Σάββατο 2 Ιουλίου 2016




        Η ισχυρή πίστη μετριάζει την ένταση των προβλημάτων.  Σ’ αυτές τις σπάνιες στιγμές που κάποιος μέσα από την πίστη καταφέρνει να φτάσει στο Θεό, δεν υπάρχουν προβλήματα επειδή ο Θεός δεν αποτελεί τμήμα αυτού του κόσμου.  Αυτές τις στιγμές, ο ίδιος ο κόσμος γίνεται ζωή εν  Αυτώ, συνάντηση μαζί Του, επαφή μαζί Του.  Ο κόσμος δεν γίνεται Θεός, αλλά ζωή με τον Θεό, χαρμόσυνη και πλήρης.  Αυτή τη σωτηρία προσφέρει στον κόσμο ο Θεός.  Εκπληρώνεται κάθε φορά που πιστεύουμε. Η Εκκλησία δεν είναι θρησκευτικό ίδρυμα, αλλά η παρουσία μέσα στον κόσμο ενός κόσμου που έχει σωθεί.  Πολύ συχνά όμως η  Εκκλησία εμπλέκεται σε προβλήματα που όχι μόνο είναι ανύπαρκτα στην πίστη αλλά και βλαβερά.  «Πνευματικότητα», «εκκλησιαστικότητα» - επικίνδυνες και αμφίβολες έννοιες.  Πολύ συχνά, οι άνθρωποι που γνωρίζω πώς αναζητούν την πνευματικότητα, είναι στενόμυαλοι, αδιάλλακτοι, ανιαροί, άχαροι, και αρκετά συχνά κατηγορούν άλλους πώς δεν είναι αρκετά πνευματικοί.  Οι  ίδιοι αποτελούν συχνά κέντρο της συνείδησής τους, και όχι ο Χριστός, το Ευαγγέλιο ή ο Θεός.  Κανείς δεν ανθίζει κοντά τους’ ακριβώς το αντίθετο μαραζώνει.  Υπερηφάνεια, εγωκεντρισμός, αυτοικανοποίηση και στενομυαλιά.  Αλλά τότε, τι χρειάζεται η πνευματικότητα ; Θα μπορούσε κάποιος να μου πει πώς αυτή δεν είναι η γνήσια πνευματικότητα, αλλά μια ψευδοπνευματικότητα.  Που να βρεθεί όμως η αληθινή πνευματικότητα ; - Ίσως στην έρημο ή σε απομονωμένα μοναστικά κελλιά. Όμως η πνευματικότητα, που   ανευρίσκεται στην Εκκλησία, με τρομάζει κάπως.  Δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο από μια επαγγελματική θρησκευτικότητα.  Όλο αυτό το «ξεκούκισμα» του κομποσχοινιού στη διάρκεια ενός εκκλησιαστικού κουτσομπολιού, το όλο στυλ των στεναγμών και των χαμηλωμένων ματιών, μου φαίνονται πολύ συχνά κάτι το φοβερά  επίπλαστο.
. . .    Η παρουσία μας στην  Εκκλησία πρέπει να είναι απελευθερωτική.  Αλλά με τον σύγχρονο ρυθμό της Εκκλησίας, η εκκλησιαστική ζωή δεν απελευθερώνει, αλλά περιορίζει, υποδουλώνει, και αδυνατίζει τον άνθρωπο.. . . Αντί να διδάσκουμε τους ανθρώπους να κοιτάζουν τον κόσμο μέσα από την όραση της Εκκλησίας, αντί να μεταμορφώνουμε την εικόνα που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του και τη ζωή του, αισθανόμαστε υποχρεωμένοι – για να είμαστε «πνευματικοί» -να ντυθούμε μ’ έναν απρόσωπο, λερωμένο  «χιτώνα ευσέβειας».  Ο άνθρωπος, αντί να γνωρίζει τουλάχιστον πώς υπάρχει χαρά, φώς, νόημα, αιωνιότητα, εκνευρίζεται, γίνεται στενόμυαλος, αδιάλλακτος και συχνά απλώς μικρόψυχος.  Ούτε καν μετανοεί γι αυτό, επειδή όλα προέρχονται από την «εκκλησιαστικότητα»,  ενώ το νόημα της πίστης συνίσταται μόνο στην πλήρωση της ζωής με φώς, στην αναφορά της στον Θεό, στη μεταμόρφωση της ζωής σε σχέση με τον Θεό.
Alexander Schmemann, The Journals of Father Alexander Schmemann 1973-1983, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 1973-1983 εκδ. Ακρίτας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου