Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017



Ο  ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ
1.
       Είναι σημαντικό το ότι γυρίζουμε στην ιδέα και στο βίωμα ότι η Μεγάλη Σαρακοστή είναι ένα πνευματικό ταξίδι που έχει σκοπό να μας μεταφέρει από μιά πνευματική κατάσταση σε άλλη.  Όπως ήδη έχουμε πεί, η μεγάλη πλειονότητα των Χριστιανών σήμερα αγνοεί  αυτόν τον σκοπό της Μεγάλης Σαρακοστής και τη βλέπουν μόνο σαν μια περίοδο στη διάρκεια της οποίας «πρέπει» να εκπληρώσουν τις θρησκευτικές τους υποχρεώσεις – δηλ. τη «μια φορά το χρόνο» θεία Μετάληψη- και να συμμορφωθούν  με τους περιορισμούς της νηστείας, ώσπου να τους αντικαταστήσουν  με τη γενική κατάλυση της πασχαλινής περιόδου.  Και επειδή  όχι μόνο οι λαϊκοί αλλά και πολλοί ιερείς έχουν υιοθετήσει αυτή την απλή και τυπική αντίληψη της Σαρακοστής, γι αυτό και το αληθινό πνεύμα της έχει εντελώς χαθεί από τη ζωή μας.  Η λειτουργική και πνευματική αποκατάσταση της Σαρακοστής είναι ένα από τα πιο επείγοντα καθήκοντα που θα πραγματοποιηθεί μόνο αν βασιστεί σε μια γνήσια κατανόηση του λειτουργικού ρυθμού  και της λειτουργικής δομής της Μεγάλης Σαρακοστής.
       Στην αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής, σαν εγκαίνια, σαν τη «νότα» που πρόκειται να δώσει ον τόνο στην τελική «μελωδία», έχουμε τον Μεγάλο κανόνα του Αγίου Ανδρέα της Κρήτης, κανόνα μετάνοιας.  Χωρισμένος σε τέσσερα μέρη διαβάζεται στο Μεγάλο Απόδειπνο το απόγευμα    κατά τις πρώτες τέσσερις μέρες της Α’ εβδομάδας των Νηστειών.
        Μπορούμε να περιγράψουμε τον κανόνα αυτό σαν ένα θρήνο μετάνοιας που μας μεταφέρει στο βάθος και στο πεδίο δράσης της αμαρτίας, κλονίζοντας την ψυχή μας με την απόγνωση, τη  μετάνοια και την ελπίδα.  Με μια μοναδική τέχνη ο Άγιος Ανδρέας συνυφαίνει τα μεγάλα βιβλικά θέματα : Αδάμ και Εύα, Παράδεισος και Πτώση, Πατριάρχες ,  Νώε και κατακλυσμός, Δαβίδ, Χώρα Επαγγελίας και τελικά Χριστός και Εκκλησία, ομολογία αμαρτιών και μετάνοια. Τα γεγονότα της ιερής Ιστορίας παρουσιάζονται σαν γεγονότα της ζωής μου.  Οι ενέργειες του Θεού στο παρελθόν αποβλέπουν σε μένα και στη σωτηρία μου, η τραγωδία της αμαρτίας  και η προδοσία παρουσιάζονται σαν προσωπικά δική μου τραγωδία.  Η ζωή μου παρουσιάζεται σαν ένα κομμάτι της μεγάλης πάλης ανάμεσα στι Θεό και στις δυνάμεις του σκότους που επαναστατούν εναντίον του.
        Ο κανόνας αρχίζει με τούτο το βαθιά προσωπικό τόνο :

                               Πόθεν άρξομαι θρηνείν τας του αθλίου μου βίου πράξεις ;
                                  Ποίαν απαρχήν, επιθήσω Χριστέ, τη νυν θρηνωδία ;
:
        Η μια μετά την άλλη οι αμαρτίες μου αποκαλύπτονται με όλη τη βαθά σύνδεση που έχουν με το συνεχιζόμενο δράμα τω  σχέσεων του ανθρώπου με το Θεό’ η ιστορία της πτώσης του ανθρώπου είναι προσωπική μου ιστορία :

                                   Τον πρωτόπλαστον Αδάμ τη παραβάσει παραζηλώσας,
                                  Και της αϊδίου βασιλείας και τρυφής διά τας αμαρτίας μου,
                                 Έγνων εμαυτόν, γυμνωθέντα Θεού,

        Έχω χάσει όλα τα δώρα :

                                           Εσπίλωσα τον της σαρκός μου χιτώνα
                                                  κατερρύπωσα το κατ’ εικόνα,
                                                     Σωτήρ, και καθ’ ομοίωσιν.
                                      Διέρρηξα την στολήν μου την πρώτην,
                         Ημαύρωσα της ψυχής το ωραίον, ταις των παθών ηδοναίς …
                                Ην εξυφάνατό μοι ο Πλαστουργός εξ αρχής
                                                   Και ένθεν κείμαι γυμνός.

        Μ’ αυτόν τον τρόπο, τέσσερα συνεχή απογεύματα,οι εννέα ωδές Κανόνα μου λένε ξανά και ξανά την πνευματική ιστορία του κόσμου που είναι επίσης και δική μου  ιστορία. Γίνονται για μένα μια πρόκληση με τα αποφασιστικά γεγονότα και τις πράξεις από το παρελθόν, που το νόημά τους και η δύναμή τους είναι αιώνια, γιατί κάθε ανθρώπινη ψυχή – μοναδική και ανεπανάληπτη- συγκινείται από το ίδιο δράμα, αντιμετωπίζει την ίδια τελικά εκλογή, ανακαλύπτει την ίδια πραγματικότητα.
       Τα γραφικά παραδείγματα είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλές «αλληγορίες», όπως νομίζουν πολλοί άνθρωποι και ακριβώς γι’ αυτό βρίσκουν ότι τούτος ο Κανόνας είναι πολύ «κουραστικός», πολύ φορτωμένος με άσχετα ονόματα και επεισόδια.  Γιατί, ρωτούν, μιλάει για τον Κάϊν, τον Άβελ, τον Δαβίδ και το Σολομώντα, ενώ θα ήταν πολύ πιο απλό να πει : «αμάρτησα»;  Εκείνο πάντως που δεν καταλαβαίνουν τούτοι που ρωτούν, είναι ότι η λέξη  αμαρτία – στη βιβλική και χριστιανική παράδοση- έχει ένα βάθος, μια πυκνότητα την οποία ο σύγχρονος άνθρωπος αδυνατεί να καταλάβει και η οποία κάνει την εξομολόγηση των αμαρτιών του κάτι πού διαφορετικό από την αληθινή χριστιανική μετάνοια.

Alexander Schmemann, GREAT LENT, Journey to Pascha, ST. VLADIMIR’S SENINARY PRESS                                                                               Alexander Schmemann, ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ, Πορεία προς το Πάσχα, εκδ. Ακρίτας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου