την αιωνιότητα τώρα.  Είναι η πραγμάτωση της «Βασιλείας του Θεού εντός ημών . . .». 
Alexander Schmemann,”The Journals of Father Alexander Schmemann 1973-1983”

 Η τραγική μοίρα του Νάρκισσου και της Ηχώς είναι το θέμα μιας από τις πιο συγκινητικές και λυπητερές ιστορίες του Οβίδιου (βιβλίο ΙΙΙ).  Όταν ο Νάρκισσος, γιός του ποτάμιου θεού Κηφισού και της νύμφης Λιριόπης, έγινε δεκαέξη χρονών, ήταν τόσο ωραίος που πολλά κορίτσια και αγόρια  τον ερωτεύτηκαν. Η  περηφάνειά του όμως, και η άρνησή του να ανταποκριθεί στα αισθήματα των άλλων, ήταν αιτίες μιας ατέλειωτης δυστυχίας.  Καθώς μια μέρα βρισκόταν σε κυνήγι τον είδε η Ηχώ, «η φλύαρη αυτή νύμφη που δεν μπορεί να σιωπά όταν κάποιος μιλά και που όμως δεν έμαθε ακόμα να μιλά πρώτα αυτή» και τον ερωτεύτηκε παράφορα.  Η Ηχώ, μετά την απόρριψη της αγάπης της από τον Νάρκισσο, κρύφτηκε στα δάση και τα βουνά και κανείς δεν την ξανάδε πια.  Βασανισμένη από έρωτα, γινόταν ολοένα και πιο αδύνατη, μέχρι που φρεσκάδα του κορμιού της διαλύθηκε στον αέρα.  Στο τέλος το σώμα της χάθηκε και απέμεινε  μόνο η  φωνή της.  Γι’ αυτό, την Ηχώ όλοι την ακούουν αλλά κανείς δεν την βλέπει.  Η αιτία μιας τόσο μεγάλης τραγωδίας δεν μπορούσε να μείνει ατιμώρητη, και έτσι ο Νάρκισσος τιμωρήθηκε να υποστεί τα ίδια βάσανα που ο ίδιος προκαλούσε στους άλλους.  Μια μέρα λοιπόν, είδε τον εαυτό του στα καθαρά νερά μιας λίμνης και αμέσως  τον ερωτεύτηκε.  Έμεινε εκεί θαυμάζοντάς τον «την ίδια στιγμή επιθυμών και επιθυμούμενος, αναζωογονώντας ο ίδιο τις φλόγες που τον έκαιγαν».  Έτσι, « όπως το χρυσαφένιο κερί λιώνει στην απαλή ζέστη, όπως ο πρωινός παγετός διαλύεται με τη ζεστασιά του ήλιου , έτσι κι αυτός έσβησε και χάθηκε από αγάπη, και σιγά-σιγά έλιωσε από την κρυμμένη φωτιά». Οι θεοί όμως τον λυπήθηκαν και μεταμόρφωσαν το Νάρκισσο σ ένα λουλούδι που φέρει ακόμα το όνομά του, και που φυτρώνει κοντά στο νερό, έτσι που να μπορεί να βλέπει το είδωλό του.  Λέγεται μάλιστα, ότι το πάθος του συνεχίστηκε  ακόμα και μετά το θάνατό του γιατί, ταξιδεύοντας  για  τον άλλο Κάτω Κόσμο, δεν άντεξε να μη θαυμάσει τον εαυτό του  στα νερά της Στυγός.  Τόσο η λέξη «ναρκισσισμός», όσο και η λέξη «ηχώ», που επιζούν μέχρι σήμερα, βρίσκουν την αρχική τους ερμηνεία στο μύθο αυτό.
ΟΔΗΓΟΣ ΨΗΦΙΔΩΤΩΝ ΠΑΦΟΥ,ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΤΡΑΠΕΖΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Δευτέρα 20 Ιουνίου 2016




«Μία γιορτή, ένα πανηγύρι, μπορεί να πραγματοποηθεί
μόνο όταν οι άνθρωποι  συναντώνται όλοι μαζί, ξεπερ-
νώντας το φυσικό χωρισμό και την απομόνωση, δρούν
όλοι μαζί σαν ένα σώμα, πραγματικά σαν ένα πρόσωπο
μπροστά σ΄ένα γεγονός.  Και το πιό φυσικό θαύμα σε
όλες τις γιορτές είναι ακριβώς το ότι ξεπερνιέται, έστω
και προσωρινά, το επίπεδο των ιδεών και αυτής ακόμα
της ατομικότητας.»
Alexander Schmemann



Σάββατο 18 Ιουνίου 2016



Published: 17 June 2016 | Description: Print| Description: Email| Hits: 25
User Rating: 5 / 5
Bottom of Form

Top of Form
Bottom of Form
Α’ ΣΤΑΣΗ

Ἄχραντε, ἀμίαντε, ἄναρχε, ἀόρατε, ἀκατάληπτε, ἀνεξιχνίαστε, ἀναλλοίωτε, ἀνυπέρβλητε, ἀμέτρητε, ἀνεξίκακε, Κύριε, ὁ μόνος ἀθάνατος∙ τό φῶς τό ἀπρόσιτο· Σύ πού δημιούργησες τόν οὐρανό, τήν γῆ, τήν θάλασσα καί ὅλα ὅσα ὑπάρχουν σ’ αὐτά.
Σύ, πού πρίν ἀκόμα Σοῦ ζητήσουμε κάτι, μᾶς τό δίνεις.
Σέ παρακαλοῦμε καί Σέ ἱκετεύουμε:
Δέσποτα Φιλάνθρωπε, Πατέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ· ὁ ὁποῖος γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους, καί γιά τήν σωτηρία μας, κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί μέ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔλαβε σάρκα ἀπό τήν ἔνδοξη Ἀειπάρθενο καί Θεοτόκο Μαρία, καί ἔγινε ἄνθρωπος. Καί σάν ἄνθρωπος κοντά μας, πρῶτα μᾶς  δίδαξε μέ λόγια, ὕστερα ὅμως μᾶς τό ἔδειξε καί μέ ἔργα, ὅταν βάδιζε πρός τό σωτήριο Πάθος καί  ἄφησε σέ μᾶς, τούς ταπεινούς καί ἁμαρτωλούς καί ἀνάξιους δούλους Σου, τό  ὑπόδειγμα, νά κλίνουμε τά γόνατα καί νά σκύβουμε  τό κεφάλι ὅταν θέλουμε νά Σέ παρακαλέσουμε, νά συγχωρήσεις, σέ μᾶς τίς ἁμαρτίες μας, καί στόν λαό σου τά ἀπό ἄγνοια λάθη του.
Σύ, Πολυέλεε καί Φιλάνθρωπε Πατέρα ἄκουγέ μας, Σέ παρακαλοῦμε, ὅποτε καί ἄν Σέ ἐπικαλούμεθα. Ἰδιαιτέρως ἄκουσέ μας σήμερα, πού ἑορτάζουμε τήν μεγάλη ἑορτή τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς, κατά τήν ὁποία ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἀφοῦ ἀνελήφθη στούς οὐρανούς, καί κάθισε στά δεξιά Σου, ἔστειλε στούς ἁγίους μαθητές καί ἀποστόλους Του τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί Ἐκεῖνο ἦλθε καί ἐκάθισε στόν καθένα ἀπό αὐτούς· καί ἐγέμισαν ὅλοι μέ τήν ἀνεξάντλητη χάρη Του· καί ἄρχισαν νά μιλοῦν ξένες γλῶσσες, ἄγνωστές τους μέχρι τότε· νά κηρύττουν τά μεγαλεῖα Σου· καί νά κάνουν προφητεῖες.
Τώρα  λοιπόν, πού Σέ παρακαλοῦμε, εἰσάκουσέ μας·
  • Θυμήσου μας, τούς ταπεινούς καί κατακρίτους καί
  • ἐλευθέρωσέ μας ἀπό τήν αἰχμαλωσία τῶν ψυχῶν μας, Σύ τόσο μᾶς ἀγαπᾶς!
  • Γονατιστοί μπροστά Σου, Σέ ἱκετεύουμε δέξου μας, ἁμαρτήσαμε. Εἴμαστε ἔνοχοι ἐνώπιόν Σου. Μά ὅμως, ἀπό τήν στιγμή πού γεννηθήκαμε, ἀφιερωθήκαμε σέ Σένα. Ἀπό τήν κοιλιά τῆς μητέρας μας, Σύ εἶσαι ὁ Θεός μας ἔστω καί ἄν δέν πορευθήκαμε σωστά.
  • Σέ ἐγκαταλείψαμε.
  • Ἡ ζωή μας βουτήχθηκε στήν ἁμαρτία, γυμνωθήκαμε ἀπό τήν χάρη Σου, καί χάσαμε κάθε δυνατότητα, ἀκόμη καί νά ἀπευθυνόμαστε σέ Σένα.
Ὅμως καί πάλι, τήν ἐλπίδα μας τήν στηρίζουμε σέ Σένα καί στήν ἀπέραντη Εὐσπλαγχνία Σου.
  • Συγχώρησε, Κύριε, τίς ἁμαρτίες μας, πού ἀπό ἄγνοια  ἐκάναμε στά νιάτα μας.
  • Καθάρισέ μας ἀπό τό κάθε τι, πού βαραίνει τήν συνείδησή μας.
  • Μή μᾶς λησμονήσεις στά γηρατειά μας·
  • Μή μᾶς ἐγκαταλείψεις, τότε πού σιγά-σιγά ἡ ζωή μας σβήνει.
  • Ἀξίωσε μας, πρίν ἐπανέλθουμε στήν γῆ, νά ἔχουμε ἐπιστρέψει σέ Σένα.
  • Δές μας μέ εὐσπλαγχνία.
  • Βάλε ἀντιστάθισμα στίς ἁμαρτίες μας τούς οἰκτιρμούς Σου.
  • Ἀντίταξε τήν ἄβυσσο τῆς εὐσπλαγχνίας Σου στό πλῆθος τῶν πλημελημμάτων μας.
  • Δές, Κύριε, ἀπό τό ἅγιο κατοικητήριό Σου τόν λαό Σου, πού γονατιστός τριγύρω μου, περιμένει τό ἔλεός Σου.
  • Ἔλα κοντά μας, μέ τήν καλωσύνη Σου.
  • Ἀπάλλαξέ μας ἀπό τήν καταδυναστεία τοῦ Διαβόλου.
  • Ἀσφάλισε τήν ζωή μας, μέ τόν ἅγιο νόμο Σου.
  • Βάλε τόν λαό Σου κάτω ἀπό τήν προστασία τῶν ἀγγέλων Σου.
  • Σύναξε μας ὅλους στήν βασιλεία Σου.
  • Δῶσε συγγνώμη σέ ἐκείνους πού ἔχουν τήν ἐλπίδα τους σέ Σένα.
  • Συγχώρεσέ μας, καί ἐμᾶς τούς κληρικούς καί ὅλον τόν λαό Σου, γιά τά ἁμαρτήματά μας.
  • Καθάρισέ μας, μέ τήν ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος.
  • Διάλυσε τίς παγίδες, πού μᾶς στήνει ὁ διάβολος.
    Μέ τίς πρεσβεῖες τῆς πανάχραντης Μητέρας Σου καί ὅλων τῶν ἁγίων Σου. Ἀμήν.
Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον, ἀνάστησον καί διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι.
   
Β’ ΣΤΑΣΗ

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ καί Θεέ μας· τότε πού ἤσουν ἐδῶ στήν γῆ, σ᾿ ἐκείνους πού πίστευαν ὅτι εἶσαι ὄντως Θεός καί Σωτήρας τοῦ κόσμου, ἔδινες τήν εἰρήνη Σου καί τήν δωρεά τοῦ ἁγίου Πνεύματος, νά εἶναι γιά πάντα κληρονομιά τους ἀναφαίρετη.
Αὐτήν τήν χάρη, αὐτήν τήν δωρεά, τήν ἔστειλες μέ τρόπο ὁλοφάνερο, τήν ἡμέρα τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς, στούς μαθητές καί ἀποστόλους Σου, ἀφοῦ γέμισες τό στόμα τους, μέ τήν χάρη πού τούς ἔδωσαν οἱ πύρινες γλῶσσες· Καί τότε ὅλοι ἐμεῖς, ἄνθρωποι ἀπό διαφορετικά ἔθνη, ἀκούσαμε ἀπό τό στόμα τους, μέ τά ἴδια τά αὐτιά μας, καί στή δική μας γλῶσσα, ποῖος εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός.
Καί ἀπό τότε μᾶς φώτισε τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπαλλαγήκαμε ἀπό τό πνευματικό σκοτάδι· πάψαμε νά ἔχουμε ψεύτικη λατρεία· καί νά ζοῦμε στήν πλάνη.
Ναί, ἀπό τότε, πού μέ τρόπο αἰσθητό στά φυσικά μας μάτια, διένειμες στούς ἀποστόλους Σου τίς πύρινες γλῶσσες, ἐμάθαμε νά πιστεύουμε σέ Σένα. Τότε φωτισθήκαμε, τό πιστεύουμε, καί τό ὁμολογοῦμε, καί τό διακηρύττουμε, ὅτι Σύ εἶσαι ὁ Θεός μας.
Σύ, μαζί μέ τόν Πατέρα καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα· ὁ ἕνας Θεός μας· μία Θεότης· μία Δύναμη καί μία Ἐξουσία.
Σύ λοιπόν, Κύριε, τό ἀπαύγασμα τῆς δόξης τοῦ ἀνάρχου Πατέρα μας, ὁ ἀπαράλλακτος καί ἀμετακίνητος χαρακτήρας τῆς Οὐσίας Του, ἡ πηγή τῆς Χάρης καί τῆς Σοφίας, ἄνοιξέ μου, τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τά χείλη καί δίδαξέ με, πῶς καί γιά τί πρέπει νά προσεύχωμαι.
Σύ γνωρίζεις ὅλες τίς ἁμαρτίες μου, ἡ εὐσπλαγχνία Σου ὅμως θά τίς νικήσει· ὅσες κι ἄν εἶναι. Νά, στέκω μπροστά Σου μέ φόβο καί τήν ἀπόγνωση τῆς ψυχῆς μου τήν ἐπιρρίπτω στήν ἀπεραντοσύνη τοῦ ἐλέους Σου.
Κυβέρνησε τήν ζωή μου, Κύριε· Σύ πού κυβερνᾶς ὁλόκληρη τήν κτίση· Σύ πού μέσα στήν τρικυμία τῆς ζωῆς αὐτῆς, εἶσαι τό ἤρεμο λιμάνι μας.
Ἀξίωσέ με νά μάθω τόν δρόμο Σου· καί νά τόν βαδίζω.
  • Δῶσε μου Πνεῦμα σοφίας· νά κυβερνάει τήν σκέψη μου·
  • Δῶσε μου Πνεῦμα συνέσεως, σέ μένα τόν ἀνόητο.
  • Κάμε νά ἔχω Πνεῦμα εὐλάβειας καί φόβου, σέ ὅλες μου τίς πράξεις καί τίς ἐνέργειες.
  • Δῶσε τό Πνεῦμα Σου τό εὐθές νά γεμίσει τόν ψυχικό μου κόσμο.
  • Δῶσε μου τό ἡγεμονικό Σου Πνεῦμα, νά κυβερνάει καί νά στηρίζει τούς λογισμούς μου καί τίς σκέψεις μου.
    Μόνο ἔτσι, Κύριε, μόνο ἄν κάθε ἡμέρα, καί στό κάθε μου βῆμα, ὁδηγοῦμαι στό σωστό ἀπό τό Πνεῦμα Σου τό ἅγιο, θά γίνω ἄξιος νά τηρῶ τίς ἐντολές Σου, καί νά ἔχω συνεχῶς στήν μνήμη μου τήν ἔνδοξη Δευτέρα Παρουσία Σου, τότε πού θά ἔλθεις, νά μᾶς κρίνεις κατά τά ἔργα μας.
Μή μέ ἀφήνεις, Κύριε, νά μέ ξεγελᾶνε οἱ πρόσκαιρες καί φθαρτές ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλά βοήθησέ με, νά ἐπιθυμῶ νά ἀπολαύσω τούς θησαυρούς τῆς ζωῆς κοντά σέ Σένα.
Σύ Κύριε, μᾶς τό εἶπες: Ὅ,τι κι ἄν ζητήσει ὁ καθένας μας στό Ὄνομά Σου, θά τό πάρει ὁπωσδήποτε ἀπό τόν συναΐδιο Θεό Πατέρα Σου. Καί γι᾿ αὐτό, καί ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός, σήμερα, πού ἑορτάζουμε τήν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Σου Πνεύματος, Σέ ἱκετεύω: Ὅσα σοῦ ζήτησα γιά σωτηρία μου, ἱκανοποίησέ τα.
Ναί, Κύριε, πλουσιοπάροχε καί πανάγαθε, μεγάλε Εὐεργέτη ὅλων· Σύ πού μᾶς δίνεις πάντοτε περισσότερα ἀπ' ὅσα σοῦ ζητᾶμε· Σύ, πού εἶσαι πάντοτε γεμᾶτος εὐσπλαγχνία καί συμπόνια· Σύ, πού ἔγινες γιά χάρη μας ἄνθρωπος, σέ ὅλα ὅμοιος μέ μᾶς, ἐκτός ἀπό τήν ἁμαρτία· καί μᾶς ἀγαπᾶς τόσο, πού, ὅταν μᾶς βλέπεις νά λυγίζουμε τά γόνατά μας, λυγίζεις καί Σύ ἀπό ἀγάπη, ἀπό εὐσπλαγχνία καί ἀπό καλωσύνη γιά μᾶς, καί  συγχωρεῖς τίς ἀμαρτίες μας.
Ἄκουσέ με ἀπό τόν ἅγιο Θρόνο Σου, Κύριε.
  • Λυπήσου τόν κόσμο Σου, Κύριε.
  • Ἁγίασε τό λαό Σου.
  • Φύλαξέ τόν κάτω ἀπό τήν σκέπη τῶν πτερύγων Σου.
  • Μή μᾶς παραβλέπεις. Μή μᾶς ξεχνᾶς. Ἔργα τῶν χειρῶν Σου εἴμαστε!
Σέ σένα μόνο ἁμαρτάνουμε· ἀλλά καί Ἐσένα μόνο λατρεύουμε. Δέν προσκυνήσαμε ποτέ ἄλλον Κύριο.
    Ποτέ δέν ἁπλώσαμε παρακλητικά  τά χέρια μας σέ ἄλλον Θεό!
  • Παράβλεψε τά παραπτώματά μας. Συγχώρησε τίς ἁμαρτίες μας.
  • Δέξου τήν ἱκεσία, πού γονατιστοί Σοῦ ἀπευθύνουμε.
  • Ἅπλωσε μας χέρι βοηθείας.
Καί πρόσδεξε τήν προσευχή μας, σάν θυμίαμα δεκτό καί εὐάρεστο, πού φθάνει ἐνώπιον τῆς ὑπεράγαθης βασιλείας Σου.
Μέ τίς πρεσβεῖες τῆς πανάχραντης Μητέρας Σου καί ὅλων τῶν ἁγίων Σου. Ἀμήν.
   Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον, ἀνάστησον καί διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι.

Γ’ ΣΤΑΣΗ

Χριστέ ὁ Θεός, ἡ ἀστείρευτη πηγή  τῆς ζωῆς καί τοῦ φωτός· ἡ συναΐδια μέ τόν Πατέρα δημιουργική δύναμη· Σύ πού ἐξεπλήρωσες μέ τόν καλλίτερο τρόπο ὁλόκληρη τήν θεία Οἰκονομία, γιά τήν σωτηρία μας·
Σύ, πού ἔκοψες τά ἄλυτα δεσμά τοῦ θανάτου.
Σύ, πού ἔσπασες τίς κλειστές πύλες τοῦ ἅδη καί καταπάτησες ὅλα τά πονηρά πνεύματα.
Σύ, πού πρόσφερες, θυσία ἄμωμο γιά μᾶς, τόν ἑαυτό Σου, τό σῶμα Σου τό ἄχραντο, τό ἄθικτο καί ἀμόλυντο ἀπό κάθε ἁμαρτία, καί μέ τήν φρικτή αὐτή καί ἀνέκφραστη ἱερουργία, μᾶς ἐχάρισες τήν αἰώνια ζωή.
