Ἡ
παρουσία τοῦ Θεανθρώπου
εἶναι θεοφάνεια, ὄχι
διατύπωσι ἀπόψεων. Δὲν ἔρχεται
να ἐπιβάλη τὴ γνώμη
Του, ἀλλά νὰ
θυσιάση την ψυχή Του. Δὲν
ἔρχεται νὰ κρίνη
καὶ νὰ ὑποτάξη,
ἀλλὰ νὰ
σώση καὶ νὰ ἐλευθερώση. Ἔρχεται
νὰ φανερώση τὴν ἄφατη
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ
πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
Μὲ την
παρουσία Του ἀνατέλλει φῶς
παρακλήσεως, πού ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ
αἰτία καὶ ὁ
τρόπος ὑπάρξεως τοῦ
σύμπαντος κόσμου καὶ τῆς
δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου
βρίσκονται σὲ μιὰ ἄναρχη ἀρχή, σὲ
μια ἀπερινόητη Θεότητα που εἶναι
κάλλος ἀμήχανον, ἀγάπη
Τριαδική και μοναδική΄ ἐν Τριάδι προσώπων και μονάδι οὐσίας
«διαιρέσει τὴν ἔνωσιν
και ἔμπαλιν ἔχουσα».
Καὶ ὁ
Κύριος γνωρίζεται ὡς
ὁ ἀπεσταλμένος
τοῦ Πατρός. «’Εκ
τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθον καὶ ἥκω’οὐδέ γαρ ἀπ’ἐμαυτοῦ ἐλήλυθα, ἀλλά ἐκεῖνος με ἀπέστειλε». Κάνει ὑπακοή στο
θέλημα τοῦ Πατρός.
Ἔρχεται
νὰ μᾶς
φανερώση τὀ πλήρωμα τῆς ἀληθείας
ὡς κοινωνία ζωῆς
και ἀγάπης. Νὰ ἐγκεντρίση
τὴν ὕπαρξί μας
στὸ Τριαδικό καθὼς.
«Καθώς ἠγάπησέ με ὁ
Πατήρ, κἀγώ ἠγάπησα ὑμᾶς’ μείνατε ἐν τῇ ἀγάπῃ
τῇ ἐμῇ». «’Εγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα». Ἦλθε «ἵνα ζωὴν ἔχωμεν καὶ περισσόν ἔχωμεν». Τὸ περισσὸν
τῆς ζωῆς εἶναι
ἡ καινή κτίσις καὶ
πολιτεία τῶν ἐσχάτων.
«Ο
ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ» Ἀρχιμ.
Βασιλείου, Προηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων