Παρασκευή 12 Μαΐου 2017




Αντιμετώπισις της προσευχής

Αγαπητέ μου  Άψινθε (Πρβλ. Αποκάλυψη η’ 11)

        Οι ερασιτεχνικές εισηγήσεις σου που περιλαμβάνονται στην τελευταία σου επιστολή, με υποχρεώνουν να ασχοληθώ  εν εκτάσει με την οδυνηρή υποθεσι της προσευχής.  Μπορούσες να κάνης κάποια οκονομία στα σχόλιά σου για να με πληροφορήσης ότι οι προσευχές του «ασθενούς»  σου για την μητέρα του «αποδείχτηκαν εντελώς άτυχες».  Ένας ανεψιός δεν γράφει έτσι στο θείο του, ακόμη περισσότερο ένας νεαρός πειραστής σ’ έναν υποδιεθυντή ενός τμήματος.  Η μέθοδος αυτή φανερώνει μια δυσάρεστη επιθυμία να μεταθέσης τις ευθύνες.  Πρέπει να μάθης να πληρώνης τα σφάλματά σου.
        Το καλύτερο είναι, όσο περισσότερο μπορείς να εμποδίζης τον «ασθενή» σου να παίρνη στα σοβαρά την υπόθεσι της προσευχής.  Όταν πρόκειται – όπως στην δική σου περίπτωσι –  περί εφήβου που έχει πάει προσφάτως στην παράταξι του Εχθρού, το καλύτερο είναι να του υπενθυμίζης ή να νομίζη ότι θυμάται τις παγαλίστικες προσευχές της παιδικής του ηλικίας.  Εάν σ’ αυτό αντιδρά, πείσε  τον να αποβλέπη σε κάτι εξ ολοκλήρου  αυθόρμητο, εσωτερικό, παράτυπο και ανώμαλο.  Και  όταν πράγματι σκοπεύη ένα τέτοιο, τότε ο αρχάριος θα αγωνίζεται να διεγήρη μέσα του μια αόριστη ευσεβή «διάθεσι» στην οποίαν δεν θα έχουν ουσιαστικά μέρος η θέλησις και η διάνοια. Ένας από τους  ποιητάς των ο Coleridge , διηγείται ότι «δεν προσηύχετο γονατιστός, κινώντας τα χείλη, αλλ’ απλώς «διέθετε το πνεύμα του στο να αγαπά» και παραδινόταν σε μια σκέψι ικεσίας». Αυτό είναι ακριβώς εκείνο που ζητούμε.  Σ’ αυτό το είδος της προσευχής, αφού έχει μια επιφανειακή ομοιότηα με την προσευχή της σιωπής που την εξασκούν εκείνοι που έχουν προχωρήσει πολύ στην υπηρεσία του Εχθρού, μόνον επιδέξιοι και οκνηροί  «ασθενείς» μπορεί να αφίνωνται για πολύν καιρό.  Τουλάχιστον να τους πείθη  , ότι η στάσις του σώματος δεν παίζει ρόλο στις προσευχές τους, διότι αυτοί λησμονούν συστηματικά, εκείνο που εσύ πρέπει να θυμάσαι πάντοτε.  Ότι δηλαδή αυτοί είναι ζώα και ότι πάν, ότι κάνουν τα σώματά των, το προσποιείται και η ψυχή.  Είναι διασκεδαστικό πώς οι θνητοί μάς φαντάζονται πάντοτε ότι εισάγομε ιδέες στο πνεύμα των, ενώ στην πραγματικότητα εμεις επιδιώκπυμε το αντίθετο, δηλ. να εμποδίζωμε τις ιδέες να μπαίνουν εκεί.
       Σε περίπτωσι αποτυχίας, θα εκτραπής σε μια πιο λεπτή παρέκκλισι της προθέσεώς του.  Οσάκις οι άνθρωποι είναι προσηλωμένοι στον Ίδιο τον Εχθρό, είμαστε νικημένοι, υπάρχουν όμως τρόποι να τους εμποδίσωμε απ’ αυτό. Ο απλούστερος τρόπος είναι να στρέφωμε την προσοχή των από τον Εχθρό στους εαυτούς των.   Κράτησε τη διάθεσί τους στο να προσπαθούν να παραγάγουν αισθήματα με την ενέργεια της θελήσεώς των.  Όταν προτίθενται να ζητήσουν  από τον Εχθρό να τους δώση αγάπη, άφησέ τους, αντί αυτής, να προσπαθούν να παραγάγουν αισθήματα αγάπης με μόνη τη θέλησί τους, χωρίς πραγματικά να τους βάζης στο νού τι πραγματικά το κάνουν.  Όταν προτίθενται να παρακαλέσουν να τους δώση θάρρος, άφησέ τους πραγματικά να προσπαθούν να αισθάνωνται γενναίοι.  Όταν ζητούν από τον Εχθρό να τους συγχωρήση, άφησέ τους να προσπαθούν να αισθάνωνται συγχωρημένοι.  Δίδαξέ τους να εκτιμούν την αξία της προσευχής από την επιτυχία των στην παραγωγή του αισθήματος που επιθυμούν.  Και ποτέ μην επιτρέψης να υποψιαστούν πόσο επέτυχαν ή απέτυχαν στην προσευχή τους, είτε υγιείς είναι, είτε άρρωστοι, είτε ξεκούραστοι, είτε κουρασμένοι.
       Αλλά , φυσικά, ο Εχθρός, ως τόσο, δεν θα μείνη αδρανής.  Οποτεδήποτε κανείς προσεύχεται, υπάρχει κίνδυνος της αμέσου ενεργείας Του. Είναι κυνικώς αδιάφορος περί της αξιοπρεπείας της θέσεώς Του, καθώς και της ιδικής μας, ως καθαρών πνευμάτων, και μόλις αυτά τα ανθρώπινα ζώα γονατισουν μπροστά Του, χύνει χωρίς ντροπή πάνω τους την αυτογνωσία.  Αλλά και αν ακόμη ο Εχθρός ματαιώση τις προς παραπλάνησιν πρώτες δοκιμές σου, έχομε ένα λεπτότερο όπλο.  Οι άνθρωποι δεν ξαφνιάζονται απ’ αυτή την ευθεία κατανόησι του Εχθρού, την οποίαν εμείς ,δυστυχώς , δεν μπορούμε να αποφύγωμε.  Δεν έχουν ποτέ γνωρίσει αυτή τη φρικτή λαμπρότητα, αυτή την τραυματισμένη και φλογισμένη ακτινοβολία που προκαλεί το βάθος του μόνιμου πόνου της ζωής μας. Εάν βολιδοσκοπήσης το πνεύμα του «ασθενούς» σου την ώρα που προσεύχεται, δεν θα το βρής αυτό.
       Εάν εξετάσης το αντικείμενο στο οποίο προσέχει ο ασθενής σου, θα βρής  μέσα σ’ αυτό πολλά εντελώς γελοία στοιχεία.  Θα βρής εικόνες  που παράγονται από τον Εχθρό  όπως φανερώθηκε κατά την διάρκεια του γνωστού κακόφημου επεισοδίου της Ενσαρκώσεως.   Θα βρής επίσης πιο αόριστες – ίσως πρωτόγονες και παιδαριώδεις – εικόνες που γειτονεύουν με τα άλλα δύο Πρόσωπα.  Θα βρής ακόμη μερικές προερχόμενες από την ευλάβειά του (συνοδευόμενες και από τις σωματικές του αισθήσεις ) αντικειμενοποιήσεις πού τις αποδίδει στο αντικείμενο της ευσεβείας του.
        Έχω ωρισμένες γνωστές περιπτώσεις,  όπου ο «ασθενής» εκείνο που ωνόμαζε «Θεός» το εντόπιζε στην αριστερή γωνία της οροφής του δωματίου, ή στο εσωτερικό της κεφαλής του, ή ακόμη σ’ εναν Εσταυρωμένο που κρεμόταν στον τοίχο. Αλλά όποια κι αν είναι η φύσις του αντικειμένου αυτού, εσύ οφείλεις να τον προσέχης να προσεύχεται σ’ αυτό που έχει κατασκευάσει και όχι σ’ Εκείνον που τον έπλασε.  Μπορείς ακόμη να τον προτρέπης να διορθώνη και να τελειοποιή ακατάπαυστα αυτό το κατασκεύασμα της φαντασίας του και να το κρατά σταθερά εμπρός του όσο διαρκεί η προσευχή του. Εάν ποτέ έρθη σε συναίσθησι  περί του αν  απευθύνη  την προσευχή του «Όχι σε εκείνο πού πιστεύω ότι είσαι  αλλά σε κείνο που γνωρίζεις σύ τι είσαι», τότε η θέσις μας είναι ανεπανόρθωτα απελπιστική.  Εάν όλες τις εικόνες τις διασκορπίση από την φαντασία του, εάν, στην περίπτωσι  που τις κρατήση, τις θεωρήση ως καθαρά υποκειμενικές, εάν ο άνθρωπος εγκαταλειφθή στην πραγματική Παρουσία  του Εχθρού, εξωτερική, αόρατο, πού τον συντροφεύει μέσα στο δωμάτιό του, χωρίς  να μπορή να την γνωρίση όπως Εκείνη τον γνωρίζει – τότε είναι ανυπολόγιστο τι θα συμβή, (Το παιχνίδι είναι χαμένο). Για να αποφύγωμε αυτή τη θέσι, αυτό το πραγματικό ξεγύμνωμα της ψυχής στην προσευχή, θα μας βοηθήση το ότι οι άνθρωποι δεν την επιθυμούν τόσο πολύ, όσο υποθέτουν.  Μπορούσαν να πάρουν περισσότερα, αλλά δεν τα ζητούν !
                                                                                                        Ο στοργικός σου θείος
                                                                                                                  ΤΥΛΙΧΤΗΣ

