Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

 

       Ἄρτος καί οἶνος, τ ψωμ και τ κρασί,  για να καταλάβομε το αρχικό και αιώνιο νόημά τους στην Ευχαριστία, πρέπει να λησμονήσομε για λίγο τις ατέλειωτες λογομαχίες που συχνά μεταμόρφωσαν σε «στοιχεα» μιας αφηρημένης θεολογικής θεώρησης. Είναι αληθινά μια από τις κύριες αδυναμίες της μυστηριακής θεολογίας πώς, αντί να ακολουθήσει  την τάξη της ευχαριστιακής πορείας, με την προοδευτική αποκάλυψη του νοήματος, εφάρμοσε στην Ευχαριστία μια σειρά από αφηρημένα ερωτήματα και στρίμωξε την Ευχαριστία μέσα στο δικό της διανοητικό πλαίσιο. Με αυτό το σύστημα, εκείνο που ουσιαστικά χάθηκε από τη σφαίρα του θεολογικού ενδιαφέροντος και της έρευνας ήταν η ίδια η λειτουργία, και εκείνο που απόμεινε δεν ήταν παρά απομονωμένες «στιγμές», «τύποι» και «προϋποθέσεις εγκυρότητας»(“conditions of validity”).

            Εκείνο που χάθηκε ήταν η Ευχαριστία ως μια οργανική πράξη ολόκληρης της Εκκλησίας, πράξη που όλα τα αγκαλιάζει και όλα τα μετασχηματίζει, και εκείνο που απόμεινε ήταν: «ουσιαστικά» και «μη ουσιαστικά» μέρη, «στοιχεία», «καθιέρωση» κλπ. Με το τρόπο αυτό, παραδείγματος χάρη, για να εξηγήσομε και να καθορίσομε το νόημα της Ευχαριστίας, σύμφωνα με μια ορισμένη θεολογία, δε χρειαζόμαστε τη λέξη ευχαριστία - καταντάει περιττή. Και ωστόσο για τους πρώτους Πατέρες η λέξη αποτελούσε τη λέξι κλειδί που έδινε ενότητα και νόημα σε όλα τα «στοιχεία» της λειτουργίας.  Οι Πατέρες ονόμαζαν «ευχαριστία» τον άρτο και τον οίνο της προσφοράς, καθώς και την προσφορά του άρτου και του οίνου και την καθιέρωσή τους και  τελικά την κοινωνία. Αυτά όλα ήταν   Εὐχαριστία και όλα μπορούσαν  να γίνουν κατανοητά μονάχα μέσα στην Ευχαριστία.

Alexander Schmemann, For the Life and the World, «ΓΙΑ ΝΑ ΖΉΣΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ» εκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2022

 

       


Πρώτη φορά τώρα, από τότε που άρχισε το ευχαριστιακό ταξίδι, ο ιερουργός γυρίζει πίσω και κοιτάζει το λαό. Ως τη στιγμή αυτή ήταν εκείνος που οδήγησε την Εκκλησία στο ανέβασμά της, αλλά τώρα η κίνηση βρήκε τον προορισμό της. Και ο
 ιερέας που λειτουργία του, μοναδική υπηρεσία και υπακοή του στην Εκκλησία είναι να ξαναπαρουσιάσει και να κάνει παρούσα την ιεροσύνη του Ίδιου του Χριστού, λέει στο λαό :
Εἰρήνη υὑμῖν. Στο Χριστό ο άνθρωπος ξαναγυρίζει στο Θεό, και στο Χριστό ο Θεός έρχεται στον άνθρωπο. Σα νέος Αδάμ που είναι, σαν τέλειος άνθρωπος, Εκείνος μας οδηγάει στο Θεό. Σα Θεός σαρκωμένος που είναι, Εκείνος μας αποκαλύπτει τον Πατέρα και μας συμφιλιώνει με το Θεό. Εκείνος είναι η εἰρήνη μας –η συμφιλίωση με το Θεό, η θεϊκιά συγχώρεση, η κοινωνία.  Και η ειρήνη που ο ιερέας αναγγέλλει και χαρίζει είναι η ειρήνη που καθιέρωσε ο Χριστός ανάμεσα στο Θεό και στον κόσμο Του, και στην οποία εμείς ,η Εκκλησία, έχομε τώρα μπει.

