Πέμπτη 15 Αυγούστου 2019


Δυό λόγια τώρα και περί της αειπαρθενίας της Θεοτόκου, μιάς και είναι ένα θέμα που έχει θιγεί και θίγεται από όλες τις αιρετικές ομάδες.  Η Παναγία, διά της συλλήψεως και της κυήσεως, ουσιαστικά ενθεώνεται. Αυτό που παίρνει μέσα της δεν είναι απλώς μια «δύναμις»,  του Θεού, είναι όλη η θεότητα. Έτσι η Θεοτότος γίνεται άτρεπτη  στην κατάσταση της πτώσεως. Δεν μπορεί να έρθει σε συνάφεια με άνδρα και να πάει πίσω να επαναλάβει τον πρώτο τρόπο γέννησης. Έφερε στην ιστορία τον νέο τρόπο γέννησης. Είναι ίσως βλάσφημο αυτό που θα πω, αλλά θα το πω για να σας δείξω τί εννοώ.  Η Παναγία, αν ήταν να γεννήσει μετά τον Χριστό και άλλο παιδί, θα το γεννούσε εν παρθενία.  Η κατάστασή της η φυσική, η ύπαρξή της η φυσική αλλοιώνεται. Οι Πατέρες μιλάνε για τη λεγομένη «καλήν αλλοίωσιν».  Θα μπορούσαμε κι από τους βίους των Αγίων να χρησιμοποιήσουμε πολλά παραδείγματα, που δείχνουν πως όταν φθάνουν σ’ αυτή την αλλοίωση, δεν επιστρέφουν πίσω. Όχι γιατί δεν θέλουν, ούτε γιατί δεν μπορούν, αλλά γιατί είναι μια συνέπεια αυτού που έζησαν και αυτού  που έγιναν. Βρίσκονται σε μια άλλη κατάσταση υπάρξεως. Αλλάζει η κατάσταση υπάρξεως του ανθρώπου. Και αυτό σημαίνει το ευαγγελικό, ότι στη Βασιλεία  των ουρανών δεν υπάρχει γάμος.  Δεν θέλει το ευαγγέλιο να αναιρέσει τη σχέση του θήλεως και του άρρενος -μια σχέση που μέσα στην ιστορία υπάρχει βέβαια ως ρήξη (η οποία ρήξη όμως αναιρείται από τον Χριστό, κατά τον άγιο Μάξιμο). Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο άρσεν και θήλυ για να φανερώσουν κοινωνία  προσώπων, εμφυτεύοντας τη δύναμη της επιθυμίας που γεννάει τον πόθο ώστε να φανερωθεί η αγάπη. Αυτός όμως ο διάλογος ανδρός και γυναικός εκτυλίσσεται μέσα στην ιστορία της πτώσεως με όρους θανάτου, ακόμα κι όταν εμφανίζεται ως ζωή. Και αυτή  ακριβώς η ιστορία της πτώσεως αναιρείται από έναν άλλον άνδρα και μια άλλη γυναίκα που έχουν εντελώς μιάν άλλη σχέση. Η μία είναι η Μαρία, ο άλλος είναι ο Εμμανουήλ.  Η μία είναι η Εκκλησία, ο άλλος είναι ο Νυμφίος Χριστός. Θέλω να πω ότι το «αειπάρθενον» της Παναγίας και η «παναγιότητά»  της δεν πηγάζουν απλώς από κάποια ευαγγελικά ή πατερικά χωρία. Πηγάζουν από την αντίληψη που έχουμε περί του τί σημαίνει ενθέωσις του ανθρώπου. Ενθέωσις ανθρώπου σημαίνει νέος τρόπος βιοτής, νέος τρόπος υπάρξεως. Θα  μπορούσαμε να τον ονομάσουμε «ο κατά φύσιν» τρόπος υπάρξεως, εάν «κατά φύσιν» τρόπος υπάρξεως είναι η συνεχής σχέση μας με τις άκτιστες δυνάμεις της θεότητας. Αυτή είναι η κατάσταση της ενθεώσεως. Γι’ αυτό η Παναγία είναι αειπάρθενος, και γι’ αυτό οι Πατέρες και τα τροπάριά μας μιλάνε περί του «αειπαρθένου» της Παναγίας.


 . . . θέλω να υπογραμμίσω ότι εκπροσωπεί τη μητέρα πάντων. Εκπροσωπεί ένα νέο τρόπο γεννήσεως. Αγαπώ τη μάνα μου γιατί μ’ έφερε στη ζωή, αλλά αγαπώ περισσότερο μια άλλη μάνα , γιατί με οδηγεί στην αιώνια ζωή.  Η Παναγία είναι μάνα μου, γιατί με προσάγει στον υιό της, στον Χριστό, σε μια άλλη ζωή.

Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΔΙΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ, Εκδόσεις Δόμος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου