Σάββατο 2 Ιουνίου 2018


        Εάν ο Θεός δεν θέλει να γίνει γνωστός, τότε σημαίνει ότι δεν μπορώ ποτέ να γνωρίσω τον Θεό.  Βέβαια αυτό θα σήμανε και κάτι άλλο (και ας μη θεωρηθεί βλάσφημο αυτό που θα πω): εάν ο Θεός δεν ήθελε να γίνει γνωστός, τότε δεν θα υπήρχε Θεός. Αλλά πριν φτάσουμε στο σημείο να διερωτηθούμε περί της θελήσεως του Θεού να γνωσθεί από εμάς, έχουμε τη σχέση Πατέρα και Υιού.  Ο Πατήρ θέλει και αγαπά τον Υιό, ο Υιός θέλει και αγαπά τον Πατέρα. Υπάρχει λοιπόν μια γνώση εξ αγάπης και εν αγάπη (γνώση, με την έννοια της σχέσης) που είναι ελεύθερη, είναι σχέση εν ελευθερία.  Επομένως και ο Πατήρ προς  τον κόσμο, προς την κτίση, θέλει και γνωρίζεται.  Είναι ο  τρόπος με τον  οποίο  υπάρχει ο Θεός, να θέλει να γίνεται γνωστός. Εάν απαντήσουμε κι εμείς μ’ ένα «θέλω», τότε αρχίζει η οδός της γνώσεως.
        Στην εικόνα που μας παραδίδει η διήγηση της Γεννέσεως περιγράφεται το λάθος του ανθρώπου: ο Αδάμ δεν θέλησε να γνωρίσει τον Πατέρα, αλλά θέλησε στη θέση του Πατρός να βάλει ένα είδωλο θεότητας.  Θέλησε να γίνει Θεός κατά ένα αυθαίρετο, δικό του τρόπο.  Έκανε μια ανταρσία απέναντι σ’ αυτή τη σχέση που του πρότεινε ο Θεός, και αυτό που εισέπραξε ως καρπό αυτής της ανταρσίας ήταν η διακοπή της σχέσης με τον Θεό. Σας έλεγα, πόσο ενδεικτική είναι στη διήγηση της πτώσεως η εικόνα όπου ο Αδάμ κρύβεται μόλις ακούει τα βήματα του Θεού γιατί τον φοβάται.  Κι αυτό είναι μια διεστραμμένη γνώση περί Θεού.  Αντί η παρουσία του Θεού να είναι πηγή χαράς γι’  αυτόν, γίνεται πηγή τρόμου.
                                 
                                                             Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, εκδ. Δόμος



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου