Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018


Η διδασκαλία της Εκκλησίας δεν έχει γνωσιολογικό περιεχόμενο. Περισσότερο είναι μία οδός. Η Εκκλησία παρουσιάζει μία οδό, προτείνει μία οδό, ξεδιπλώνει μία οδό. Είναι η οδός από  τον θάνατο στη ζωή. Αυτό η Εκκλησία το διδάσκει διά της μυήσεως…. Διά του θανάτου ουσιαστικά ζούμε. Κατά την παράδοση και τη διδασκαλία των Πατέρων, υπάρχουν τρείς μορφές θανάτου. Ένας είναι ο βιολογικός που γνωρίζουμε. Αυτόν τον θάνατο τον γνωρίζουμε ως απουσία ζωής, δηλαδή εκ του αντιθέτου, όπου τη ζωή την ορίζουμε ως «δέση» στοιχείων, «δέση» ψυχής και σώματος, ενώ τον θάνατο τον ορίζουμε ωε διάκριση και διάλυση των ενωμένων (δηλαδή της ψυχής και του σώματος). Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, ζωή είναι η σύνδεση («δέσις») σώματος και ψυχής, ενώ θάνατος είναι η διάλυση («διάστασις») αυτής της ένωσης. Στο ίδιο πνεύμα ο άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης θα ,ας πει ότι θάνατος δεν σημαίνει ανυπαρξία της ουσίας του ανθρώπου, αλλά διάλυση(«διάκρισι») της σχέσης ψυχής και σώματος. Η ουσία παραμένει υπαρκτή ακόμα και μετά τον θάνατο. Υπάρχει όμως διάκριση της ψυχής από το σώμα. Κατά τούτο ο θάνατος των εμβίων όντων είναι διάλυσις  των συστατικών του σώματος. Ενώ ο θάνατος του ανθρώπου είναι διάκρισις, διαίρεσις  της ψυχής από το σώμα. Γι’ αυτό και ζωή στον άνθρωπο είναι η επανένωση ψυχής και σώματος, ώστε να φανερωθεί ξανά ολόκληρος ο άνθρωπος.
Ένας άλλος θάνατος, μία άλλη μορφή θανάτου, είναι η αυτονομία της φύσεως. Υπάρχει δηλαδή ένας θάνατος που λειτουργεί κατά τη διάρκεια της έμβιας ζωής. Ενώ ο άνθρωπος είναι ζωντανός -με όλους τους ορισμούς- ωστόσο είναι πεθαμένος. Αυτονομία της φύσεως σημαίνει εγκλεισμός του Εγώ του ανθρώπου στο φυσικό του Εγώ. Δηλαδή η θέληση της φύσεως κυριαρχεί επί του ανθρώπου, δεν υπάρχει άλλο θέλημα στον άνθρωπο, πέραν του θελήματος της φύσεως. Σας θυμίζω το περιστατικό από την Καινή Διαθήκη, όπου ο Χριστός καλεί τους ανθρώπους να έλθουν μαζί του, να έλθουν στη ζωή, και ένας μαθητής του ζητάει να του επιτρέψει μια μικρή αναβολή, μέχρι να πάει να κηδέψει τον πατέρα του. Και απαντάει ο Χριστός: «ακολούθει μοι, και άφες τούς νεκρούς θάψαι τούς εαυτών νεκρούς» (Ματθ. 8,22). Αυτονομία λοιπόν της φύσεως και κυριαρχία του θελήματός της είναι μια δεύτερη μορφή θανάτου για τον άνθρωπο.
Και η Τρίτη μορφή θανάτου είναι η διάσταση από τον Θεό, η απουσία σχέσης με τον Θεό. Στο σημείο αυτό θα επιμείνω λίγο, αλλά συνοπτικά και πάλι. Ζωή είναι η σχέση με τον Θεό, ενώ θάνατος είναι η απουσία του Θεού. Κατά τούτο η ζωή είναι μία κατάσταση, δεν είναι μία ιδιότητα: βρίσκομαι εν ζωή.  Όταν ο Χριστός στην Καινή Διαθήκη ορίζει τον εαυτό του ως ζωή («εγώ είναι η ζωή» βλ. Ιωάν.11,25) εννοεί ότι η σχέση με αυτόν παρέχει ζωή, ή δι' αυτού αναγνωρίζεται η ζωή.



 Εφόσον όμως προσπαθώ να πω τί είναι θάνατος, πρέπει να συμπληρώσω και τί είναι ζωή κατά την Εκκλησία. Και η λέξη που έρχεται μέσα από την παράδοσή μας για τη ζωή είναι η λέξη «έρως». Ήδη από τα προχριστιανικά χρόνια (από τον πρώτο ήδη αιώνα και μετά), η ζωή ονομάζεται έρωτας. Ο έρωτας είναι διάλογος διαρκής, ως κατάσταση…
Ουσιαστικά έρωτας σημαίνει συνδιαλλαγή μ ε τον Θεό. Αργότερα και ο Διονύσιος ι Αρεοπαγίτης και ο Μάξιμος ι Ομολογητής θα αναπτύξουν το περιεχόμενο αυτής της συνδιαλλαγής με τον Θεό, μέχρι του σημείου να την ταυτίσουν με το αληθές γνώρισμα της ζωής. Ζωή τελικά σημαίνει συνδιαλλαγή με τον Θεό. Επίσης σημαίνει μια ειρηναία κατάσταση. Θυμίζω τον λόγο του Χριστού για τη δική του ειρήνη. Υπάρχει η ειρήνη του κόσμου και η ειρήνη του Χριστού («ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν’ ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν» Ιωάν.14,27). Αυτή η ειρήνη του Χριστού δεν έχει να κάνει με εξωτερικά γνωρίσματα ησυχίας και τάξεως, ούτε με μια εξωτερική τακτοποίηση. Έχει να κάνει με μία εσωτερική κατάσταση του ανθρώπου, αυτήν την κατάσταση, που του επιτρέπει να πεθαίνει ειρηνεύοντας, να πεθαίνει χάριν του ερωμένου προσώπου, του νυμφίου Χριστού.

Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, εκδόσεις Δόμος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου