Σάββατο 23 Μαΐου 2015



        Όμως αγνοείτε όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν ;(Ρωμ.5,3). Το Βάπτισμα – δώρο της καινότητας της ζωής – αναγγέλεται ως ομοίωμα του θανάτου.  Γιατί ; Γιατί η καινούργια ζωή, που ο Χριστός δίνει σε όσους πιστεύουν σε Εκείνον, φεγγοβόλησε από τον τάφο.  Γιατί τούτος ο κόσμος  απόδιωξε το Χριστό, αρνήθηκε να δεί σε Εκείνον την ίδια τη ζωή του και την πλήρωσή του.  Και αφού δεν έχει άλλη ζωή από το Χριστό, ο κόσμος καταδίκασε τον εαυτό του σε θάνατο.  Η μοναδική απώτερη πραγματικότητα του κόσμου είναι ο θάνατος, και καμιά από τις κοσμικές εσχατολογίες, στίς οποίες ακόμα οι άνθρωποι στηρίζουν τις ελπίδες τους, δεν έχει αντιτάξει το παραμικρό στην απλή  διατύπωση του Tolstoy : «και ύστερα από μιά ανόητη ζωή θα ακολουθήσει ένας ανόητος θάνατος» . . . Αλλά ο Χριστιανός είναι ακριβώς εκείνος που ξέρει πώς η αληθινή    παραγματικότητα του κόσμου – αυτού του κόσμου, αυτής της δικιάς μας ζωής, όχι κανενός μυστηριακού «άλλου» κόσμου – βρίσκεται στί Χριστό.  Ο Χριστιανός μάλλον ξέρει πώς αυτή η πραγματικότητα είναι ο Χριστός.  Στην αυτάρκειά του ο κόσμος και όλα όσα υπάρχουν μέσα στον κόσμο δεν έχουν νόημα.  Και όσο ζούμε σύμφωνα με τον τρόπο αυτού του κόσμου, όσο με άλλα λόγια κάνομε τη ζωή μας αυτοσκοπό, κανένα νόημα και κανένα τέρμα δεν μπορούν να ορθοποδήσουν, γιατί αφανίζονται με το θάνατο.  Μονάχα σαν παρατήσομε λεύτερα, ολοκληρωτικά, δίχως όρους, την αυτάρκεια της ζωής μας και αποθέσομε ολόκληρο το νόημά της στο Χριστό, μας παρέχεται η «καινότητα της ζωής» - που σημαίνει καινούργια κατοχή του κόσμου ή απόχτηση του κόσμου από την αρχή.  Ο κόσμος τότε γιίνεται αληθινά το μυστήριο της παρουσίας του Χριστού, το μεγάλωμα της Βασιλείας  και της αιώνιας ζωής.  Γιατί ο Χριστός εγερθείς  εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος  Αυτού ουκέτι κυριεύει.  Έτσι το Βάφτισμα είναι  ο θάνατος της εγωπάθειας και της αυτάρκειας, και είναι το ομοίωμα του θανάτου του Χριστού, επειδή ο θάνατος του Χριστού είναι τούτη η δίχως όρους παράδοση.  Και καθώς ο θάνατος του Χριστού «πάτησε χάμω το θάνατο», επειδή με αυτόν αποκαλύφτηκε το απώτερο νόημα και η δύναμη της ζωής, έτσι και ο θάνατός μας μαζί με Εκείμον μας ενώνει με την καινούργια «ζωή στο Θεό».        
         Καί το νόημα αυτής της καινότητας της ζωής φανερώνεται όταν ντύνομε αμέσως ύστερα από το Βάφτισμα το νεοφότιστο με ένα άσπρο ρούχο.  Είναι το ρούχο ενός Βασιλιά.  Ο άνθρωπος είναι και πάλι βασιλιάς της δημιουργίας.  Ο κόσμος είναι και πάλι η ζωή του, όχι ο θάνατός του, γιατί ξέρει τι να πράξει με τον κόσμο.  Ο άνθρωπος βρίσκεται και πάλι αποκαταστημένος μέσα στη χαρά και στη δύναμη της αληθινής ανθρώπνης φύσης.