Σύ, ἡ μεγαλώνυμη σοφία τοῦ Θεοῦ Πατρός,
Σύ, ὁ μεγάλος συμπαραστάτης τοῦ κάθε ἀνθρώπου πού δοκιμάζεται,
Σύ, πού φωτίζεις ἀκόμη κι ἐκείνους πού ζοῦν σέ "χώρα καί σκιά θανάτου",
Σύ, πού μετρᾶς τά χρόνια μας· καί ὁρίζεις στόν καθένα μας τήν στιγμή τοῦ θανάτου.
Σύ, πού κατεβάζεις στόν ἅδη, ἀλλά καί βγάζεις ἀπό τόν ἅδη.
Σύ, πού μέ τήν ἀρρώστια μᾶς εὐεργετεῖς –καί ὑγιεῖς, μᾶς ἐλευθερώνεις!
Σύ, πού οἰκονομεῖς ὅλα τά ἐδῶ γιά τήν σωτηρία μας, καί τά μέλλοντα τά κατευθύνεις στό καλό· καί σ᾿ ἐκείνους πού πέθαναν, τούς δίνεις πάλι ζωή καί ἐλπίδα γιά σωτηρία καί ἀνάπαυση.
Σύ, Δέσποτα παντοκράτορ, Θεέ καί Σωτήρα μας, ἐλπίδα τοῦ κόσμου ὁλόκληρου.
Σύ, πού αὐτήν τήν τελευταία μεγάλη καί σωτήρια ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, μᾶς ἐφανέρωσες τό μυστήριο τῆς ἁγίας, ὁμοουσίου, συναΐδιας, ἀδιαιρέτου καί ἀσυγχύτου Τριάδος, καί μέ μορφή πυρίνων γλωσσῶν ἐξέχεες στούς ἁγίους ἀποστόλους Σου, τήν ἐπιφοίτηση καί τήν παρουσία τοῦ ἁγίου καί ζωοποιοῦ Σου Πνεύματος, καί τούς ἔκαμες Εὐαγγελιστές, κήρυκες καί ὁμολογητές τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης μας καί τῆς ἀληθινῆς θεολογίας.
Σύ, πού κατά τήν μεγάλη αὐτή καί σωτήρια γιά μᾶς ἑορτή, καταδέχεσαι τίς ταπεινές μας προσευχές γιά τούς νεκρούς, καί τούς δίνεις ἄνεση καί ἀναψυχή ἀπό τήν θλιβερή κατάστασή τους, ἐπάκουσε τῶν προσευχῶν μας, τῶν ταπεινῶν Σου δούλων!
Σέ Σένα στρεφόμαστε, Χριστέ, Κύριε τῆς αἰώνιας δόξας, καί ἀγαπητέ Υἱέ τοῦ Ὕψιστου Πατρός· ἀΐδιο φῶς, ἐξ ἀϊδίου φωτός· Ἥλιε τῆς Δικαιοσύνης·
Σέ παρακαλοῦμε:
Ἀνάπαυσε τίς ψυχές τῶν δούλων Σου, τῶν κεκοιμημένων πατέρων καί ἀδελφῶν μας, καί τῶν λοιπῶν κατά σάρκα συγγενῶν μας, καί ὅλων τῶν χριστιανῶν ἀδελφῶν. Σοῦ τούς μνημονεύουμε, γιατί ἔχεις ἐξουσία σέ ὅλα, καί στά χέρια Σου κρατᾶς τά πέρατα τῆς γῆς.
Ἀνάπαυσέ τους, Κύριε,  σέ κατάσταση φωτεινή, σέ κατάσταση ἀναψυχῆς, ἐκεῖ ὅπου δέν ὑπάρχει ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός· κατάταξε τά πνεύματά τους στίς σκηνές τῶν δικαίων· καί κάμε τους να ἔχουν εἰρήνη καί χαρά.
Σέ παρακαλοῦμε ἐμεῖς, γιατί οἱ νεκροί, πού βρίσκονται στίς συνθῆκες θανάτου "στόν ἅδη", δύσκολα μποροῦν νά Σέ ὑμνοῦν, νά μετανοοῦν καί νά ἐξομολογοῦνται.
Ἐμεῖς οἱ ζωντανοί Σέ δοξολογοῦμε.
Ἐμεῖς Σέ ἱκετεύουμε.
Ἐμεῖς Σοῦ προσφέρουμε εὐχές ἐξιλεωτικές καί θυσίες καί προσφορές, γιά τίς ψυχές τους.
Δέξου, Δέσποτα Χριστέ, τίς δεήσεις καί τίς ἱκεσίες μας.    
Ἀνάπαυσε τούς πατέρες μας, τίς μητέρες μας, τούς ἀδελφούς μας, τίς ἀδελφές μας, τά τέκνα μας, καί κάθε ἄλλον συγγενῆ καί ὁμογενῆ μας· καί ὅλες ἀνεξαιρέτως τίς ψυχές τῶν ἀδελφῶν μας Χριστιανῶν, πού ἀναπαύθηκαν μέ τήν ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ζωῆς κοντά Σου.
Κατάταξε τά πνεύματα καί τά ὀνόματά τους στό Βιβλίο τῆς ζωῆς, στήν ἀγκαλιά τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ. Στήν χώρα τῶν ζώντων πού εἶσαι Σύ, στήν βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, στόν Παράδεισο τῆς τρυφῆς.
Ὁδήγησέ μας ὅλους, μέ  τούς φωτεινούς Σου ἀγγέλους, κοντά Σου. Καί ὅταν θά ἔλθει ἡ ἡμέρα καί ἡ ὥρα, πού Σύ ὥρισες, ἀνάστησε καί τά σώματά μας, κατά τίς ἀληθεῖς ὑποσχέσεις Σου.
Δέν ὑπάρχει θάνατος, Κύριε, γιά μᾶς τούς δούλους Σου. Δέν εἶναι θάνατος γιά μᾶς, οὔτε συμφορά, ὅταν φεύγουμε ἀπό τό σῶμα καί ἐρχόμαστε σέ Σένα, τόν Θεό μας. Μετάβαση εἶναι, ἀπό μιά κατάσταση λυπηρή, σέ ἄλλη καλή καί χαρούμενη καί Ἀνάπαυση καί χαρά!
Καί ἄν σέ κάτι Σέ πικράναμε, σπλαγχνίσου μας Κύριε. Κανένας δέν θά βρεθῆ ἐνώπιον Σου καθαρός ἀπό ρύπο ἁμαρτίας, ἔστω καί ἄν ἡ ζωή του εἶναι μόνο μιά ἡμέρα. Ἕνας ὑπῆρξε στήν γῆ ἀναμάρτητος. Σύ, ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός, ἀπό τόν ὁποῖο ὅλοι μας ἐλπίζουμε νά βροῦμε ἔλεος καί ἄφεση ἁμαρτιῶν.
Γι᾿ αὐτό, Κύριε, σάν ἀγαθός καί φιλάνθρωπος Θεός, καί σέ μᾶς καί σέ ὅλους τούς κεκοιμημένους, συγχώρησέ μας τά παραπτώματά μας· τά ἑκούσια καί τά ἀκούσια· τά ἐν γνώσει· τά ἐν ἀγνοία· ὅσα θυμόμαστε καί ὅσα ξεχάσαμε· εἴτε τά διαπράξαμε μέ λόγο, εἴτε μἐ ἔργο, εἴτε κατά διάνοια, εἴτε μέ ὁποιοδήποτε τρόπο, καί μέ ὁποιαδήποτε κίνηση.
Ἐκείνους μέν, πού πρόλαβαν καί ἔφυγαν, ἐλευθέρωσέ τους ἀπό κάθε βάρος καί κρῖμα. Καί δῶσε τους ἄνεση.
Ἐμᾶς δέ, πού στέκουμε γονατιστοί μπροστά Σου, εὐλόγησέ μας· καί δῶσε μας, τέλος καλό καί εἰρηνικό· καί τήν φρικτή καί φοβερή ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας Σου, ἄνοιξέ μας τά σπλάγχνα τοῦ ἐλέους Σου καί τῶν οἰκτιρμῶν Σου, καί κάμε μας ἄξιους, νά γίνουμε μέτοχοι ὅλοι τῆς βασιλείας Σου, τῆς αἰώνιας καί ἀτελεύτητης, μέ τίς πρεσβείες τῆς πανάχραντης Μητέρας Σου. Ἀμήν.
Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον, ἀνάστησον καί διαφύλαξον ἡμᾶς, ὁ Θεός, τῇ σῇ χάριτι.
ΠΗΓΗ : enoriako.info
| Category: Κείμενα / Κήρυγμα Κυριακής