        Με την ειρήνη αυτή –τήν ὑπερέχουσαν πάντα νοῦν- αρχίζει τώρα η λειτουργία του Λόγου. Οι Χριστιανοί της Δύσης έχουν τόσο πολύ συνηθίσει να διακρίνουν το Λόγο από το μυστήριο (sacrament),  ώστε μπορεί να είναι δύσκολο για αυτούς να καταλάβουν πως, σύμφωνα με την Ορθόδοξη προοπτική, η λειτουργία του Λόγου είναι τόσο μυστηριακή, όσο το μυστήριο είναι «ευαγγελικό». Η λειτουργία είναι ένα φανέρωμα του Λόγου. Και όμως, αν δεν ξεπεράσομε τη λαθεμένη διχοτόμηση ανάμεσα στο Λόγο και στο μυστήριο, δεν μπορούμε να συλλάβομε το αληθινό νόημα μήτε του Λόγου και του μυστηρίου μήτε ιδιαίτερα το αληθινό νόημα της χριστιανικής «μυστηριακότητας» σε όλα θαυμαστά επακολουθήματά τους. Το κήρυγμα του Λόγου είναι πράξη μυστηριακή  par excellence, επειδή είναι πράξη  μετασχηματισμού. Μετασχηματίζει τα ανθρώπινα λόγια του Ευαγγελίου σε Λόγο του Θεού και σε φανέρωση της Βασιλείας.  Και μετασχηματίζει τον άνθρωπο που ακούει το Λόγο σε δοχείο του Λόγου και ναό του Πνεύματος…

        Στη λειτουργία πριν  από το κήρυγμα του Ευαγγελίου έρχεται το «Αλληλούια», η ψαλμωδία αυτής της γεμάτης μυστήριο «θεοφόρας» (“theoforouws”) λέξης,που είναι το χαρμόσυνο χαιρέτισμα αυτών που βλέπουν τον ερχόμενο Κύριο, που γνωρίζουν την παρουσία Του και που εκφράζουν τη χαρμονή τους μπροστά σε αυτή περίδοξη   «Παρουσία». «Ιδού Αυτός ! », μπορούμε να πούμε πως είναι μια φτωχική και ωστόσο αρκετά πιστή μετάφραση της αμετάφραστης αυτής λέξης.

        Για αυτό το λόγο το διάβασμα και το κήρυγμα του Ευαγγελίου στη Ορθόδοξη Εκκλησία είναι  μια πράξη λειτουργική, αποτελεί ατόφιο και ουσιαστικό μέρος του μυστηρίου. Το ακούμε ως Λόγο του Θεού και το δεχόμαστε εν Πνεύματι –δηλαδή στην Εκκλησία, που είναι η ζωή του Λόγου και το μεγάλωμά του στον κόσμο.

Alexander Schmemann, “For the Life and the World”, «ΓΙΑ ΝΑ ΖΉΣΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ» εκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

 

       


Η επόμενη πράξη της λειτουργίας είναι η
είσοδος’ ο ερχομός του ιερουργού στο θυσιαστήριο. Δόθηκαν σε αυτήν όλες οι δυνατές συμβολικές εξηγήσεις, αλλά η είσοδος δεν είναι «σύμβολο».  Είναι η καθαυτό κίνηση της Εκκλησίας ως πέρασμα από το παλιό στο νέο, από τον «κόσμο τούτον στον «ερχόμενο κόσμο» και, ως τέτοια, είναι ουσιαστική κίνηση  του λειτουργικού «ταξιδέματος».  Στον «κόσμο τούτον» δεν υπάρχει  θυσιαστήριο και ο ναός καταστράφηκε. Το μόνο θυσιαστήριο είναι ο Ίδιος ο Χριστός, η ανθρωπότητά Του – που Αυτός την προσδέχτηκε και την θέωσε και την έκανε ναό του Θεού, θυσιαστήριο της παρουσίας Του. Και ο Χριστός αναλήφθηκε στους ουρανούς. Το θυσιαστήριο, με τον τρόπο αυτό, είναι σημάδι πως  στο Χριστό μας δόθηκε να πατήσουμε στον ουρανό, πως η Εκκλησία είναι το «πέρασμα» στον ουρανό, η είσοδος στο ιερό του ουρανού, και πως μονάχα «μπαίνοντας», ανεβαίνοντας στον ουρανό η Εκκλησία βρίσκει την πλήρωσή της, γίνεται αυτό που είναι.  Και έτσι η είσοδος στην Ευχαριστία, το πλησίασμα αυτό του ιερουργού  -και στο πρόσωπό του όλης της Εκκλησίας  -στο θυσιαστήριο, δεν είναι σύμβολο. Είναι η σταυρική και αποφασιστική πράξη μέσα στην οποία αποκαλύπτονται και καθιερώνονται οι αληθινές διαστάσεις του μυστηρίου.  Η «χάρη» δεν κατεβαίνει, η Εκκλησία είναι που «χαριτώνεται». Η χάρη σημαίνει καινούργιο είναι, σημαίνει Βασιλεία, σημαίνει ερχόμενος κόσμος. Καθώς ο ιερουργός πλησιάζει το θυσιαστήριο, η Εκκλησία πιάνει τον ύμνο που αιώνια οι άγγελοι ψέλνουν στο θρόνο του Θεού: Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος… και ο ιερέας λέει: Ο Θεός ὁ Ἄγιος, ὁ τρισαγίῳ φωνῇ ὑπό τῶν Σεραφίμ ἀνυμνούμενος, και «ὑπό τῶν Χερουβίμ δοξολογούμενος καὶ ὑπό πάσης έπουρανίου δυνάμεως  προσκυνούμενος…

… Η γνώση για το Θεό καταλήγει σε ορισμούς και διακρίσεις. Η γνώση του Θεού ο0δηγάε στον ένα, απερινόητο και ωστόσο ολοφάνερο και αφεύγατο λόγο: Άγιος. Μέσα στη λέξη αυτή εκφράζομε ταυτόχρονα: και πως ο Θεός είναι η Απόλυτη Ετερότητα, ο ένας για τον οποίο δεν ξέρομε τίποτα’ και πως η Εκείνος είναι το τέλος κάθε πείνας, κάθε αποθυμιάς, ο απρόσιτος που επιστρατεύει τις θελήσεις μας, ο μυστηριακός θησαυρός που μας τραβάει, και όλα όσα μαθαίνομε δεν είναι παρ4ά Εκείνος. «Άγιος» είναι η λέξη, η ψαλμωδία, η «αντίδραση» της Εκκλησίας την ώρα που μπαίνει στον ουρανό, την ώρα που στέκεται μπροστά στην ουράνια δόξα του Θεού.

Alexander Schmemann, “For the Life and  the World”, “ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ» εκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

 

     


  Βρισκόμαστε όμως ακόμα στην πρωταρχή.  Αφήσαμε τον «κόσμο τούτον».  Συναχτήκαμε. Ακούσαμε την αναγγελία του έσχατου προορισμού μας.  Είπαμε Αμήν στην αναγγελία αυτή.  Είμαστε η εκκλησία (eclesia), η απόκριση στο κάλεσμα αυτό και στη διαταγή.  Και αρχίζομε με «κοινές προσεχές και δεήσεις», με έναν κοινό και χαρμόσυνο αίνο.  Πρέπει για μια ακόμη φορά να τονίσομε το χαρμόσυνο χαρακτήρα της ευχαριστιακής σύναξης.  Γιατί ενώ η μεσαιωνική έμφαση που δίνομε στο σταυρό δεν είναι λαθεμένη, σίγουρα είναι μονόπλευρη. Η λειτουργία είναι, πριν από όλα τα άλλα, η χαρούμενη σύναξη εκείνων που θα ανταμώσουν με τον αναστημένο Κύριο και θα μπουν μαζί Του στο νυφιάτικο δώμα.  Και σε όλο αυτό το «κάλλος» της λειτουργίας, που τόσο συχνά το κατάγγειλαν πως είναι αχρείαστο και ακόμη αμαρτωλό, στην υμνωδία και στο τυπικό, στα άμφια και στο λιβάνι, εκφράζονται ακριβώς: η χαρά της απαντοχής και η απαντοχή της  χαράς.

        Και είναι αλήθεια αχρείαστο (το κάλλος) γιατί  βρισκόμαστε πέρα από τις κατηγορίες του «χρειαζούμενο».  Το κάλλος δεν είναι ποτέ «χρειαζούμενο» ή «χρησιμοθηρικό».  Και όταν προσμένοντας κάποιον που αγαπάμε, βάζομε ένα ωραίο τραπεζομάντιλο στο τραπέζι και το στολίζομε με κεριά και λουλούδια, αυτά όλα δεν τα κάνομε από ανάγκη, αλλά από αγάπη.  Και η Εκκλησία είναι αγάπη και απαντοχή της αγάπης.   Σύμφωνα με την Ορθόδοξη παράδοσή μας, είναι ο ουρανός απάνω στη γη.  Είναι η χαρά πως ξαναβρήκαμε τα παιδικά μας χρόνια, τη λεύτερη εκείνη, τη δίχως όρους και ανυστερόβουλη χαρά, τη μόνη που δύνεται να μεταμορφώσει τον κόσμο.              Οι ορισμοί και τα δικαιολογητικά που γυρεύομε στην ενηλικιωμένη, στη σοβαρή μας ευσέβεια, έχουν τις ρίζες τους στο φόβο.  Φοβόμαστε τη φθορά, τη λοξοδρόμηση, τις «παγανιστικές επιρροές», φοβόμαστε άλλα. Όμως ὁ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ αγάπη (Α’ Ιωάν. 4,18).  Όσο οι Χριστιανοί θα αγαπάνε τη Βασιλεία του Θεού –και δεν θα τη συζητούν μονάχα- πάντα θα την «αναπαρασταίνουν» και θα την σημαίνουν με την τέχνη κα με την ομορφιά.  Και όποιος τελεί το μυστήριο της χαράς θα παρουσιάζεται φορεμένος το ωραίο φελόνι, αφού είναι ντυμένος τη δόξα της Βασιλείας, αφού ακόμα και με τη μορφή ανθρώπου ο Θεός παρουσιάζεται μέσα σε δόξα. Στην Ευχαριστία βρισκόμαστε μπροστά στην παρουσία του Χριστού και, όπως ο Μωυσής μπροστά στο Θεό, σκεπαζόμαστε από τη δόξα Του.  Ο Χριστός φορούσε και Αυτός ένα άραφτο  ρούχο που οι στρατιώτες στο σταυρό δεν το σκίσανε: δεν αγοράστηκε στο παζάρι, αλλά φαίνεται πως το ύφαναν κάποια χέρια γεμάτα αγάπη. Ναι, το κάλλος της απαντοχής μας για την Ευχαριστία δεν έχει πραχτική χρησιμότητα. Αλλά ο Romano Guardini σοφά μίλησε για την άχρηστη αυτή ομορφιά. Στη λειτουργία λέει πως: «Με τη χάρη του Θεού παρουσιάζεται στον άνθρωπο η ευκαιρία  να αλλάξει τη θεμελιακή ουσία του, να γίνει σύμφωνα με τη θεϊκιά μοίρα του πραγματικά εκείνο που έπρεπε να είναι και που πεθυμάει να είναι, τέκνο του Θεού. Στη λειτουργία έχει να πορευτεί πρὸς τὸν Θεόν τὸν εὐφραίνοντα τὸν νεότητά του… Επειδή η ζωή της λειτουργίας είναι ανώτερη από εκείνη στην οποία η συνηθισμένη πραγματικότητα της παρέχει είτε την ευκαιρία είτε την μορφή για να εκφραστεί, για το λόγο αυτό συνταιριάζει κατάλληλες μορφές και μεθόδους από τη σφαίρα όπου υπάρχουν, τη σφαίρα της τέχνης.  Μιλάει μετρικά και μελωδικά’ χρησιμοποιεί μορφικά και ρυθμικά σχήματα’ ντύνεται χρώματα και ρούχα ξένα προς την άλλη, την καθημερινή ζωή… Είναι στην ανώτατη σημασία της η ζωή ενός παιδιού, στην οποία όλα είναι ζωγραφιά, μελωδία και τραγούδι. Τέτοια λογής είναι το θαυμαστό γεγονός που φανερώνει η λειτουργία : ενώνει την πράξη και την πραγματικότητα σε μια υπερφυσική ηλικία μπροστά στο Θεό»