Alexander Schmemann ”For the Life and the World” , National Student Christian Federation, Third printing, June 1964  «ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ» εκδ.  ΔΟΜΟΣ Αθήνα 1998

Κυριακή 17 Μαΐου 2015



        Η εορτή της Αναλήψεως αποτελεί γιορτασμό του ανοίγματος του ουρανού στούς ανθρώπους, του ουρανού ως του νέου και αιώνιου οίκου, του ουρανού ως της αληθινής μας πατρίδας.  Η αμαρτία χώρισε βίαια τη γή από τον ουρανό και μας έκανε γήινους και χοντροκομένους, προσήλωσε το βλέμμα μας στο έδαφος και έκανε τη ζωή μας αποκλειστικά γεωτροπική.  Αμαρτία είναι η προδοσία του ουρανού μέσα στη ψυχή.  Αυτή ακριβώς τη μέρα, την εορτή της Αναλήψεως, νιώθουμε τρομοκρατημένοι από αυτή την άρνηση που γεμίζει ολόκληρο τον κόσμο.  Ο άνθρωπος με υπεροψία και περηφάνια αναγγέλλει πώς είναι μόνο υλικός, πώς ολόκληρος ο κόσμος είναι υλικός, και πώς τίποτε δεν υπάρχει πέρα από το υλικό.  Και γιά κάποιο λόγο είναι ακόμη και χαρούμενος γι’ αυτό, και μιλά με οίκτο και συγκατάβαση γι’ αυτούς που ακόμη πιστεύουν σε κάποιο είδος  «ουρανό» σαν να πρόκειται για γελωτοποιούς ή για αγροίκους.  Ελάτε αδελφοί, «ουρανός» είναι απλός ο ουρανός, είναι τόσο υλικός όσο και κάθετι άλλο.  Δεν υπάρχει τίποτε άλλο, δεν υπήρξε ούτε και θα υπάρξει.  Πεθαίνουμε, εξαφανιζόμαστε.  Έτσι στο μεταξύ ας κτίσουμε έναν επίγειο παράδεισο και ας ξεχάσουμε τις φαντασίες  των παπάδων.  Αυτό εν συντομία είνα το τελικό αποτέλεσμα και η ουσία του πολιτισμού μας, της επιστήμης, της ιδεολογίας μας.  Η πρόοδος καταλήγει στο νεκροταφείο, με την πρόοδο των σκουληκιών που τρέφονται από τα πτώματα.  Αλλά τι μας προτείνετε, μας ερωτούν, ποιός είναι αυτός ο ουρανός για τον οποίο μιλάτε, στον οποίον ο Χριστός ανελήφθη ;  Τέλος πάντων, τίποτε δεν υπάρχει στον ουρανό για τον οποίο μιλάτε.
Ας  απαντήσει σ’ αυτό  το ερώτημα ο Ιωάννης Χρυσόστομος, ο μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας που έζησε δέκα έξι αιώνες πρίν. Μιλώντας για τον ουρανό, αναφωνεί : «Τι ανάγκη έχω από τον ουρανό, όταν εγώ ο ίδιος θα γίνω ουρανός ; . . .».  Ας έρθει η απάντηση απο τους Πατέρες μας που ονόμασαν την Εκκλησία «επίγειο ουρανό».  Το ουσιαστκό σημείο αυτών των δύο απαντήσεων είναι το εξής : ουρανός είναι το όνομα της αυθεντικής  κλήσης μας ως ανθρώπινα πλάσματα, ουρανός είναι η τελική αλήθεια για τη γή.  Όχι, ο ουρανός δε βρίσκεται κάπου στο ανώτερο διάστημα πέρα από τους πλανήτες ή σε κάποιον άγνωστο γαλαξία.  Ουρανός είναι αυτό που μας επιστρέφει ο Χριστός, ότι χάσαμε με την αμαρτία και την υπερηφάνεια, με τις επίγειες , αποκλειστκά γήινες, επιστήμες και ιδεολογίες, και τώρα είναι ανοικτός, μας τον προσφέρει και μας τον επιστρέφει ο Χριστός.  Ουρανός είναι το βασίλειο της αιώνιας ζωής, το βασίλειο της αλήθειας, της καλωσύνης και της ομορφιας. Ουρανός είναι ολόκληρη η πνευματική μεταμόρφωση της ανθρώπιμης ζωής.  Ουρανός είναι η βασιλεία του Θεού, η νίκη πάνω στο θάνατο, ο θρίαμβος της αγάπης και της φροντίδας.  Ουρανός είναι η εκπλήρωση αυτής της έσχατης επιθυμίας, για την οποία ειπώθηκε: «ά οφθαλμός ούκ είδε και ούς ούκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ούκ ανέβη, ά ητοίμασεν ο Θεός τοίς αγαπώσιν αυτόν» (Α’ Κορ. 2,9) μάτι δεν τα είδε κι ούτε τ άκουσε αυτί κι ούτε πού τα ‘βαλε ο λογισμός του ανθρώπου, όσα ετοίμασε ο Θεός για κείνους πού τον αγαπούν- Όλα αυτά μας έχουν αποκαλυφθεί, μας έχουν δοθεί από το Χριστό.  Καί έτσι ο ουρανός διαπερνά τη ζωή μας εδώ και τώρα, η ίδια η γή γίνεται  μιά αντανάκλαση, ένα είδωλο της ουράνιας ομορφιάς.  Ποιός  κατήλθε από τον ουρανό στη γή για να μας επιστρέψει τον ουρανό ;  Ο Θεός.   Ποιός ανέβηκε από τη γή στον ουρανό; Ο άνθρωπος Ιησούς.

Alexander Schmemann, Celebration of Faith,The Church Year, Vol.2,ST VLADIMIR'S
SEMINARY PRESS,1994, ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ, εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ.
     

Σάββατο 9 Μαΐου 2015



«. . . πνεύμα ο Θεός,καί τούς προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δεί προσκυνείν »
Ο Θεός είναι πνεύμα.  Κι αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια.
        Δεν υπάρχει  αμφιβολία πώς οι στίχοι αυτοί από το ευαγγέλιο του Ιωάννη είναι κρίσιμοι στην κατανόηση του Χριστιανισμού.  Αυτά τα λόγια εκφράζουν και αιώνια διακηρύσσουν μιά γνήσα  θρησκευτκή επανάσταση, μιά επανάσταση στην έννοια της θρησκείας. Σ’ αυτές τις  λίγες  γραμμές βλέπουμε τη γέννηση του Χριστανισμού. «Εν πνεύματι  και αληθεία» !
        Η θρησκεία μέχρι τότε και γιά αιώνες αποτελείτο από κανόνες, νόμους και διατάξεις, και έτσι η τήρηση της θρησκείας συνίστατο αποκλειστικά από μιά τυφλή, αναντίρρητη υποταγή σ’ αυτούς τους κανόνες.  Όχι σ’ αυτό το βουνό αλλά στα Ιεροσόλυμα.  Όχι εδώ, αλλά εκεί.  Όχι μ’ αυτόν τον τρόπο αλλά μ’εκείνον.  Έτσι προσφέροντας στο Θεό χιλιάδες τέτοιες συνταγές, οι άνθρωποι προστατεύονταν από τους μπελάδες, από τον φόβο και από την επώδυνη αναζήτηση.  Είχαν κατασκευάσει ένα κλουβί στο οποίο το κάθετι ήταν προσεκτικά κα σαφώς καθορισμένο και δεν υπήρχε άλλη απαίτηση από την ακριβή  τήρησή του.  Όλα αυτά τώρα σβήνονται και ανατρέπονται με λίγες λέξεις.  Η προσκύνηση δε γίνεται σ’ αυτό το βουνό, ούτε στα Ιεροσόλυμα, αλλά «εν πνεύματι και αληθεία».  Μ’ άλλα λόγια όχι με φόβο και στα τυφλά όχι με αγωνία και στενοχώρια, αλλά με γνώση και ελευθερία, με ελεύθερη επλογή και αγάπη, όπως η αγάπη του παιδιού για τον πατέρα του.
        Τώρα στο κέντρο της θρησκείας, στην καρδιά της, δε βρίσκεται ο νόμος, η υποταγή, η συνταγή, αλλά η αλήθεια: ” γνώσεσθε την αλήθειαν ” είπε ο Xριστός, “ και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς ” (Ιωάν 8,32).  Στην καρδιά της τώρα βρίσκετα η διαδικασία της αναζήτησης: “ ζητείτε και ευρήσετε  “ (Ματθ. 7,7).   Όχι καθησυχασμός, αλλά δίψα : “μακάριοι πεινώντeς και διψώντες την δικαιοσύνην “  (Mατθ. 5,6).  Όχι δουλεία, αλλά ελευθερία :  “ ουκέτι υμάς λέγω δούλους, ότι ο δούλος ούκ οίδε τί ποιεί αυτού  ο κύριος “ (Ιωαν. 15,15).  Όχι φιλονομία αλλά αγάπη : “ έλεον θέλω  καί ού θυσίαν “ (Ματθ. 9,13). “  Εντολήν καινήν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς  ίνα  καί υμείς αγαπάτε αλλήλους  “(ιωάν.1,34).
Alexander Schmemann, Celebration of Faith, The Church Year, Vol.2, ST  VLADIMIR’S PRESS, 1994.
ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ, εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ, 1997 α’  έκδοση.

Κυριακή 3 Μαΐου 2015



Κυριακή του Παραλύτου - Μόνο ένα θαύμα... θα με έπειθε
Created: 09 May 2014 | Published: 30 April 2015 | Description: Print| Description: Email| Hits: 829
Κυριακή του Παραλύτου, 11 Μαΐου 2014
Άραγε όταν ακούμε ή επιθυμούμε και επιδιώκουμε ένα θαύμα, τι περιμένουμε; Περιμένουμε μια ως δια μαγείας λύση; Περιμένουμε άραγε ότι το θαύμα είναι μια υπόθεση στην οποία εμείς θα έχουμε την, κατά το δυνατόν, μικρότερη συμμετοχή; Κάποιος θα μας διευκολύνει σε μια πιεστική κατάσταση την οποία βιώνουμε, σ’ ένα αδιέξοδο που αντιμετωπίζουμε;
Δύο παραμέτρους έχει κάθε θαύμα: α. να ακούσουμε τη διήγηση κάποιου θαύματος, και β. να ζήσουμε κάποιο θαύμα. Και βέβαια, και οι δύο αυτές παράμετροι έχουν διαφορετικές συνεπαγωγές και συνεπακόλουθα.
Σήμερα το Ευαγγέλιο περιέγραψε ένα θαύμα. Ένας παράλυτος πάρα πολλά χρόνια βρίσκεται δίπλα σε μια… πηγή θαυμάτων! Η Ιερουσαλήμ ήταν μια πόλη με τείχη. Είχε επίσημες πύλες και ανεπίσημες. Είχε πύλη για να μπαίνει και να βγαίνει ο βασιλιάς ή ο λαός, αναλόγως. Είχε επίσης και πύλες στις οποίες μπαινόβγαιναν τα ζώα. Δίπλα σε μια τέτοια πύλη, η οποία εξαιτίας αυτής της χρήσεως ονομαζόταν προβατική, βρισκόταν μια δεξαμενή. Ένα αγίασμα όπως θα λέγαμε σήμερα. Εκεί συνέβαινε το εξής: Κατά απροσδιόριστα διαστήματα, γινόταν μια επέμβαση της δυνάμεως του Θεού και ένας άγγελος ανακάτευε τα νερά αυτού του αγιάσματος·  όποιος άρρωστος έμπαινε αμέσως μετά την ανατάραξη του ύδατος γινόταν καλά. Αυτό ήταν κοινός τόπος. Το ήξεραν όλοι. Ήταν καθημερινότητα. Εκείνο που δε ήξεραν ήταν το πότε θα συμβεί και αν οι ίδιοι θα μπορέσουν να μπουν. Κι εκεί ο Χριστός (περιγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης) συνάντησε έναν επί τριάντα οχτώ χρόνια παράλυτο να περιμένει «την ταραχήν του ύδατος» και του είπε: «Θέλεις να γίνεις καλά;». Τον ρωτούσε αυτονόητα πράγματα. Αφού καθόταν εκεί δίπλα και ήταν και παράλυτος, μπορούσε να μη θέλει να γίνει καλά; Ποιος στραβός -όπως λέμε- δε θέλει το φως του; Ο παράλυτος όμως του αποκρίθηκε, όχι αν θέλει  ή όχι, το οποίο θεώρησε αυτονόητο, αλλά με μια φρικτή κουβέντα. Του είπε: «Δεν έχω άνθρωπο. Δεν έχω κανένα να με βάλει κάτω από τη θαυματουργική αυτή ενέργεια». Δηλαδή, λέει, ότι για να φτάσει κανείς στην ευεργετική ενέργεια του Θεού χρειάζεται την βοήθεια κάποιου ανθρώπου!
Εμείς ατυχώς πολλές φορές έχουμε την αντίληψη ότι το θαύμα είναι ένα πιστόλι στον κρόταφό μας: «Ή πιστεύεις ή σου τινάζω τα μυαλά στον αέρα». Το θαύμα, όμως, δεν είναι απαραιτήτως αφορμή και γεννήτρια πίστεως. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ότι η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Χριστού δεν γεννιέται από κάποιο θαύμα. Άπειρα παραδείγματα μπορεί κανείς να ζήσει. Μπορεί να έχει εμπειρία ανθρώπων οι οποίοι οι ίδιοι ήταν αποδέκτες μιας επεμβάσεως του Θεού στην ζωή τους, και μετά από λίγο Του γύρισαν τα νώτα και προχώρησαν τον δρόμο τους, ζώντας σε απόσταση από τον Θεό. Μπορεί να βρει κανείς ανθρώπους οι οποίοι έχοντας δει ένα θαύμα, μετά την πρώτη εντύπωση, έζησαν την καταλυτική κούραση αυτών που λένε: «Ε… σύμπτωση ήταν, γιατί δεν γίνεται και στους υπόλοιπους ;». Και στην συνέχεια βούλιαξαν στην αδιαφορία της αφασίας. Και βέβαια, αν ξεφυλλίσει κανείς το Ευαγγέλιο, θα δει την περίπτωση ανθρώπων οι οποίοι έβλεπαν ότι ο Λάζαρος είχε αρχίσει να αποσυντίθεται μέσα στον τάφο, και το αισθάνονταν  αυτό οι πάντες δια της οσμής, και αυτοί οι ίδιοι μετά από λίγο, όταν τον είδαν αναστημένο και ανάμεσά τους, γεμάτοι ιδεολογικό πείσμα, δεν δίστασαν να λένε: Τώρα θα σκοτώσουμε και τον Λάζαρο.
Το θαύμα είναι τα χνάρια του Θεού. Είναι οι πατημασιές Του πάνω στο χιόνι. Είναι το γεγονός που κάνει φανερή την ύπαρξή Του. Είναι το αποτύπωμά Του. Όπως όμως τα χνάρια πάνω στο χιόνι δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά το πέρασμα του ανθρώπου (κι όποιος έχει μυαλό, μπορεί να ξεχωρίσει τι είναι αυτό που προπορεύεται, αναγνωρίζοντας τα χνάρια στο χιόνι), με τον ίδιο τρόπο πρέπει να λειτουργεί και το θαύμα στις συνειδήσεις των χριστιανών. Πρέπει να λειτουργεί με την λογική της αφορμής για αναζήτηση του Θεού και όχι επιβεβαίωσης της υπάρξεώς Του. Ακολουθώντας αυτά τα χνάρια, μας δίνεται η δυνατότητα να αποκτήσουμε μια σχέση μαζί Του. Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, χρειάζεται να υπάρξει κάποιος ο οποίος θα μας ποδηγετήσει, θα μας βάλει μέσα στην κολυμβήθρα. Γιατί τις περισσότερες φορές κι εμείς είμαστε παράλυτοι.
Όλοι οι άνθρωποι θέλουν να βρουν και να έχουν ένα σκοπό και νόημα στην ζωή τους. Αλλά έρχεται η καθημερινότητα με τα θέματά της, τις αγωνίες, τα πάθη ή ακόμα πολλές φορές και τις στραβές ιδέες, και τότε αυτό το «θέλω» εξασθενεί και γίνεται πολύ αδύνατο. Γίνεται  παράλυτο.
Χρειάζεται  κάποιος άνθρωπος να μας πάρει και να μας «ρίξει» μέσα στην κολυμβήθρα της Εκκλησίας, μέσα από την οποία θα βγούμε υγιείς κατά τον έσω άνθρωπο. Εμείς βέβαια αξιολογούμε πολλές φορές τα πράγματα και τις καταστάσεις, όπως στην περίπτωση του άλλου παράλυτου, που τον πάνε μπροστά στον Χριστό και ο Χριστός του λέει: «Έλα! Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Τί σκάνδαλο και θόρυβος και σχόλια ειρωνικά έγιναν τότε! «Δεν γύρεψε συγχώρηση αμαρτιών, να περπατήσει θέλει». Ατυχώς, όπως εκείνοι έτσι κι εμείς είμαστε υποδουλωμένοι στα φαινόμενα! Ο Θεός όμως δεν είναι υποδουλωμένος στα φαινόμενα. Είναι «υποδουλωμένος» στην πραγματικότητα. Ο Χριστός είναι η μοναδική πραγματικότητα.
Πρέπει, λοιπόν, να ξεκαθαρίσουμε μέσα μας πώς λειτουργεί το θαύμα. Όταν γυρεύω κάτι από τον Θεό, σε τι λογική σχέσεων είμαστε; Τον εμπιστεύομαι ή είμαι απλώς σε μια λογική του τύπου: «Ας δοκιμάσω κι αυτό το φάρμακο, όπως δοκίμασα άλλα δεκαπέντε, να δω τι θα γίνει». Μπορεί καμιά φορά να συμβεί κι αυτό. Η ανθρώπινη ζωή έχει τόση ποικιλία που άκρη δεν βρίσκεται, αλλά τουλάχιστον οφείλουμε να κρατήσουμε έναν απαραίτητο όρο, που λέγεται: Ειλικρίνεια! Μπορεί να πούμε κι εμείς: «ατρος κατηνάλωσα τν παντά μου βίον», όπως έλεγε και αυτός και η Χαναναία, και η αιμορροούσα, και  άλλα πρόσωπα σε περιστατικά του Ευαγγελίου. Αν  καταλήγουμε στον Χριστό, θα πρέπει να καταλήξουμε με ειλικρίνεια. Το θαύμα θα πρέπει να γίνει αφορμή για να πλησιάσουμε κοντύτερα σ’ Αυτόν. Να αποκτήσουμε σχέση, η οποία δεν εξαρτάται από τα εξωτερικά.
