Σάββατο 23 Απριλίου 2022

 


        Την Τρίτη ημέρα τα χαράματα, οι φίλοι του Χριστού ήρθαν στον τάφο. Βρήκαν την πέτρα στην άκρη και τον τάφο κενό. Κατάλαβαν, όπως οι ίδιοι μας αφηγούνται, ότι βρέθηκαν μπροστά σε ένα καινούργιο θαύμα. Μόνο που δεν κατάλαβαν, ούτε τότε, ότι εκείνη τη νύχτα είχε πεθάνει ο κόσμος. Αυτό που είχαν τώρα μπροστά στα μάτια τους, ήταν η πρώτη μέρα μιας νέας δημιουργίας, με νέους Ουρανούς και μια καινούργια Γη. Και θυμίζοντας θαρρείς τον κηπουρό, ο Θεός περπατούσε  και πάλι στον Κήπο, που τον δρόσιζε πια όχι η βραδινή ψύχρα μα η φρεσκάδα του πρωϊνού. G.K.Chesterton

Σάββατο 16 Απριλίου 2022

 

       


Ότι ίσχυε για τους βασικούς πρωταγωνιστές εκείνου του δράματος, που ήταν καλοί, ή τελοσπάντων είχαν υπάρξει καλοί, ίσχυε επίσης για εκείνο το ανθρώπινο στοιχείο που μπορούμε να πούμε πως ήταν το καλύτερο, ή που ο Χριστός το θεωρούσε ως το καλύτερο στην ιστορία της ζωής του. Εννοώ τους φτωχούς ανθρώπους.  Οι φτωχοί, στους οποίους κήρυξε το Ευαγγέλιο, οι απλοί  άνθρωποι που το άκουσαν με ενθουσιασμό, τα πλήθη που είχαν ίσαμε τότε αναδείξει ήρωες και ημίθεους στον αρχαίο παγανιστικό κόσμο, όλοι αυτοί έδειξαν πως είχαν διαποτιστεί, και οι ίδιοι, από την ίδια εξάντληση που διέλυε τον κόσμο.  Έπασχαν από τα ίδια κακά που βλέπουμε συχνά στους όχλους των πόλεων και ιδιαίτερα των μεγαλουπόλεων και των πρωτευουσών όταν μια κοινωνία παρακμάζει.  Το ίδιο πράγμα που κάνει τους ανθρώπους της υπαίθρου να ζουν στηριγμένοι στις παραδόσεις, κάνει τους ανθρώπους των πόλεων να ζουν στηριζόμενοι στις διαδόσεις, τις φήμες και τους ψιθύρους.  Όπως οι καλύτεροι μύθοι των αγροτών ήταν κατά βάση ανορθολογικοί, έτσι και συμπάθειες και οι αντιπάθειες των κατοίκων των πόλεων  ρυθμίζονταν από αστήρικτες διαδόσεις και αυθαίρετες φήμες. Μπορούσαν να χειροκροτούν με ενθουσιασμό το οποιοδήποτε παλιόμουτρο, ή τον οποιοδήποτε λήσταρχο, να τον προσκυνούν σαν σωτήρα  μάλιστα να το προτιμούν από τον Χριστό, αρκεί να τους χάιδευε τ’ αυτιά. Έτσι κινούνταν πάντα οι όχλοι των πόλεων και έτσι κινούνται ακόμα σήμερα.  Τους βλέπουμε πώς άγονται και φέρονται από τις διαδόσεις των εφημερίδων και τα εντυπωσιακά πρωτοσέλιδά τους  Ωστόσο, τα πλήθη του αρχαίου κόσμου έπασχαν από κάτι ακόμα, που χαρακτήριζε ιδιαίτερα τον αρχαίο κόσμο. Ήταν η βαθιά αδιαφορία τους για το άτομο και η αδυναμία τους να αισθανθούν ότι οφείλουν να αποφασίσουν ως άτομα εάν θα καταδικάσουν ή όχι κάποιον άνθρωπο. Αυτό το αγελαίο πνεύμα αποτελεί πραγματικά χαρακτηριστικό του Παγανιστικού κόσμου.  Γ’ αυτό το λόγο ακούστηκε μονομιάς εκείνος που είπε: «Συμφέρει να πεθάνει ένας άνθρωπος για το καλό όλου του λαού».  Χωρίς αμφιβολία, αυτό το αρχαίο πνεύμα αφοσίωσης στην Πόλη υπήρξε στις καλές του ημέρες ένα πνεύμα εξαιρετικό.  Ανέδειξε μάρτυρες και ποιητές, ήρωες και διάνοιες που ανθρωπότητα θα θαυμάζει στον αιώνα τον άπαντα.  Και όμως, αυτό το ευγενές πνεύμα  κατέρρευσε και αυτό παρασυρμένο από τη γενική παρακμή, αφού δεν ήταν σε θέση να διακρίνει ότι ο άνθρωπος έχει μια μοναδική, προσωπική ψυχή.  Τα πλήθη ακολούθησαν  τους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους, τους φιλοσόφους και τους ηθικολόγους.  Υπάκουσαν πρόθυμα στα αυτοκρατορικά διατάγματα και τους εβραίους ιερείς, στους Γραμματείς και στους στρατιώτες, και η οικουμενική ανθρώπινη ψυχή έπεσε στην έσχατη κατάντια, καθώς όλοι οι άνθρωποι μαζί αρνήθηκαν ομόφωνα τον Υιό του Ανθρώπου.

        Στην αόρατη καρδιά αυτού του δράματος, στην αποπομπή ανθρώπου από τους ανθρώπους, υπήρξε μια μοναξιά που κανείς δεν μπόρεσε να σπάσει, μυστικά που κανείς δεν μπόρεσε να πει, ούτε καν να υπαινιχθεί.  Καμία παραπανίσια λέξη άλλωστε δεν έχει τη δύναμη και την ακρίβεια της λιτής, σχεδόν στεγνής αφήγησης των φρικτών συμβάντων στον Γολγοθά. Όσοι προσπάθησαν τέτοιους πλεονασμούς, απέτυχαν παταγωδώς. Και αν υπάρχει ένας ήχος ικανός να γεννήσει τη σιγή, ας μείνουμε σιωπηλοί και ας μην πούμε τίποτα για την έσχατη εκείνη ώρα όπου, με μια κραυγή που τράνταξε τα θεμέλια της Γης, ακούστηκαν εκείνα τα λόγια τα φρικτά, τα τόσο ακατανόητα για εμάς. : « Ἠλὶ Ἠλί, λιμᾶ σαβαχθανί;». Ποτέ δεν θα εννοήσουμε αυτά τα λόγια, διότι άνοιξαν, για μια συνταρακτική στιγμή, μιαν  άβυσσο στην ίδια την ενότητα του απολύτου, που δεν είναι του ανθρώπου να ερευνήσει. Ο Θεός εγκαταλείφθηκε από τον Θεό.

        Αποκαθήλωσαν το σώμα από τον σταυρό και ένας από τους ελάχιστους πλούσιους μεταξύ των Χριστιανών πήρε την άδεια να το θάψει σε ένα πέτρινο τάφο στον κήπο του. Οι Ρωμαίοι έστειλαν εκεί μια φρουρά από φόβο μήπως διασαλευθεί η τάξη εάν τυχόν προσπαθούσαν κάποιοι να εξαφανίσουν το σκήνωμα.  Για μια ακόμη φορά τα συμβάντα ακολουθούν μια φυσική συμβολική πορεία.  Ήταν σωστό να σφραγιστεί ο τάφος με όλο το τυπικό των ενταφιασμών της Ανατολής και ήταν επίσης σωστό να το φρουρούν στρατιώτες του Καίσαρα.  Διότι σε αυτό το δεύτερο σπήλαιο, ένα τάφο αυτή τη φορά, συνοψίστηκαν και σφραγίστηκαν όλα όσα υπήρξαν το μεγαλείο και η δόξα του αρχαίου κόσμου μας. Εκεί έλαβε τέλος μια τεράστια περιπέτεια: η ανθρώπινη ιστορία του ανθρώπου. Εκεί αναπαύθηκαν οι μυθολογίες και οι φιλοσοφίες.  Και όπως το λέει όμορφα μια φράση  των αρχαίων Ρωμαίων, οι θεοί, οι ήρωες και οι σοφοί έζησαν, και όπως έζησαν έτσι και πέθανα. Θνητοί ήταν και πέρασαν στον θάνατο.

G.K. CHESTERTON,The Everlasting Man, Ο ΑΙΩΝΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Εκδόσεις ΙΩΝΑΣ 2021

Σάββατο 9 Απριλίου 2022

 

     


   Όλες οι μεγάλες ανθρώπινες ομάδες και μορφές  που στάθηκαν γύρω από τον Σταυρό, παριστάνουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τη μεγάλη ιστορική αλήθεια που φανερώθηκε σε εκείνη τη στιγμή της ιστορίας : ο κόσμος δεν μπορούσε να σωθεί από μόνος του.  Ο άνθρωπος είχε πλέον  εξαντλήσει τις δυνάμεις του.  Η Ρώμη, η Αθήνα, η Ιερουσαλήμ και οι άλλες πόλεις βούλιαζαν σαν μια θάλασσα που την καταπίνει μια μεγάλη τρύπα.  Βλέποντάς τον εξωτερικά, ο αρχαίος κόσμος βρισκόταν στο απόγειό του. Πάντοτε όμως σε μια τέτοια στιγμή αρχίζει η βαθύτερη παρακμή.  Δεν θα καταλάβουμε ωστόσο περί τίνος είδους παρακμής επρόκειτο, εάν δεν συνειδητοποιήσουμε ίτι δεν οφειλόταν σε κάποιο προπατορικό αμάρτημα. Η ίδια η δύναμη του κόσμου είχε μετατραπεί σε αδυναμία, και η ίδια η σοφία του σε μωρία.

        Στο δράμα της Μεγάλης Παρασκευής, το καλύτερο που είχε μπορέσει να παρουσιάσει ο κόσμος με τη δική του σοφία και τις δικές του δυνάμεις, φανερώθηκε στη χειρότερή του όψη. Και αυτό ήταν οι εκπρόσωποι ενός αληθινού μονοθεϊσμού και οι στρατιώτες ενός πραγματικά παγκόσμιου πολιτισμού. Η θρυλική Ρώμη, που ιδρύθηκε πάνω στα ερείπια της Τροίας και θριάμβευσε πάνω στις στάχτες της Καρχηδόνας, ενσάρκωσε έναν άφθαστο ηρωισμό, πολύ κοντινό προς το μετέπειτα ιδεώδες της ιπποσύνης. Η Ρώμη υπερασπίστηκε τους εφέστιους θεούς και τις ανθρώπινες αρετές ενάντια στους δράκοντες της Αφρικής και του ερμαφρόδιτους της Ελλάδας, Ωστόσο, στο θυελλώδες φως εκείνης της νύχτας, η Ρώμη η Μεγάλη , η αυτοκρατορική Πολιτεία, γκρεμίζεται στο σκότος, χτυπημένη θαρρείς από τις κατάρες του Λουκρητίου.  Ο σκεπτικισμός διάβρωσε και διέλυσε τη λογική των κατακτητών του κόσμου : «Και τι είναι η αλήθεια;», ρωτάει εκείνος που αποστολή του ήταν να απονείμει δικαιοσύνη. Τη δραματική εκείνη ώρα, όπου παίζεται η μοίρα του αρχαίου κόσμου, ένας από τους κυριότερους πρωταγωνιστές του δράματος μοιάζει να συμπεριφέρεται τελείως αντίθετα από ό,τι όφειλε να συμπεριφερθεί.  Η Ρώμη ήξερε τις περισσότερες φορές να αναλαμβάνει τις ευθύνες της. Μα ο Πιλάτος «νίπτει τες χείρας» του και γίνεται το αιώνιο πρότυπα της ευθυνοφοβίας και της ανευθυνότητας. Ο άνθρωπος είχε εξαντλήσει τις δυνάμεις του. Δεν μπορούσε πια να φέρει σε πέρας τίποτε απολύτως.  Κουρασμένος, ένας Ρωμαίος ένιψε τα χέρια του για τη μοίρα του κόσμου

        Ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του δράματος υπήρχαν και οι ιερείς εκείνης της ξεκάθαρης και προπατορικής αλήθειας, που μιλάει για τον ένα Θεό και κρύβεται πίσω από όλες τις μυθολογίες όπως ο ήλιος από τα σύννεφα. Και όμως, η αλήθεια αυτή, η μεγαλύτερη από όλες τις αλήθειες, δεν μπορούσε να σώσει από μόνη της τον κόσμο.  Ίσως να υπάρχει κάτι το εκτυφλωτικό στον καθαρό μονοθεϊσμό.  Κάτι που σε τυφλώνει και δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τον ήλιο από το φεγγάρι και τον ουρανό.  Ίσως πάλι η ιδέα του ενός Θεού να είναι πολύ βαριά για το τον άνθρωπο και να μη μπορεί να την αντέξει αν δεν την καλύψει με ένα ανθρώπινο πέπλο, ή με ενδιάμεσες μικρότερες θεότητες. Ή πάλι, ίσως να είναι υπερβολικά καθαρή και απόμακρη. ΄Όπως και να έχει, ο μονοθεϊσμός δεν μπόρεσε από μόνος του να σώσει τον κόσμο.  Ούτε καν να τον βοηθήσει να βρει το δρόμο  του. Και όμως, ήταν μια ιδέα που την ασπάζονταν και την υποστήριζαν κάμποσοι φιλόσοφοι.  Μόνο που αυτοί δεν μπόρεσαν, ούτε και ενδιαφέρθηκαν άλλωστε, να βοηθήσουν τον κόσμο να βρει το δρόμο του.  Ήταν αδύνατον η προσωπική άποψη ενός ανθρώπου, έστω και πάνσοφου , να διαλύσει τις ομίχλες των πολυδαίδαλων λαϊκών δοξασιών. Με ένα σπίρτο δεν μπορείς να φωτίσεις ολόκληρο δάσος. Μ’ ένα σουγιά δεν μπορείς να καθαρίσεις ολόκληρη ζούγκλα.  Οι Ιουδαίοι ιερείς φύλαξαν την αλήθεια ζηλότυπα, με την καλή και κακή έννοια του όρου. Την φύλαξαν σαν ένα θαυμάσιο μυστικό. Όπως οι ήρωες ενός ινδιάνικου μύθου φύλαγαν τον ήλιο μέσα σε ένα κιβώτιο, έτσι και αυτοί φύλαγαν το Αιώνιο μέσα σε μια κιβωτό.  Ήταν περήφανοι που μόνον  αυτοί μπορούσαν να κοιτάζουν τον ήλιο ενός αστραφτερού Θεού και δεν συνειδητοποιούσαν πως είχαν τυφλωθεί.  Από εκείνη την ημέρα, οι επίγονοί τους πορεύονταν όπως οι τυφλοί στο φως της μέρας, χτυπώντας δεξιά και αριστερά τη γη με το ραβδί τους και ρίχνοντας κατάρες στα σκοτάδια. Ο μνημειώδης μονοθεϊσμός τους είχε καταντήσει μουσειακός, το τελευταίο μαυσωλείο του είδους του, εντελώς ακίνητος μέσα σε ένα κινούμενο κόσμο. Γι’ αυτό ήταν αδύνατον να τον σώσει. Δεν μπορούσε να ον σώσει, διότι δεν μπορούσε να τον ικανοποιήσει.  Δεν ήταν πια αρκετό να επαναλαμβάνει ότι ο Θεός ήταν στον Ουρανό και πως δεν υπήρχε «ουδέν καινόν υπό τον ήλιον», αφού κυκλοφορούσε κιόλας η φήμη ότι ο Θεός είχε αφήσει τον Ουρανό και είχε κατέβει στη Γη για να τον σώσει.

GHESTERTON,The Everlasting Man, Ο ΑΙΩΝΙΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Εκδόσεις ΙΩΝΑΣ 2021.