Σάββατο 25 Ιουνίου 2016



        Η αμαρτία κατέληξε να γίνει μια μεμψίμοιρη επικέντρωση πάνω σ’ επουσιώδεις λεπτομέρειες.  Δεν συνειδητοποιούμε πώς η μεμψιμοιρία – ακόμη και η ηθική – είναι η ίδια ένα αμάρτημα.  Είναι μια «στροφή των νώτων μας» στον Θεό, η απόρριψη του Θεού.  Αλλά η μεμψιμοιρία είναι ευκολότερη υπόθεση, το ίδιο και η θρησκεία. 
        Ένα ζήτημα παραμένει άλυτο (ίσως και ανεξήγητο;) : Σε τι να καλέσεις τους ανθρώπους ; Τι να τους διδάξεις ; Νομίζω πώς πρέπει να αρχίσουμε από το σώμα.  Στο σώμα, τα πάντα έχουν δοθεί για επικοινωνία, γνώση, κοινωνία : τα αισθήματα, τα μάτια για να βλέπουμε (τι ;), τα αυτιά για ν’ ακούμε (τι ;) κ.λπ.  Γίνεται ένα τρομερό λάθος, όταν τα πάντα ανάγονται είτε στη λογική είτε στο συναίσθημα.  Η λογική μας εμποδίζει να βλέπουμε και ν’ ακούμε, επειδή μεταμορφώνει τον «άλλο» - τον δεδομένο, τον ορατό, τον ομιλούντα – σ’ ένα ορθολογικό αντικείμενο.  Τα συναισθήματα : επικεντρώνονται στον εαυτό τους, μεταμορφώνοντας τα πάντα σε ναρκισσισμό.  Και στα δύο στη λογική και στο συναίσθημα υπάρχει παρέκκλιση, μοναξιά, αμαρτία.  Φυσικά είναι αρκετά σημαντικό το τι βλέπουμε και ακούμε – αυτό είναι το hic et nunc  (το  εδώ και το τώρα) που αποκαλύπτει την αιωνιότητα τώρα.  Είναι η πραγμάτωση της «Βασιλείας του Θεού εντός ημών . . .». 
Alexander Schmemann,”The Journals of Father Alexander Schmemann 1973-1983”

 Η τραγική μοίρα του Νάρκισσου και της Ηχώς είναι το θέμα μιας από τις πιο συγκινητικές και λυπητερές ιστορίες του Οβίδιου (βιβλίο ΙΙΙ).  Όταν ο Νάρκισσος, γιός του ποτάμιου θεού Κηφισού και της νύμφης Λιριόπης, έγινε δεκαέξη χρονών, ήταν τόσο ωραίος που πολλά κορίτσια και αγόρια  τον ερωτεύτηκαν. Η  περηφάνειά του όμως, και η άρνησή του να ανταποκριθεί στα αισθήματα των άλλων, ήταν αιτίες μιας ατέλειωτης δυστυχίας.  Καθώς μια μέρα βρισκόταν σε κυνήγι τον είδε η Ηχώ, «η φλύαρη αυτή νύμφη που δεν μπορεί να σιωπά όταν κάποιος μιλά και που όμως δεν έμαθε ακόμα να μιλά πρώτα αυτή» και τον ερωτεύτηκε παράφορα.  Η Ηχώ, μετά την απόρριψη της αγάπης της από τον Νάρκισσο, κρύφτηκε στα δάση και τα βουνά και κανείς δεν την ξανάδε πια.  Βασανισμένη από έρωτα, γινόταν ολοένα και πιο αδύνατη, μέχρι που φρεσκάδα του κορμιού της διαλύθηκε στον αέρα.  Στο τέλος το σώμα της χάθηκε και απέμεινε  μόνο η  φωνή της.  Γι’ αυτό, την Ηχώ όλοι την ακούουν αλλά κανείς δεν την βλέπει.  Η αιτία μιας τόσο μεγάλης τραγωδίας δεν μπορούσε να μείνει ατιμώρητη, και έτσι ο Νάρκισσος τιμωρήθηκε να υποστεί τα ίδια βάσανα που ο ίδιος προκαλούσε στους άλλους.  Μια μέρα λοιπόν, είδε τον εαυτό του στα καθαρά νερά μιας λίμνης και αμέσως  τον ερωτεύτηκε.  Έμεινε εκεί θαυμάζοντάς τον «την ίδια στιγμή επιθυμών και επιθυμούμενος, αναζωογονώντας ο ίδιο τις φλόγες που τον έκαιγαν».  Έτσι, « όπως το χρυσαφένιο κερί λιώνει στην απαλή ζέστη, όπως ο πρωινός παγετός διαλύεται με τη ζεστασιά του ήλιου , έτσι κι αυτός έσβησε και χάθηκε από αγάπη, και σιγά-σιγά έλιωσε από την κρυμμένη φωτιά». Οι θεοί όμως τον λυπήθηκαν και μεταμόρφωσαν το Νάρκισσο σ ένα λουλούδι που φέρει ακόμα το όνομά του, και που φυτρώνει κοντά στο νερό, έτσι που να μπορεί να βλέπει το είδωλό του.  Λέγεται μάλιστα, ότι το πάθος του συνεχίστηκε  ακόμα και μετά το θάνατό του γιατί, ταξιδεύοντας  για  τον άλλο Κάτω Κόσμο, δεν άντεξε να μη θαυμάσει τον εαυτό του  στα νερά της Στυγός.  Τόσο η λέξη «ναρκισσισμός», όσο και η λέξη «ηχώ», που επιζούν μέχρι σήμερα, βρίσκουν την αρχική τους ερμηνεία στο μύθο αυτό.
ΟΔΗΓΟΣ ΨΗΦΙΔΩΤΩΝ ΠΑΦΟΥ,ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΤΡΑΠΕΖΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου