Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

ΤΟ ΝΕΟ ΕΤΟΣ
        Είναι παλιό έθιμο: την παραμονή του Νέου Έτους, όταν το ρολόι κτυπήσει μεσάνυχτα, σκεφτόμαστε τις επιτθυμίες μας για το νέο έτος και προσπαθούμε να εισέλθουμε στο άγνωστο μέλλον μ΄ένα όνειρο, προσδοκώντας ταυτόχρονα την εκπλήρωση κάποιας αγαπητής μας επιθυμίας.  Σήμερα, για άλλη μια φορά βρισκόμαστε μπροστά σ΄ένα νέο έτος.  Τί επιθυμούμε για τούς ίδιους, για τούς άλλους, για τον καθένα ;  Ποιό είναι ο τέλος όλων μας των ελπίδων ;  Η απάντηση είναι μονίμως η ίδια αιώνια λέξη: ευτυχία.  Ευτυχές το Νεο Έτος !  Η ιδιαίτερη ευτυχία που επιθυμούμε είναι φυσικά διαφορετική και προσωπική για τον καθένα μας, αλλά όλοι μας μετέχουμε στην κοινή πίστη πώς αυτό το έτος η ευτυχία θα μας πλησιάσει, πώς μπορούμε να ελπίσουμε σ΄αυτή με προσδοκία.
        Πότε όμως είναι κάποιος αληθινά ευτυχισμένος ;  Μετά από αιώνες εμπειρίας και γνώσης σχετικά με τον άνθρωπο, δέν μπορούμε πλέον να εξισώνουμε την ευτυχία με οποιοδήποτε εξωτερικό γνώρισμα, π.χ. χρήματα,υγεία, επιτυχία κ.λπ.  Γνωρίζουμε πώς τίποτε απ΄όλα αυτά δεν ανταποκρίνεται πλήρως σ΄αυτή τη μυστηριώδη και πάντοτε φευγαλέα έννοια της ευτυχίας.  Είναι σαφές πώς η φυσική άνεση φέρνει ευτυχία, αλλά όχι τέλεια.  Τα χρήματα φέρνουν ευτυχία, αλλά και άγχος.  Η επιτυχία φέρνει ευτυχία, αλλά καί φόβο.  Είναι εκπληκτικό πώς όσο περισσότερη  εξωτερική ευτυχία διαθέτουμε, τόσο περισσότερο εύθραστη γίνεται και πιό ατίθασος ο φόβος πώς θα τη χάσουμε καί θα μείνουμε με άδεια χέρια.  Πιθανώς αυτός είναι και ο λόγος πού ευχόμαστε ο ένας στον άλλο "μια νέα ευτυχία" για το Νέο Έτος.  Η "παλιά" ευτυχία ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε, κάτι πάντοτε έλειπε.  Τώρα όμως ατενίνουμε ξανά μπροστά μας με μιά ευχή, ένα όνειρο, μιά ελπίδα . . . 
. . . Να μπορούσαν οι άνθρωποι, σ΄αυτή τη μάταιη δίψα για ευτυχία, να έβρισκαν μέσα τους τη δύναμη να σταματήσουν, να σκεφτούν, να ατενίσουν τα βάθη της ζωής ! 
      Να μπορούσαν  να ακούσουν τα λόγια, τη φωνή που τούς καλεί αιώνια μέσα σ' αυτά τα βάθη.  Άς γνώριζαν μόνο τί είναι αληθινή ευτυχία.  "Την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ' υμών"   Δεν είναι αυτό πού ονειρευόμαστε όταν το ρολόι κτυπήσει μεσάνυχτα ;  Τη χαρά που κανείς δεν μπορεί να αφαιρέσει ;    Πόσο σπάνια όμως φτάνουμε σε τέτοια βάθη !  Πόσο φοβόμαστε για κάποιο λόγο και τα παραμερίζουμε : "Όχι σήμερα, αλλά αύριο, ή μεθαύριο, θα στρέψω την προσοχή στα ουσιώδη και αιώνια" μόνο όχι σήμερα.  Υπάρχει καιρός".
        Γιατί καθυστερούμε ;  Επειδή ακριβώς εδώ, ανάμεσά μας, δίπλα μας, στέκεται Κάποιος : "ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω " Αν μόνο παραμερίζαμε το φόβο μας καί Τον κοιτάζαμε, θα βλέπαμε ένα τέτοιο φώς, μιά τέτοια χαρά, και μιά τέτοια περίσσεια ζωής, πού σίγουρα θα καταλαβαίναμε το νόημα αυτής της φευγαλέας και μυστηριώδους λέξης "ευτυχία".
Alexander Schmemann, "Celebration of Faith, The Church Year, Vol.2" ST VLADIMIR'S  PRESS 1994
"ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ, Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος, Βίωση της Πίστης-Β, εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ" 

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

          ". . . Χριστὸς γεννᾶται, τὴν πρὶν πεσοῦσαν ἀναστήσων εἰκόνα."
ή
Χριστούγεννα, ξανάνιωμα
του παλιωμένου κόσμου,
σάν φώς καί δύναμη ψυχής
και νού σάς νιώθω εντός μου
                                          Γ. Βερίτης

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Ο  Μεταμφιεσμένος Βασιλιάς

Ο Σόρεν Κίργκεργκωρ, ο Δανός φιλόσοφος, μας έχει δώσει μια ωραία παραβολή για τον τρόπο με τον οποίον ο Χριστός επέλεξε να έρθει κοντά μας.
"Μια φορά κι ένα καιρό, ζούσε ένας πρίγκιπας, που ήταν μόνος και ήθελε πολύ να παντρευτεί μια όμορφη κοπέλα, που θα γινόταν η αυριανή βασίλισσα.  Κοντά στο παλάτι του υπήρχε μια μεγάλη πόλη κι ο πρίγκιπας συχνά ανέβαινε στην άμαξά του και επισκεπτόταν την πόλη για τίς διάφορες δουλειές του πατέρα του.
Μια μέρα, για να βρεί κάποιον έμπορο, κατέβηκε στην αγορά, σ΄ένα φτωχικό μέρος της πόλης.  Πώς έτυχε να ρίξει το βλέμμα του έξω απ΄το παράθυρο και να αντικρίσει τα μάτια μιας πανέμορφης κόρης!
Είχε και πάλι την ευκαιρία, μετά από λιγες μέρες, να ξανακατεβεί στο ίδιο μέρος-ίσως να τον τραβούσαν τα μάτια της κοπελιάς.  Ήταν καλότυχος και τη συνάντησε μια δυο φορές. . . 
Σύντομα κατάλαβε πως την είχε ερωτευθεί.  Αλλά υπήρχε μια δυσκολία.  Πώς να προχωρήσει και να τη ζητήσει σε γάμο;
Ασφαλώς, θα μπορούσε να διατάξει να τη φέρουν στο παλάτι και εκεί να της προτείνει να τον παντρευτεί.  Αλλά, ακόμη κι ένας πρίγκιπας θέλει να νιώθει ότι η κοπέλα που παντρεύεται θέλει να τον παντρευτεί.  Μήπως να έκανε κάτι πιο χαριτωμένο... Να έρθει στην  πόρτα της με την πιό λαμπερή του στολή, και, με μια υπόκλιση, να ζητήσει το χέρι της... Μα ακόμη κι ένας πρίγκιπας θέλει να παντρευτεί από αγάπη.
Και πάλι : Θα μπορούσε να μασκαρευτεί σαν χωρικός και να προσπαθήσει να της ελκύσει το ενδιαφέρον. Μόλις της κάνει την πρόταση, θα βγάλει "τη μάσκα".  Μα αν δεν τα καταφέρει:
Τότε του ήρθε στο νού η σωστή λύση. Θα εγκαταλείψει το βασιλικό του ρόλο και θα μετακομίσει στη γειτονιά της.  Κι εκεί θα πιάσει δουλειά΄ας πόυμε, θα κάνει τον ξυλουργό. Όσο θα δουλεύει το πρωί, και στην ώρα της ανάπαυσής του το απόγευμα, θα γνωρίσει τους ανθρώπους, θα αρχίσει να μοιράζεται μαζί τους τις έγνοιες και τα βάσανά τους, θα μάθει να μιλά τη γλώσσα τους.  Και στην κατάλληλη στιγμή, αν έχει και την τύχη με το μέρος του, θα τη γνωρίσει με τρόπο φυσικό.  Κι αν κι αυτή τον αγαπήσει, όπως αυτός ήδη την αγαπούσε, τότε θα της ζητούσε το χέρι."

Ας σταθούμε για λίγο εδώ.  Ας δώσουμε το λόγο στην αγάπη, ας την ακολουθήσουμε καθώς προσφέρεται απεγνωσμένα, καθώς καταργεί, καθώς περιφρονεί τις αποστάσεις ποθώντας τη μεγάλη, την αμίμητη συνάντηση με τον αγαπώμενο.  Ας μας εξηγήσει αυτή, μέσα στο θυελλώδες των κυματισμών της, την ενανθρώπιση του Θεού.  Κι ας είναι αυτή που θα μας βοηθήσει να οικειωθούμε τη ζεστασιά της καθόδου Του, το μειλίχιο κάλεσμά Του.

Σόρεν Κίργκεγκωρ
"Ημεροδρόμιο Χριστουγέννων, εκδ. Ακρίτας"

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

        Είναι ανάγκη, εφόσον μιλάμε για την εμφάνιση του Σωτήρα σ΄εμάς, να μιλήσουμε και για την αρχή των ανθρώπων, για να γνωρίζεις, ότι η δική μας αιτία έγινε σ΄Εκείνον αφορμή για να κατεβεί, και η δική μας παράβαση κάλεσε σε βοήθεια τη φιλανθρωπία του Λόγου, ώστε να έλθει κοντά μας και να εμφανιστεί ο Κύριος στούς ανθρώπους.  Για δική μας υπόθεση Εκείνος σαρκώθηκε και για τη σωτηρία μας από αγάπη προς τούς ανθρώπους καταδέχτηκε να εμφανιστεί με ανθρώπινο σώμα.
        Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο και θέλησε να παραμείνει στην αφθαρσία.  Οι άνθρωποι όμως από αμέλεια απομακρύνθηκαν από την ορθή αντίληψη για τον Θεό, σκέφτηκαν και επινόησαν για τούς εαυτούς τους την κακία, καταδικάστηκαν σε θάνατο σύμφωνα με την απειλή που αναγγέλθηκε από πρίν, και στο εξής δεν παρέμειναν όπως πλάστηκαν. Οι λογισμοί τους τούς διέφθειραν και ο θάνατος βασίλεψε σ΄αυτούς.  Μετά από αυτό το γεγονός, οι μεν άνθρωποι πέθαιναν, η δε φθορά στο εξής αυξανόταν σε βάρος τους και υπερίσχυε από τη φυσική κατάσταση όλου του ανθρωπίνου γένους, καθόσον είχε από την αρχή σύμμαχο εναντίον των ανθρώπων την απειλή του Θεού για την παράβαση της εντολής.  Διότι και στα αμαρτήματα δεν σταμάτησαν μέχρι ορισμένα όρια, αλλά λίγο-λίγο απλώθηκαν και έφθασαν στο έπακρο. Στην αρχή έγιναν εφευρέτες της κακίας και προκάλεσαν στον εαυτό τους τον θάνατο και τη φθορά.  Αργότερα παρασύρθηκαν σε αδικία και πέρασαν κάθε παρανομία. Δεν σταμάτησαν στο ένα κακό, αλλά στα νέα επινοούσαν άλλα νεότερα και δεν χόρταιναν να αμαρτάνουν.  Παντού γινόταν μοιχείες και κλοπές, και ολόκληρη η γη ήταν γεμάτη από φόνους και αρπαγές .  Και κανένας νόμος δεν φρόντιζε για την αντιμετώπισι της φθοράς και της αδικίας.  'Ολα τα κακά, και όλα μαζί διαπράττονταν από όλους.  Πόλεις πολεμούσαν εναντίον πόλεων και έθνη ενεντίον εθνών. Όλη η οικουμένη ήταν διηρημένη από επενάσταση και μάχες και ο καθένας συναγωνιζόνταν στην παρανομία.  Επειδή λοιπόν κυριάρχησε ο θάνατος περισσότερο, και η φθορά έκανε κατοχή στούς ανθρώπους, το ανθρώπινο γένος καταστρεφόταν και ο λογικός άνθρωπος, που πλάστηκε σύμφωνα με την εικόνα του Θεού χανόταν, και το έργο του Θεού διαλυόταν. Έπρεπε, λοιπόν, να μήν αφήσει τούς ανθρώπους να οδηγούνται πρός την φθορά, διότι αυτό θα ήταν ανάρμοστο και ανάξιο της αγαθότητας του Θεού.  Αλλά όπως έπρεπε να συμβεί αυτό, έτσι και έρχεται σε αντίθεση απο την άλλη μεριά το δίκαιο του Θεού, για να φανεί αληθής ο Θεός στην περί θανάτου νομοθεσία του.  Τι λοιπόν έπρεπε να γίνει ή να κάνει ο Θεός γι΄αυτό; Τι άλλο έπρεπε να γίνει; ή ποιόν θα χρειαζόταν για να τούς επαναφέρει στο χάρισμα αυτό παρά τον Λόγο του Θεού, ο οποίος δημιούργησε τα πάντα από το μηδέν, από την αρχή;  Αυτός και πάλι έχει την εξουσία να οδηγήσει το φθαρτό στην αφθαρσία και να περισώσει απέναντι σε όλους το κύρος του Πατέρα του.  Επειδή λοπόν είναι Λόγος του Πατέρα και βρίσκεται υπεράνω όλων, επομένως μόνον αυτός μπορεί και να ξαναχτίσει τα πάντα και να πάθει για χάρη όλων και να μεσιτεύσει προς τον Πατέρα υπέρ όλων.
        Γι αυτό λοιπόν ο ασώματος και άφθαρτος και άϋλος Λόγος του Πατέρα έρχεται στη δική μας χώρα, χωρίς βέβαια και προηγουμένως να βρίσκεται μακρυά, διότι από κανένα σημείο της κτίσεως δεν απουσιάζει, αλλά γεμίζει εξ ολοκλήρου τα σύμπαντα υπάρχοντας μαζί με τον Πατέρα του.  Και έρχεται να εμφανιστεί, κατά συγκατάβαση, από φιλανθρωπία προς εμάς.  Και επειδή είδε να χάνεται το λογικό γένος και να βασιλεύυει ο θάνατος επάνω δια της φθοράς.
        Βλέποντας επίσης ότι όλοι οι άνθρωποι ήσαν υπεύθυνοι για τον θάνατο, σπλαχνίστηκε το γένος μας και συμπάθησε την αδυναμία μας και συγκατέβη στη φθορά και μη υποφέροντας την κυριαρχία του θανάτου,για να μη χαθεί το πλάσμα του και αποβεί μάταιο το έργο του Πατέρα του στούς ανθρώπους, λαμβάνει σωμα για τον εαυτό του και μάλιστα όχι διαφορετικό από το δικό μας.

                                                                   Αθανασίου του Μεγάλου, Λόγος εις την Γέννηση.
                                                                           (εφημερίδα τα Μετέωρα, Χριστούγεννα 2004)

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014



        Οι λέξεις "παιδίον" και "Θεός" είναι πλέον αποκαλυπτικές για το μυστήριο των Χριστουγέννων.  Κατά κάποιο τρόπο, είναι ένα μυστήριο που απευθύνεται στο παιδί που συνεχίζει να ζεί μυστικά μέσα σε κάθε ενήλικα, στο παιδί που συνεχίζει να ακούει ό,τι ο ενήλικας έχει πάψει να ακούει, και που ανταποκρίνεται με μιά χαρά, που ο ενηλικας, μέσα στον γήινο, υπερώριμο, κουρασμένο και κυνικό κόσμο που ζεί, αδυνατεί να νιώσει.  Μάλιστα, τα Χριστούγενα είναι μιά γιορτή για τα παιδιά, όχι μόνο εξαιτίας του χριστουγεννιάτικου δένδρου που διακοσμούμε και φωτίζουμε, αλλά μ' έναν  βαθύτερο τρόπο, και μόνο τα παιδιά δεν ξαφιάζονται για το ό,τι, όταν ο Θεός κατέρχεται στη γή, έρχεται ως παιδί.
 . . .  Η ενηλικίωση στραγγαλίζει επίσης την  ικανότητα να εμπιστεύεσαι, να αυτοεγκαταλείπεσαι, να αφήνεσαι, τελείως στην αγάπη και να πιστεύεις με όλη σου την ύπαρξη.  Τελικά τα παιδιά παίρνουν στα σοβαρά ότι οι ενήλες δεν μπορούν πλέον να αποδεχθούν: τα όνειρα, αυτά που διασπούν την καθημερινή μας εμπειρία και την κυνική μας καχυποψία, αυτό το βαθύ μυστήριο του κόσμου και κάθε τι που αποκαλύπτεται στους αγίους, στα παιδιά και στούς ποιητές.
                                                                                                    
                                                                                Alexander Schmemann.