C.S. Lewis,ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΙΜΠΡΙΤΖ,"ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ",εκδ. Πουρναρά Αέκδοση 1974. Ανατύπωση 1993,2006 - C.S.Lewis, The screwtape Letters and Screwtape propose a toast, COLLINS ENGLAND
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
(Της 1ης εκδόσεως)
        Δεν έχω σκοπό να φανερώσω στον αναγνώστη, με ποιό τρόπο οι επιστολές του Διαβόλου που παρουσιάζω, έπεσαν στα χέρια μου.
        Προκειμένου περί του Διαβόλου ή των απεσταλμένων του, πέφτομε σε δύο πλάνες, αντίθετες μεν την μία από την άλλη, αλλά ίσης σπουδαιότητος.  Η μία είναι να αρνούμεθα την ύπαρξί  του, και η άλλη, να δείχνωμε ένα ενδιαφέρον υπερβολικό και νοσηρό.  Οι δύο αυτές πλάνες μάς βυθίζουν στην ίδια αγαλλίασι και είναι δεκτές με τον ίδιο ενθουσιασμό από τους υλιστάς και τους μάγους.
        Ο αναγνώστης πρέπει να θυμάται ότι ο διάβολος είναι ψεύτης.  Εκείνα που γράφει ο Τυλιχτής, δεν είναι ίσως εξ ολοκλήρου οι αληθινές του απόψεις.  Δεν επιχείρησα να ταυτίσω κανένα από τα παρατιθέμενα πρόσωπα, αλλά μου φαίνεται λίγο πιθανό ότι πορτραίτα σαν του   Fr.  Spike ή της μητέρας του «ασθενούς» ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
       Σκέψεις με σφοδρές επιθυμίες υπάρχουν στην Κόλασι όπως και στην Γή.
       Πρέπει να προσθέσω κάτι  ακόμη.  Δεν έκαμα καμμιά απόπειρα να ξεκαθαρισθή με κάποιον τρόπο η χρονολογία των επιστολών.  Η υπ. Αριθ. 17 φαίνεται να γράφτηκε πριν  καθιερωθή η διανομή των τροφίμων με το δελτίο.  Εν γένει όμως φαίνεται ότι η διαβολική χρονολόγησις δεν έχει καμμιά σχέσι   με τη γήϊνη και δεν επεχείρησα να  την αποδώσω.   Προφανώς η ιστορία του Ευρωπαϊκού πολέμου ενδιέφερε τον Screwtape (Τυλιχτή) μόνον τόσο , όσο τα πολεμικά συμβάντα επιδρούσαν  πότε-πότε στην πνευματική κατάστασι ενός μοναδικού ανθρωπίνου όντος.
                                                                                                                                  C.S. LEWIS
                                                                                                                  Magdalen College, Οξφόρδη
                                                                                                                                5 Ιουλίου 1941

Στο έργο που παρουσιάζεται εδώ, εμφανίζει τον Σατανά σε διαρκή καταστροφική δράσι  . . .
. . .  Ο έμπειρος Γενικός Διευθυντής της Κολάσεως Τυλιχτής δίνει μαθήματα δι’ αλληλογραφίας στον άπειρο ανεψιό του δαίμονα Άψινθο, πώς να παρασύρη τον νεαρό τζέντλεμαν στον κακό δρόμο. Κύριος σκοπός του Τυλιχτή είναι να εμποδίση την ανάπτυξι της πίστεως και των αρετών.
        Η δουλειά του άπειρου δαίμονα ανεψιού είναι δύσκολη.  Ο νέος είναι χριστιανός, πιστεύει, αντιστέκεται, προσεύχεται.  Για πολύ λίγο καιρό παρασύρεται σε κοσμικούς κύκλος, αλλά πάλι γυρίζει στο Θεό, με θερμότερη μετάνοια.
       Ο Σατανάς  ουρλιάζει από το κακό του.  Η πίστις τον ακινητοποιεί.  Η μετάνοια τον απογοητεύει, η προσευχή τον παραλύει. . .
Από το σημείωμα του μεταφραστή,  ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΘΗΒΑΙΟΥ(ΑΝΤΩΝΙΟΥ Γ. ΓΑΛΙΤΗ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου