Παρασκευή 22 Ιουνίου 2018



Αυτή η κίνηση του Θεού προς τον άνθρωπο έχει πάρει διάφορες ονομασίες  κατά τη διαδρομή των ιστορικών εποχών, στην Παλαιά Διαθήκη και στην Εκκλησία. Αυτή η κίνηση είναι κίνηση δωρεάς, δεν είναι κίνηση συναλλαγής ή ανταλλαγής. Δεν μπορεί να είναι κίνηση ανταλλαγής, γιατί δεν έχουν ομοιότητα οι δύο φύσεις, η θεία και η ανθρώπινη. Είναι μία κίνηση που χαρίζεται στην κτιστή φύση, στον άνθρωπο, χωρίς ο Θεός να ζητάει από  τον άνθρωπο κάποιο αντάλλαγμα έναντι αυτής της δωρεάς. Στην ιερή γλώσσα αυτή η κίνηση ονομάζεται θεία  Χάρη. Ονομάζουμε θεία Χάρη την παρουσία του Θεού  στον άνθρωπο. Πώς γίνεται η παρουσία του Θεού μέσα στον άνθρωπο; Δεν είναι δυνατό να αναμειχθεί η φύση του Θεού με τη φύση του ανθρώπου, όχι γιατί δεν θέλει ή γιατί δεν είναι σωστό, αλλά γιατί είναι πέραν της φύσεως. Η φύση της θεότητας δεν αναμειγνύεται  με τη φύση της ανθρωπότητας, και ευρύτερα με τη κτιστή φύση. Αυτό λοιπόν με το οποίο ενώνεται ο άνθρωπος δεν είναι αυτή η ίδια η φύση του Θεού, αλλά οι ενέργειές της, ή, να το πω με μια άλλη λέξη, οι δυνάμεις της φύσεως. Η φύση έχει δυνάμεις και αυτές οι δυνάμεις τις ονομάζουμε ενέργειες. Το άκτιστον  εκχέει αυτές τις ενέργειές του μέσα στην κτίση, στο κτιστόν. Το κτιστό συνδέεται ή, αν θέλετε, διαποτίζεται από αυτές τις ενέργειες. Η παρουσία αυτών των ενεργειών μεταποιεί το κτιστόν σε μη θνητόν, σε μη φθαρτόν’ το αφθαρτοποιεί, του αφαιρεί την κίνησή του προς την ανυπαρξία ,προς το μηδέν.

Αλλά εδώ προκύπτει ένα τεράστιο θέμα. Αυτές οι ενέργειες που  διαποτίζουν το κτιστόν δεν είναι ενέργειες αφηρημένες, ούτε είναι δυνάμεις κτιστές, όπως είναι π.χ. η μαγνητική δύναμη ή η δύναμη του ηλεκτρισμού. Αν ακουμπήσεις μια ηλεκτρική πηγή θα σε διαποτίσει η ενέργεια του ηλεκτρισμού, είτε το θέλεις είτε δεν το θέλεις. Αντίθετα, οι ενέργειες του Θεού είναι ενέργειες που πηγάζουν από προσωπική υπόσταση και έχουν απαραίτητο στοιχείο τον διάλογου, τη σχέση, την απόκριση. Αυτό στην εκκλησιαστική γλώσσα το ονομάζουμε «ελευθερία» ή, για να  χρησιμοποιήσω  μια λειτουργική έκφραση,    «προαίρεση». Τί σημαίνει ότι  προαιρούμαι, ότι θέλω  να αποδεχθώ αυτές τις ενέργειες; Το «θέλω» δεν είναι μια παθητική στάση, είναι  μια στάση ενεργητική. Πρέπει δηλαδή και εγώ, τις δικές μου κτιστές φυσικές ενέργειες να τις ενεργοποιήσω προς τα έξω’ να φύγω από τον εαυτό μου και να βρεθώ «εκτός εαυτού», προς τον άλλον.  Αυτό το ονομάζουμε στη νηπτική μας παράδοση έκσταση (από το «έξω ίσταμαι», βγαίνω από τον εαυτό μου). Έτσι η Εκκλησία υιοθετεί τώρα την πρώτη κίνηση που ανέφερα, την κίνηση του ανθρώπου προς τον Θεόν, αφού την «διορθώνει», δίνοντάς της ένα ιδιαίτερο περιεχόμενο : κίνηση του ανθρώπου προς τον Θεό σημαίνει απάντηση στην κίνηση του Θεού προς τον άνθρωπο. Κι αυτό είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της εκκλησιαστικής ζωής.

                Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, εκδόσεις Δόμος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου