Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019


      
 
Υπάρχει ένα κείμενο του αγίου Τύχωνος του Ζαντόνσκ, όπου λέει ότι στη Βασιλεία δεν φθάνουμε πηγαίνοντας από νίκη σε νίκη, αλλά από ήττα σε ήττα. Αλλά -σημειώνει- στη Βασιλεία φθάνουν εκείνοι που μετά από κάθε ήττα, αντί να καθίσουν και να κλαίνε για τα χάλια τους, σηκώνονται και προχωρούν   . . .
        Αν συνυπολογίσουμε τη σκέψη αυτή του αγίου Τύχωνος και τη παραβολή του Χριστού για τους προσκεκλημένους στον βασιλικό δείπνο, βλέπουμε τί συμβαίνει με εκείνους που προσέρχονται κουρελήδες, απροετοίμαστοι -μόνο με τη λαχτάρα .Θυμάστε εκείνον που είχε αγοράσει τον αγρό, τον άλλον που είχε αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια και ήθελε να τα δοκιμάσει, τον άλλον που είχε μόλις παντρευτεί -όλοι αυτοί αρνήθηκαν την πρόσκληση. Ήταν «καλυμμένοι» ’ τους κάλυπταν αυτά, τα γήινα. Και τότε, ο βασιλιάς έστειλε και φώναξε από τας «πλατείας και τας ρύμας της πόλεως», από κάθε γωνιά της επικράτειάς του, τους πτωχούς, τους χωλούς, τους ανάπηρους και τυφλούς, και τους κάλεσε να προσέλθουν στον δείπνο.
        Πήγαν όλοι, οδηγούμενοι από τους δούλους, πιθανόν διστακτικοί, φοβούμενοι την παρουσία του βασιλιά: με τα κουρέλια τους, άπλυτοι, με ένα παρελθόν που ίσως δεν ήθελαν καν να πληροφορηθεί ο βασιλιάς. Τί θα σήμαινε να έλθουν πρόσωπο με πρόσωπο με εκείνον που εκπροσωπεί τη δικαιοσύνη, τον νόμο, την αγαθότητα; Τί συνέβη μετά, δεν μας το λέει λεπτομερώς, αλλά ασφαλώς τους υποδέχθηκαν στην πύλη οι άγγελοι του Θεού. Τούς πήραν μέσα, τους έπλυναν, άλειψαν με μύρο τα μαλλιά τους, τους έντυσαν με αξιοπρεπή  ρούχα και εισήλθαν στην αίθουσα του δείπνου. Μόνο ένας αποδείχθηκε ανάξιος, ένας που αρνήθηκε  να πλυθεί, να ντυθεί, να αλειφθεί’ ένας που μπορεί να είπε: «Εγώ δεν ήλθα εδώ για να καλλωπιστώ, εγώ ήλθα για να φάω -και τράβηξε ίσια για το τραπέζι.  Αυτόν τον πέταξαν έξω, κανέναν άλλον. Γιατί όλοι οι υπόλοιποι είναι έλθει να  ατενίσουν το μεγαλείο του βασιλιά, έχοντας επίγνωση ότι ήταν  ανάξιοι. Κανείς τους δεν κοίταξε «αυτό που δεν ήταν», ήλθαν με την αλήθεια τους, όπως ήταν -και έγιναν δεκτοί με συμπάθεια και καλοσύνη.

     

   Όλοι βιώνουμε την ίδια ένταση. Αν δεν έχουμε ενώπιον μας το όραμα του απόλυτου, δεν μπορούμε να κινηθούμε προς αυτό.  Ταυτόχοονα,   δεν πρέπει να απογοητευόμαστε γι’ αυτό που είμαστε, επειδή δεν μπορούμε να αποφανθούμε για την κατάστασή μας. Ένα μόνο μπορούμε να προσδιορίσουμε: τον βαθμό στον οποίο επιθυμούμε την τελείωση, τον βαθμό στο οποίο λαχταρούμε να είμαστε άξιοι του Θεού, άξιοι της αγάπης Του, άξιοι της  συμπάθειας  Του όχι για κάποιο επίτευγμά μας, αλλά επειδή νοσταλγούμε, επειδή πεινάμε γι’ Αυτόν, επειδή τον εμπιστευόμαστε.  

Anthony Bloom, "ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ή ΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ;" Εκδόσεις Πορφύρα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου