Παρασκευή 24 Νοεμβρίου 2017


Last Updated: 17 November 2017                                                                                            ΠΗΓΗ: enoriako.info

Γνωρίζω το Θεό δεν σημαίνει ξέρω τί είναι, σημαίνει δημιουργώ σχέση μαζί Του. Όπως κάθε σχέση με ένα πρόσωπο, πρόκειται για μια ανακάλυψη που δεν εξαντλείται ποτέ.
Μπορώ να γνωρίσω το Θεό με τρόπο αισθητό, ως πρόσωπο;
Για την ερώτηση που τίθεται με αυτόν τον τρόπο, υπάρχουν μόνο δύο πιθανές απαντήσεις: Ναι ή Όχι. Οι αναγνώστες μαντεύουν σωστά ότι το όχι απορρίπτεται. Από χριστιανικής απόψεως αυτή η απάντηση θα επέφερε μια απαράδεκτη διχοτόμηση μεταξύ πίστεως και ανθρώπινης εμπειρίας, βυθίζοντας έτσι τον άνθρωπο σ΄ ένα είδος πνευματικής σχιζοφρένειας.
Πράγματι, κατά την χριστιανική πίστη ο Θεός για τον οποίον συζητάμε δεν είναι ούτε ο Θεός των φιλοσόφων, ούτε το Απόλυτον, ούτε το Όλον… ή άλλα ανάλογα που φτιάχνουν μια λίστα ορισμών που τραβάει σε μάκρος. Όχι, είναι ο Θεός Δημιουργός, ο οποίος ουσιαστικά απ΄ αυτή Του την ενέργεια (Δημιουργία), είναι και σε σχέση. Είναι λοιπόν ο Θεός της αγάπης, ο οποίος δημιουργεί τον άνθρωπο κατ΄ είκόνα Του, γεγονός που καθιστά κάθε ανθρώπινο πρόσωπο ένα όν, το οποίο επίσης δημιουργεί σχέσεις, και που αναπτύσσεται μόνο μέσα σε διαπροσωπικές σχέσεις. Και αυτός ο Θεός, όσο κι αν μας φαίνεται απίστευτο, καλεί κάθε πρόσωπο, ανεξαιρέτως, να μοιραστεί τη ζωή Του. Αυτές οι παρατηρήσεις θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε καλύτερα γιατί θα υποφέραμε από μια φοβερή πνευματική σχιζοφρένεια, αν δεν μπορούσαμε ‘’να γνωρίσουμε το Θεό με τρόπο αισθητό, ως πρόσωπο’’. Αυτό θα σήμαινε την ανικανότητά μας να αποκτήσουμε την εμπειρία του τί είμαστε, αφού θα είμασταν ανίκανοι, στη συγκεκριμένη και ‘’συνήθη’’ ζωή μας, να βιώσουμε μια σχέση διαπροσωπική με το Θεό, ο οποίος γι’ αυτό μας δημιούργησε.
Ευτυχώς η χριστιανική πίστη απαντάει ναι στην ερώτησή μας. Και καθένας μπορεί να διαπιστώσει την ορθότητα αυτής της απάντησης της πίστεως, χάρη στην εμπειρία του, για το τι σημαίνει να είσαι πρόσωπο. Αυτή η εμπειρία του λέει ότι κάθε πρόσωπο είναι πρώτα και πάντοτε ένα ‘’μυστήριο’’. Όμως, προσοχή! Η λέξη ‘’μυστήριο’’ δεν δηλώνει μια πραγματικότητα που δεν θα μπορούσαμε ποτέ να καταλάβουμε. Δηλώνει μάλλον μια πραγματικότητα που είναι τόσο πλούσια και τόσο βαθειά, ώστε δεν θα παύσουμε ποτέ να την ανακαλύπτουμε. Ένα πρόσωπο δεν αποτελεί ένα αντικείμενο το οποίο μελετάμε, τάχα για να μπορέσουμε σε τελική ανάλυση να το ορίσουμε και να το καταλάβουμε. Είναι αδύνατο να ορίσουμε ένα πρόσωπο, ακόμα κι αν μπαίνουμε συνέχεια στον πειρασμό να το κάνουμε. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι αδειάζουμε το πρόσωπο από το ‘’μυστήριό του’’ και ότι το περιορίζουμε στην ιδέα, που σχηματίζει κανείς γι’ αυτό σε μια δεδομένη στιγμή. Η ανακάλυψη αυτού του μυστηρίου γίνεται μόνο μέσα στα πλαίσια της σχέσεως, όπου, λίγο λίγο, καθένας ανακαλύπτει τον άλλον και κάνοντας έτσι ανακαλύπτει επίσης τον ίδιο του τον εαυτό.
Με αυτή την έννοια του προσώπου, καταλαβαίνουμε ότι η αυθεντική διαπροσωπική σχέση μας οδηγεί όλο και πιο μακρυά. Και αυτό είναι φυσικό αφού ο ορίζοντας κάθε προσώπου αγγίζει τον ορίζοντα του  μυστηρίου του ίδιου του Θεού. Μυστηρίου που προφανέστατα δεν θα παύσουμε ποτέ να ανακαλύπτουμε, και αυτό πάντα μέσα στα πλαίσια μιας διαπροσωπικής σχέσεως. Το πρόσωπο με αυτή την έννοια θα έπρεπε να μας απαλλάξει από τον πειρασμό να θέλουμε να ορίζουμε το Θεό, να λέμε τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει, να φανταζόμαστε ότι δεν θα ήταν ικανός να αφεθεί να τον γνωρίσουμε, κι αυτό, στο κέντρο της καθημερινής μας εμπειρίας.
Όμως πώς ερχόμαστε σε σχέση με το Θεό;
Για έναν χριστιανό ο Θεός είναι αυτός που παίρνει την πρωτοβουλία και μας αρκεί να δεχθούμε να πάρουμε τη μεγάλη δωρεά που κάνει στον καθένα μας με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς είναι αυτός, που με τον τρόπο Του να βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους, μας δείχνει τον τρόπο ύπαρξης του Θεού μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο. Δεν ορίζει ποτέ τον Θεό, αλλά μιλάει για την σχέση του με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, αυτό το Πρόσωπο-Δύναμη που μας δίνει ο Πατέρας και το οποιο μας επιτρέπει να συνεχίζουμε το έργο του Χριστού (Ιω.14,11-18). Μας μιλάει επίσης για την σχέση μας με τον Πατέρα, (μας έμαθε την προσευχή Πάτερ ημών), με το Άγιο Πνεύμα και ασφαλώς με Αυτόν τον ίδιο. Ταυτόχρονα μας βοηθάει να καταλάβουμε τις σχέσεις ανθρωπιάς που πρέπει να έχουμε με τους αδελφούς και τις αδελφές μας. Είναι ενδεικτικό το ότι μέσα στο ‘’Πάτερ ημών…’’, που μιλάει για την ποιότητα της σχέσεώς μας της πολύ προσωπικής με το Θεό, η αντωνυμία (ημών,ημίν) εμφανίζεται στο πρώτο πληθυντικό πρόσωπο πολλές φορές, ενώ στο πρώτο ενικό καμμία. Σχέσεις αγάπης και ανθρωπιάς φαίνεται λοιπόν ότι είναι αδιάσπαστες από την προσωπικής μας σχέση με τον Θεό. Το ίδιο και η συγχώρηση που είναι η συστηματική άρνηση να περιορίζουμε τον άλλον, στις πράξεις που μπορεί να έκανε σε μια δεδομένη στιγμή της ζωής του.
Τέλος, μέσα από την αγάπη μας για τους ομοίους μας και για τον Θεό, θα μπορέσουμε να εμβαθύνουμε λίγο λίγο την γνώση μας και για τους άλλους και για τον Θεό. Θα υπάρξουν έκτακτες στιγμές στη σχέση μας με το Θεό, όπως συμβαίνει και με τις άλλες σχέσεις. Όμως αυτές οι στιγμές θα είναι αρκετά σπάνιες. Αντί να τις αναζητούμε διαρκώς, είναι καλύτερα να μάθουμε να ζούμε με τις συνηθισμένες στιγμές της καθημερινής ζωής, κάτω απ’ το βλέμμα του Θεού. Ένα βλέμμα που μας τραβάει πάντοτε προς τα υψηλά, έστω κι αν φοβόμαστε λίγο τα ύψη. Ο Θεός έχει πάντοτε απεριόριστο σεβασμό προς το ‘’μυστήριο’’ κάθε ανθρώπου ενώ ταυτόχρονα μας αποκαλύπτει λίγο λίγο το δικό Του ‘’μυστήριο’’.
ΠΗΓΗ: enoriako.info

·         


Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

       

        Ο Κύριος δεν ήλθε στον κόσμο για να καλυτερεύση απλώς τις συνθήκες της παρούσης ζωής’ δεν ήλθε για να προτείνη  κανένα οικονιμικό ή πολιτικό σύστημα, ούτε για να μας διδάξη καμιa μέθοδο ψυχοσωματικής ισορροπίας.
        Ήλθε για να νικήση τον θάνατο και να φέρη την αιώνια ζωή: «ούτως ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστευων εις αυτόν μην απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιω.3,16).  Και αυτή η αιώνιος ζωή δεν είναι υπόσχεσι για μεταιστορική ευτυχία, δεν είναι μια απλή μεταθανάτια επιβίωσι, ούτε μια παράτασι ατέρμονη της παρούσης ζωής.  Αιώνιος ζωή είναι η Χάρι που φωτίζει και νοηματίζει από σήμερα τα παρόντα και τα μέλλοντα, την ψυχή και το σώμα του ανθρώπου.
. . .  Αυτό που έχει ο άνθρωπος και αξίζει, δεν είναι τόσο οι σωματικές και διανοητικές ικανότητες, αλλά ότι μπορεί να γίνη κοινωνός της Αναστάσεως του Χριστού, ότι μπορεί να πεθάνη και να ζήση από σήμερα την αιώνια ζωή. «Ο φιλών την ψυχήν αυτού απολέσει αυτήν,και ο μισών την ψυχήν αυτού εν τω κόσμω τούτω, εις ζωήν αιώνιον φυλάξει αυτήν» (Ιω.12,25).
       Ο μοναχός ( χριστιανός), με το να δώση ολοκληρωτικά τον εαυτό του στον Θεόν, σώζει τη μιάν αλήθεια. Ζη και φανερώνει τη μια χαρά :  «Ος αν απολέση, ούτος σώσει…».
       Η ζωή του μοναχού (χριστιανού) είναι μια απώλεια και μια εύρεσι.
       Ορθόδοξος μοναχός δεν είναι απλώς ο «μυστικός».  Δεν είναι αυτός που με μια ορισμένη δίαιτα ή τεχνική έφτασε σε υψηλό βαθμό αυτοκυριαρχίας και σε ασκητικά κατορθώματα. Αυτά από μόνα τους είναι επιτεύγματα του παρόντος αιώνος, ασήμαντα και ανίκανα να νικήσουν τον θάνατο για τον μοναχό και τους αδελφούς του.
      Αληθινός Ορθόδοξος μοναχός είναι ο αναστημένος.  Δεν έχει σαν αποστολή να κάμη κάτι με τις σκέψεις του ή να διοργανώσει κάτι με τις ικανότητές του, αλλά να δώση με τη ζωή του μαρτυρία ότι ο θάνατος νικήθηκε. Και αυτό γίνεται με το να θάπτεται ο ίδιος σαν το σπόρο μέσα στη γη.
     Γι’ αυτό, όπως αναφέρει το Γεροντικό, όταν κάποτε ένας νέος μοναχός ανέφερε στον Γέροντα: Βλέπω ότι ο νους μου διαρκώς βρίσκεται στον Θεό, εκείνος του λέει: Δεν είναι μεγάλο πράγμα το να βρίσκεται ο νους σου στον Θεό’ αυτό που έχει σημασία, είναι το να θεωρής  «εαυτόν υποκάτω πάσης κτίσεως».
       Έτσι, τον μεταφέρει  σ’ έναν άλλο χώρο. Από τη μερική απασχόλησι, που μπορεί να είναι οι σκέψεις μας για τον Θεό, τον καλεί στην ολοκληρωτική προσφορά, στην ταπείνωσι, που είναι αληθινός θάνατος, και ταυτόχρονα η ανάστασι σε μια νέα ζωή, σεμνή και παντοδύναμη.