Χρειάζεται να καταλάβουμε ότι ο έσω μας άνθρωπος (καρδιά και νους) πρέπει να αποκτήσει σχέση με τον Χριστό. Χρειάζεται να σκεφτούμε: Αναστήθηκε ο γιος της χήρας της Ναΐν· ένα σωρό τυφλοί βρήκαν το φως τους· θεραπεύτηκε αυτός ο παράλυτος, καμία μαρτυρία όμως δεν έχουμε τι απέγιναν τελικά αυτοί οι άνθρωποι μετά το θαύμα. Ούτε καν αν γίναν χριστιανοί. Ούτε αν Τον ακολούθησαν μετά την Σταύρωση. Γίναν αποδέκτες της επεμβάσεως του Θεού, αλλά κανείς δεν ξέρει αν αποκτήσανε σχέση μαζί Του. Υπάρχει μάλιστα και μια παράδοση που μας λέει πως περισσότερο απ᾿ όλους φώναζε «σταύρωσον ατόν» ο τυφλός ο οποίος με θαύμα του Χριστού είχε δει.
Θέλει  μ’ αυτήν την παράδοση η Εκκλησία να επισημάνει ότι τα εξωτερικά δεν είναι η απαραίτητη προϋπόθεση, ούτε το τέρμα της σχέσεως ενός ανθρώπου με τον Χριστό. Πρέπει ο άνθρωπος να αποκτήσει εσωτερική σχέση. Πρέπει τα εξωτερικά να γίνουν σκαλοπάτι για να πάει παραμέσα. Το θαύμα θα πρέπει να πάψει να είναι «ένα αναγκαστικό σπρώξιμο»,  και  να γίνει αφορμή για μια σχέση, όπως θα λέγαμε, ενός πατέρα και μιας μάνας με το παιδί τους, στην οποία σχέση  αυτό το παιδί, έχοντας την αίσθηση της τρυφερότητας και της φροντίδας τους, ανταποκρίνεται ανταποδοτικά και βιώνει αυτή τη σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους.
Το κομμάτι αυτό του Ευαγγελίου έχει μια τραγική επικαιρότητα σήμερα. Πάρα πολλοί άνθρωποι, γύρω μας ή και πολύ κοντά μας, βρίσκονται στην ίδια μοναξιά του συνωστισμού και στην ίδια σύγχυση απαιτήσεων για «βεβαιωτικά θαύματα». Εκεί τότε, γύρω από την κολυμβήθρα, συνωστίζονταν άνθρωποι, ο καθένας από τους οποίους έβλεπε μονάχα τον εαυτό του και νοιαζόταν μονάχα για τον εαυτό του. Και σήμερα ερχόμαστε ακριβώς στην ίδια λογική. Είμαστε στην μοναξιά του συνωστισμού. Ένα πλήθος που πορεύεται με την λογική: παράλληλες μοναξιές που δεν τέμνονται πουθενά, χωρίς καμία απολύτως επικοινωνία. Την παραλληλότητα αυτή μπορεί να την σπάσει μονάχα ο Χριστός, δημιουργώντας επικοινωνία.
Στον παράλυτο η τελευταία κουβέντα που του λέει ο Χριστός είναι: «μηκέτι μάρτανε». Αυτό λέει και σε μας που τυραγνιόμαστε στην μοναξιά της πολυκοσμίας. Η αμαρτία σπάει τους δεσμούς επικοινωνίας και με τον Θεό και με τους ανθρώπους! Όταν ελευθερωθώ από την αμαρτία τότε θα μπορέσω να δω τους άλλους ως σωτηρία και όχι ως ευκαιρία. Ως αφορμή θυσιαστικής αγάπης και όχι ως αφορμή εκμετάλλευσης. Αν αυτό δεν το καταλάβουμε, θα πορευόμαστε μόνοι μας και θα λέμε, και εμείς, σαν τον παράλυτο: «νθρωπον οκ χω».
Με αγάπη και ευχές
Ο εφημέριος σας
π. Θεοδόσιος
 Πηγή : www.enoriako.info