Alexander Schmemann,”For the Life and the World”, «ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ» Εκδόσεις Ακρίτας

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2022

 


Η ορθόδοξη λειτουργία αρχίζει με την επίσημη δοξολογία : Ελογημένη Βασιλεία του Πατρός καί το Υο καί το  γίου Πνεύματος, νν και εί καί ες τούς αινας τν αώνων. μήν. Από την αρχή δηλώνεται ο προορισμός : πορευόμαστε για τη Βασιλεία. Για εκεί πηγαίνομε –και όχι συμβολικά, αλλά πραγματικά.  Στη γλώσσα της Βίβλου, που είναι η γλώσσα της Εκκλησίας, να ευλογάς τη Βασιλεία δε σημαίνει απλώς να τη μεγαλύνεις.  Σημαίνει να την ανακηρύχνεις σκοπό και τέρμα για όλες τις αποθυμιές και τα ενδιαφέροντά μας, για ολόκληρη τη ζωή μας –υπέρτατη και έσχατη αξία κάθε ύπαρξης.  Να ευλογάς σημαίνει να αποδέχεσαι με αγάπη και να πορεύεσαι προς εκείνο που αγαπάς και αποδέχεσαι.  Με αυτό τον τρόπο η Εκκλησία είναι σύναξη, το μάζεμα εκείνων για τους οποίους ο έσχατος προορισμός κάθε ζωής αποκαλύφτηκε και αυτοί τον αποδέχθηκαν.  Η αποδοχή τούτη εκφράζεται στην επίσημη απόκριση της δοξολογίας : μήν.  Είναι αληθινά μια από τις σημαντικότερες λέξεις στον κόσμο, αφού εκφράζει το στρέξιμο της Εκκλησίας να ακολουθήσει το Χριστό στο ανέβασμά Του προς τον Πατέρα Του και να κάνει αυτό το ανέβασμα ριζικό του ανθρώπου. Είναι το δώρο του Χριστού σε εμάς, γιατί στο Θεό ή μάλλον Εκείνος (ο Χριστός) είναι το μήν μας στο Θεό και η Εκκλησία είναι ένα Αμήν στο Χριστό. Σε αυτό το μήν κρίνεται η μοίρα του γένους των ανθρώπων.  Το μήν δηλώνει καθαρά πως η πορεία μας προς το Θεό έχει αρχίσει.

Alexander Schmemann"For the Life and the World" "ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ' Εκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