ΚΑΛΛΟΣ ΚΑΙ ΗΣΥΧΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ι.Μ. Ιβήρων, εκδ. Μονής.

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

     
   Αληθινός μοναχός (χριστιανός) είναι ο εκ νεκρών αναστάς, μια εικόνα του αναστημένου Χριστού. Και φανερώνει ότι πνευματικό δεν είναι το μη υλικό, ούτε σαρκικό το σωματικό.  Πνευματικό είναι το καθετί (υλικό και άυλο) που έχει καθαγιαστή από το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως, κάθε τι το μεταμορφωμένο από την άκτιστη θεία ενέργεια. 
        Έτσι αποκαλύπτει την πνευματική αποστολή του κτιστού και σωματικού.  Και ταυτόχρονα φανερώνει την απτή ύπαρξι του αύλου και ακτίστου.
        Μοναχός (χριστιανός) είναι παντρεμένος με το μυστήριο της ιερουργίας της σωτηρίας των πάντων μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
        Μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο ασχολείται με όλα και με τίποτα.  Είναι «ο πάντων χωρισθείς και πάσι συνηρμοσμένος».  Η έννοια της ειδικεύσεως του είναι ξένη εκ φύσεως.  Δεν είναι ειδικευμένος με κάτι, ούτε τον αφήνει αδιάφορο ένα άλλο.  Όλα τον ενδιαφέρουν.
       Αυτό που έχει σημασία και τον φωτίζει – του αποκαλύπτει αυτό που τον ενδιαφέρει – είναι  το πώς τοποθετείται, ενσωματώνεται, διακοσμείται (το τί θέσι παίρνει) το κάθε τι μέσα στο μεταμορφωμένο σύμπαν, μέσα στη θεία Λειτουργία της σωτηρίας των πάντων.
       Η αποκάλυψι και η γνώσι αυτή της συνεκτικής των όλων αρχής τον ενδιαφέρει.  Αυτή ενδιαφέρει το κάθε τι.  Γι’ αυτό, κάθε τι το μεταμορφωμένο-το μετέχον καθολικά στη θεία ενέργεια που σώζει το παν – τον ενδιαφέρει εξ ίσου.  Τον βοηθεί να γνωρίση τον εαυτό του και οποιοδήποτε θέμα του παρουσιαστή. 


ΚΑΛΛΟΣ ΚΑΙ ΗΣΥΧΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ, Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ι.Μ. Ιβήρων, εκδ. Μονής

Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2017

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
 «Σουτ, σου είπα, μπα σε καλό σου για κορίτσι». Ένα χέρι πετάχτηκε και έστριψε το αυτί της. «Άουτς, ρε γιαγιά». «Άχνα μη βγάλεις. Άκου τον παπά, άκου τους ψάλτες». Η μικρή κατσούφιασε και έστρεψε το βλέμμα προς τα κάτω. Έβλεπε με λεπτομέρεια το μωσαϊκό, τις μικρές κόκκινες ψηφίδες, τις ξυλόγλυπτες καρέκλες με τα λουλουδάκια στα πόδια, ύστερα χασμουρήθηκε με θόρυβο και έστρεψε με ανοιχτό στόμα το βλέμμα στον ουρανό. «Ουάου, η πλα-τυ-τέ-ρα των Ου-ρα-νών», διάβασε συλλαβιστά. «Τι ωραία Παναγία, γιαγιά, πόσα αστέρια έχει γύρω. Έχει και μαντίλι στο κεφάλι της, κοίτα, κρατάει αυτό το στρουμπουλό μωράκι», φώναξε η μικρή. Η γιαγιά συνοφρυώθηκε. «Ουφ, βαρέθηκα, ρε γιαγιά» και πήρε να κλοτσάει και με τα δυο της πόδια την καρέκλα τής μπροστινής της. Η μπροστινή αποδοκίμασε με δολοφονικό βλέμμα τη γιαγιά για τη διαγωγή τής μικρής. «Βα-ρέ-θη-κα, σου λέ-ω». «Σουτ, παιδί μου, μπα σε καλό σου, δεν θα ακούσουμε λειτουργία σήμερα. Σ' το ορκίζομαι θα βγεις έξω...» «Να βγω; Τρέχω».
«Κάτσε εδώ και μην κουνηθείς. Τώρα τελειώνει, θα κοινωνήσεις σε λίγο».
«Δεν θέλω, ρε γιαγιά».
Εκείνη την ώρα, ένας μεγάλος δίσκος από γυαλιστερό ασήμι βγήκε προς τους πιστούς. Η μικρή φώτισε νομίζοντας ότι είχε γλυκά για κέρασμα πάνω, άρχισαν να της τρέχουν τα σάλια. «Είναι για την αποπεράτωση του ναού», άκουσε μια γριά από πίσω να λέει σε μια άλλη. Η μικρή γύρισε να τις δει και της ήρθε μια άσχημη μυρωδιά από τα χαλασμένα δόντια της πρώτης. «Μπλιαξ». «Σουτ, παιδί μου, κορίτσι είσαι εσύ ή διάολος;» «Αμάν, ρε γιαγιά, δεν έκανα τίποτα». Εκείνη την ώρα εμφανίστηκε πάνω στο βήμα ο πάτερ Κωνσταντίνος και πολλά ξύλινα περιστέρια έτοιμα να πετάξουν. «Σουουουτ», τώρα όλες οι γριές με ένα στόμα, μια φωνή, έδωσαν σήμα για να πέσει άκρα του τάφου σιωπή. Η γιαγιά τον κοίταζε με προσοχή με έναν κρυφό πόθο, και αυτό έκανε τη μικρή να κρυφογελάει. Της θύμιζε τον δάσκαλό της, όλες οι μαμάδες στη γιορτή του τού έκαναν δώρα κασκόλ και πουλόβερ, για να μην κρυώσει. Ο παπάς άρχισε με τρεμάμενη φωνή το κήρυγμα της Κυριακής.
Προτρέπει όλους τους πιστούς να είναι ταπεινοί, εκείνη σκύβει το κεφάλι γιατί έχει βάλει τα χέρια στα αυτιά και τον ακούει διακεκομμένα, το βουητό στα αυτιά τής προκαλεί σπαστικό γέλιο. «Ο Χριστός θα μας χτυπήσει την πόρτα και εμείς πρέπει να του ανοίξουμε» - η μικρή σκέφτεται ότι δεν πρέπει να ανοίγουμε σε κανέναν την πόρτα. Ο παπάς συγκινείται. Μιλάει για τη Σταύρωση, βήμα βήμα περιγράφει το θείο δράμα, η φωνή κομπιάζει, ένας λυγμός ξεσπά, ο παπάς είναι φοβερός, ναι, είναι γεγονός, ο παπάς κλαίει, οι γιαγιάδες κλαίνε, ο παπάς δυναμώνει τη φωνή, ανοίγει τα χέρια σαν φτερά, οι γιαγιάδες επιταχύνουν τον σταυρό που κάνουν, κουνάνε τα κεφάλια, βγάζουν μαντίλια, συναχωμένες οι περισσότερες, αρχίζουν ένα μαζικό φύσημα μύτης, ο παπάς δυναμώνει κι άλλο τη φωνή, οι γιαγιάδες από κάτω παραληρούν, υπνωτισμένες, μαγεμένες από τον παπά θα ανοίξουν όλες τις πόρτες στον Χριστό, ο παπάς σε ένα δυναμικό κρεσέντο ψέλνει το «Δι' ευχών», τα δάκρυα πέφτουν βροχή, οι γιαγιάδες με έναν βαρύ αναστεναγμό λυτρώνονται και η μικρή ενθουσιασμένη ξεχνιέται και αρχίζει να χειροκροτάει φωνάζοντας: «Μπράβο, μπράβο»... Δεν κατάλαβε πού έμεινε το δεξί της αυτί, γιατί το αριστερό κόπηκε και πετάχτηκε έξω.    

Γράφει η Μαριαλένα Σπυροπούλου

* Η Μαριαλένα Σπυροπούλου είναι συγγραφέας. Η νουβέλα με τίτλο «Ρου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο


ΠΗΓΗ: enoriako.info/ Αναδημοσιεύσεις/Αλλαχόθεν